ΤΕΤΑΡΤΟ
ΒΙΒΛΙΟ
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΜΝΗΣΤΕΙΑ
Άρθρο
1346
Έννοια
Η σύμβαση για μελλοντικό γάμο (μνηστεία) δεν
γεννά αγωγή για εξαναγκασμό του.
Η υπόσχεση ποινής για την περίπτωση που θα
ματαιωθεί ο γάμος είναι άκυρη.
Άρθρο
1347
Μονόπλευρη
λύση
Αν κάποιος από τους μνηστευμένους διαλύσει
τη μνηστεία χωρίς σπουδαίο λόγο, έχει υποχρέωση να αποζημιώσει τον άλλο ή τους
γονείς του, καθώς και κάθε τρίτον που ενέργησε στη θέση των γονέων, για τη
ζημία που έπαθαν εξαιτίας δαπανών ή άλλων μέτρων που έλαβαν με την προσδοκία
του γάμου, αφού ληφθούν υπόψη και οι ειδικές περιστάσεις.
Η ίδια υποχρέωση βαρύνει και το μνηστευμένο
που προκάλεσε υπαίτια τη δικαιολογημένη διάλυση της μνηστείας από τον άλλο.
Άρθρο
1348
Συνέπειες
της λύσης
Αν ο γάμος ματαιώθηκε, καθένας από τους
μνηστευμένους έχει δικαίωμα να απαιτήσει από τον άλλο, κατά τις διατάξεις για
τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, καθετί που του έδωσε ως δωρεά ή ως σύμβολο της μνηστείας.
Αν ο ένας από τους μνηστευμένους πεθάνει,
θεωρείται, σε περίπτωση αμφιβολίας, πως έχει αποκλειστεί η αναζήτηση όσων είχαν
δοθεί.
Άρθρο
1349
Παραγραφή
Οι αξιώσεις από τη μνηστεία παραγράφονται
όταν περάσει διετία από το τέλος του έτους κατά το οποίο λύθηκε.
ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΓΑΜΟΣ
Άρθρο
1350
Όροι
για τη σύναψη γάμου
Για τη σύναψη γάμου απαιτείται συμφωνία των
μελλονύμφων. Οι σχετικές δηλώσεις γίνονται αυτοπροσώπως και χωρίς αίρεση ή
προθεσμία.
Οι μελλόνυμφοι πρέπει να έχουν συμπληρώσει
το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους. Το δικαστήριο μπορεί, αφού ακούσει τους
μελλόνυμφους και τα πρόσωπα που ασκούν την επιμέλεια του ανηλίκου, να επιτρέψει
το γάμο και πριν από τη συμπλήρωση αυτής της ηλικίας, αν η τέλεσή του
επιβάλλεται από σπουδαίο λόγο.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1351
Δεν μπορούν να συνάψουν γάμο όσοι εμπίπτουν
σε μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 128 και της πρώτης παραγράφου του άρθρου
131, καθώς και εκείνοι στους οποίους έχει απαγορευθεί ειδικά η τέλεση γάμου,
σύμφωνα με το άρθρο 129 αριθμ. 2.
[Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 του ν 2447/96.]
Άρθρο
1352
Όποιος βρίσκεται σε επικουρική δικαστική
συμπαράσταση, πλήρη ή μερική που περιλαμβάνει και το γάμο, συνάπτει γάμο μόνο
με τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του. Αν ο τελευταίος αρνείται να
συναινέσει, το δικαστήριο μπορεί, αφού τον ακούσει, να δώσει την άδεια για τη
σύναψη του γάμου, εφόσον το επιβάλλει το συμφέρον του συμπαραστατουμένου.
[Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 του ν 2447/96.]
Άρθρο
1353
[Καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1354
Κώλυμα
από γάμο που υπάρχει
Εμποδίζεται η σύναψη γάμου πριν λυθεί ή
ακυρωθεί αμετάκλητα ο γάμος που υπάρχει. Οι σύζυγοι μπορούν να επαναλάβουν την
τέλεση του μεταξύ τους γάμου και πριν αυτός ακυρωθεί.
Άρθρο
1355
[Καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1356
Από
συγγένεια εξ αίματος
Εμποδίζεται ο γάμος με συγγενείς εξ αίματος,
σε ευθεία γραμμή απεριόριστα και σε πλάγια γραμμή ως και τον τέταρτο βαθμό.
Άρθρο
1357
Από
αγχιστεία
Εμποδίζεται ο γάμος με συγγενείς εξ
αγχιστείας, σε ευθεία γραμμή απεριόριστα και σε πλάγια ως και τον τρίτο βαθμό.
Άρθρο
1358
[Καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1359
[Καταργήθηκε με το άρθρο 13 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1360
Από
υιοθεσία
Εμποδίζεται ο γάμος εκείνου που υιοθέτησε ή
των κατιόντων του με αυτόν που υιοθετήθηκε. Το κώλυμα διατηρείται και μετά τη
λύση της υιοθεσίας.
Άρθρο
1361
[Καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1362
[Καταργήθηκε με το άρθρο 13 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1363
[Καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1364
[Καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1365
[Καταργήθηκε με το άρθρο 13 του ν. 1329/1893.]
Άρθρο
1366
[Καταργήθηκε με το άρθρο 3 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1367
Τέλεση
του γάμου
Ο γάμος τελείται είτε με τη σύγχρονη δήλωση
των μελλονύμφων ότι συμφωνούν σ' αυτό (πολιτικός γάμος) είτε με ιερολογία από
ιερέα της ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας ή από λειτουργό άλλου δόγματος ή
θρησκεύματος γνωστού στην Ελλάδα.
Η δήλωση γίνεται δημόσια κατά πανηγυρικό
τρόπο ενώπιον δύο μαρτύρων, προς το δήμαρχο ή τον πρόεδρο της κοινότητας του
τόπου όπου τελείται ο γάμος ή προς το νόμιμο αναπληρωτή τους, που είναι
υποχρεωμένοι να συντάξουν αμέσως σχετική πράξη.
Οι προϋποθέσεις της ιεροτελεστίας και κάθε
θέμα σχετικό μ' αυτήν διέπονται από το τυπικό και του κανόνες του δόγματος ή
του θρησκεύματος σύμφωνα με το οποίοι γίνεται η ιεροτελεστία, εφόσον δεν είναι
αντίθετοι με τη δημόσια τάξη. Ο θρησκευτικός λειτουργός είναι υποχρεωμένος να
συντάξει αμέσως σχετική πράξη. Η τέλεση πολιτικού γάμου δεν εμποδίζει την
ιερολογία του ίδιου γάμου κατά τη θρησκεία και το δόγμα των συζύγων.
[Τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1368
Άδεια
γάμου
Για να τελεσθεί ο γάμος, είτε ως πολιτικός
είτε με ιερολογία της ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας, απαιτείται άδεια του
δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητας της τελευταίας κατοικίας του καθενός από
τα πρόσωπα που πρόκειται να παντρευτούν. Σε περίπτωση που ο αρμόδιος για την
έκδοση της άδειας αρνείται να τη χορηγήσει, αποφασίζει αμετάκλητα το αρμόδιο
μονομελές πρωτοδικείο σύμφωνα με τις διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας του
κώδικα πολιτικής δικονομίας. Η απόφαση εκδίδεται μέσα σε δέκα ημέρες από την
κατάθεση της σχετικής αίτησης.
[Τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1369
Γνωστοποίηση
μελλοντικού γάμου
Πριν από την τέλεση του γάμου, με όποιον
τύπο και αν αυτός πρόκειται να τελεσθεί, πρέπει να γνωστοποιούνται με
τοιχοκόλληση σχετικής αγγελίας στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα της κατοικίας
του καθενός από τα πρόσωπα που πρόκειται να παντρευτούν, το όνομα και το
επώνυμο των προσώπων αυτών, το επάγγελμά τους, το όνομα των γονέων τους και ο
τόπος που γεννήθηκαν, όπου κατοικούσαν τελευταία και όπου πρόκειται να τελεσθεί
ο γάμος. Αν ο γάμος δεν τελεσθεί μέσα σε έξι μήνες από τη γνωστοποίηση, η
γνωστοποίηση πρέπει να επαναληφθεί.
Όταν τα πρόσωπα που πρόκειται να παντρευτούν
κατοικούν σε μεγάλη πόλη, η γνωστοποίηση γίνεται με δημοσίευση σε ημερήσια
εφημερίδα του τόπου της κατοικίας.
[Τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1370
Η άδεια γάμου δίνεται υποχρεωτικά, αφού
ερευνηθεί αν συντρέχουν οι νόμιμοι όροι για το γάμο που πρόκειται να τελεσθεί
και αν έγινε η γνωστοποίηση. Αν υπάρχουν σπουδαίοι λόγοι, η γνωστοποίηση μπορεί
να παραλειφθεί.
[Τίθεται όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1250/1982.]
Άρθρο
1371
Γάμος
μεταξύ ετεροδόξων ή ετεροθρήσκων
Προκειμένου για γάμο μεταξύ ετεροδόξων ή
μεταξύ ετεροθρήσκων η ιεροτελεστία γίνεται όπως απαιτεί το δόγμα ή το θρήσκευμα
του καθενός απ' αυτούς που συνέρχονται σε γάμο, αν είναι αναγνωρισμένο στην
Ελλάδα.
ΤΡΙΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΚΥΡΟΣ ΚΑΙ ΑΚΥΡΩΣΙΜΟΣ ΓΑΜΟΣ
Άρθρο
1372
Άκυρος
και ανυπόστατος γάμος
Άκυρος είναι μόνο ο γάμος που έγινε κατά
παράβαση των άρθρων 1350 έως 1352, 1354, 1356, 1357 και 1360. Δεν είναι άκυρος
ο γάμος, εφόσον έχει γίνει η δήλωση του άρθρου 1367 προς το δήμαρχο ή τον
πρόεδρο της κοινότητας ή το νόμιμο αναπληρωτή τους, έστω και αν έχουν
παραλειφθεί οι άλλοι όροι της τέλεσης.
Γάμος που έγινε χωρίς να τηρηθεί καθόλου
ένας από τους τύπους που προβλέπονται στο άρθρο 1367 είναι ανυπόστατος.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1373
Η ακυρότητα του γάμου αίρεται: 1. αν, στην
περίπτωση της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1350, ακολουθήσει ελεύθερη και
πλήρης συμφωνία των συζύγων. 2. αν, στην περίπτωση της
δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1350, δοθεί εκ των υστέρων άδεια του δικαστηρίου
ή ο σύζυγος, αφού συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του, αναγνωρίσει
το γάμο. 3. αν, στην περίπτωση του άρθρου 1351, ο σύζυγος,
αφού γίνει ικανός για δικαιοπραξία, αναγνωρίσει το γάμο. 4. αν, στην περίπτωση του άρθρου 1352, ο δικαστικός συμπαραστάτης, το
δικαστήριο ή ο ίδιος ο σύζυγος, αφού γίνει ικανός, εγκρίνει το γάμο.
(Όπως τροποποιήθηκε η περ. 4 με το άρθρο 24 του ν 2447/96.)
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1374
Ακυρώσιμος
εξαιτίας πλάνης
Γάμος που έχει τελεσθεί μπορεί να ακυρωθεί
εξαιτίας πλάνης σχετικής με την ταυτότητα του προσώπου του άλλου συζύγου.
Η ακύρωση αποκλείεται, αν ο σύζυγος
αναγνώρισε το γάμο μετά τη διάλυση της πλάνης.
Άρθρο
1375
Ακυρώσιμος
εξαιτίας απειλής
Γάμος που έχει τελεσθεί μπορεί να ακυρωθεί
αν ο σύζυγος εξαναγκάστηκε να τον συνάψει με απειλή, παράνομα ή αντίθετα προς,
τα χρηστά ήθη.
Η ακύρωση αποκλείεται, αν αυτός που
εξαναγκάστηκε αναγνώρισε το γάμο αφού πέρασε η απειλή.
Άρθρο
1376
Πώς
γίνεται η ακύρωση
Στην περίπτωση του άκυρου γάμου, καθώς και
αυτού που έγινε από πλάνη ή με απειλή, απαιτείται δικαστική απόφαση που να τον
ακυρώνει.
Άρθρο
1377
[Καταργήθηκε με το άρθρο 53 ΕισΝΚΠολΔ.]
Άρθρο
1378
Ποιος
ενάγει για ακύρωση
Η αγωγή για ακύρωση του γάμου μπορεί να
ασκηθεί: 1. στις περιπτώσεις των άρθρων 1350 έως 1352, 1354, 1356, 1357 και
1360 από τους συζύγους και από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, καθώς και από
τον εισαγγελέα αυτεπαγγέλτως. 2. στις περιπτώσεις των άρθρων
1374 και 1375 μόνο από το σύζυγο που πλανήθηκε ή απειλήθηκε, όχι όμως από τους
κληρονόμους του.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1379
Η αγωγή για την ακύρωση του γάμου μπορεί να
εγερθεί από αντιπρόσωπο, μόνο αν έχει ειδικά εξουσιοδοτηθεί.
Άρθρο
1380
Παραγραφή
Παραγραφή της αγωγής για ακύρωση του γάμου
χωρεί μόνο στην περίπτωση ακύρωσης εξαιτίας πλάνης ή απειλής.
Η παραγραφή επέρχεται όταν περάσουν έξι
μήνες αφότου έγινε δυνατόν να εγερθεί η αγωγή και πάντως όταν περάσουν τρία
χρόνια από την τέλεση του γάμου.
Άρθρο
1381
Αποτελέσματα
της ακύρωσης
Με την αμετάκλητη δικαστική απόφαση που
ακυρώνει το γάμο αίρονται τα αποτελέσματά του, για οποιονδήποτε λόγο και αν
ακυρώθηκε.
Άρθρο
1382
Τα τέκνα από γάμο που ακυρώθηκε διατηρούν
την ιδιότητα τέκνου γεννημένου σε γάμο.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1383
Νομιζόμενος
γάμος
Αν κατά την τέλεση του γάμου αγνοούσαν την
ακυρότητα και οι δύο σύζυγοι ή την αγνοούσε ο ένας μόνο απ' αυτούς, η ακύρωση
ενεργεί ως προς αυτούς η αυτόν που την αγνοούσε μόνο για το μέλλον.
Ο σύζυγος που αγνοούσε μόνος κατά την τέλεση
του γάμου την ακυρότητα έχει, στην περίπτωση της ακύρωσης, εναντίον του άλλου
συζύγου που γνώριζε εξαρχής την ακυρότητα και, αν αυτός πέθανε μετά την ακύρωση
του γάμου, κατά των κληρονόμων του, δικαίωμα διατροφής σύμφωνα με τις διατάξεις
που ισχύουν για το διαζύγιο, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1384
Το δικαίωμα της δεύτερης παραγράφου του
προηγούμενου άρθρου ανήκει και στο σύζυγο που εξαναγκάστηκε να τελέσει γάμο με
απειλή, κατά τρόπο παράνομο ή αντίθετο προς τα χρηστά ήθη, αν ο γάμος ακυρωθεί
ή λυθεί με το θάνατο του άλλου συζύγου.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1385
Δικαιώματα
τρίτων
Η ακύρωση του γάμου δεν βλάπτει τα
δικαιώματα τρίτων που έχουν συναλλαχθεί καλόπιστα με κάποιον από τους συζύγους.
ΤΕΤΑΡΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΜΟ
(Με το άρθρο 15 του ν 1329/1983 τα
Κεφάλαια Τέταρτο και Πέμπτο του Τέταρτου Βιβλίου του Αστικού Κώδικα
συγχωνεύονται σε ενιαίο Τέταρτο Κεφάλαιο με τίτλο <<Σχέσεις των συζύγων
από το γάμο>>.
Καταργούνται όλες οι διατάξεις του Έκτου
Κεφαλαίου του Τέταρτου Βιβλίου του Αστικού Κώδικα (άρθρα 1406 έως 1437), που
αφορούν στην προίκα. Κάθε περιουσιακή επίδοση που αποτελεί σύσταση προίκας
είναι άκυρη από την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου.
Οι διατάξεις των παλαιών Τέταρτου και
Πέμπτου Κεφαλαίων του Τέταρτου Βιβλίου του Αστικού Κώδικα (άρθρα 1386 έως 1396
και 1397 έως 1405), καθώς και τα άρθρα 1406 έως 1416 του Έκτου Κεφαλαίου, που
καταργούνται με την προηγούμενη παράγραφο, αντικαθίστανται από τις ακόλουθες
διατάξεις, οι οποίες εντάσσονται στο νέο Τέταρτο Κεφάλαιο.
Άρθρο
1386
Υποχρέωση
για συμβίωση
Ο γάμος παράγει για τους συζύγους αμοιβαία
υποχρέωση για συμβίωση, εφόσον η σχετική αξίωση δεν αποτελεί κατάχρηση
δικαιώματος.
[Αντικαταστάθηκε, λεκτικά μόνο, με το άρθρο 15 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1387
Ρύθμιση
του συζυγικού βίου
Οι σύζυγοι αποφασίζουν από κοινού για κάθε
θέμα του συζυγικού βίου. Αν ο ένας από τους συζύγους βρίσκεται σε φυσική ή
νομική αδυναμία, αποφασίζει μόνος του ο άλλος.
Η ρύθμιση από τους συζύγους του κοινού τους
βίου πρέπει να μην εμποδίζει την επαγγελματική και την υπόλοιπη δραστηριότητα
του καθενός από αυτούς και να μην παραβιάζει τη σφαίρα της προσωπικότητάς του.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1388
Επώνυμο
των συζύγων
Με το γάμο δεν μεταβάλλεται το επώνυμο των
συζύγων, ως προς τις έννομες σχέσεις τους.
Στις κοινωνικές σχέσεις ο κάθε σύζυγος
μπορεί, εφόσον σ' αυτό συμφωνεί και ο άλλος, να χρησιμοποιεί το επώνυμο του
τελευταίου ή να το προσθέτει στο δικό του.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
1389
Κοινή
συμβολή για τις οικογενειακές ανάγκες
Οι σύζυγοι έχουν την υποχρέωση να
συνεισφέρουν από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, για την
αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας. Η συνεισφορά γίνεται με την προσωπική
εργασία, τα εισοδήματά τους και την περιουσία τους.
Άρθρο
1390
Στην υποχρέωση του προηγούμενου άρθρου
περιλαμβάνονται ειδικότερα η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή τους,
η κοινή υποχρέωση για διατροφή των τέκνων τους και γενικά η υποχρέωση για
συμβολή τους στη λειτουργία του κοινού οίκου. Το μέτρο της υποχρέωσης
προσδιορίζεται ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και η εκπλήρωσή
της γίνεται με τον τρόπο που επιβάλλει η έγγαμη συμβίωση.
[Η ρύθμιση του αρχικού άρθρου 1390 περιέχεται στο νέο άρθρο 1396. Στα νέα άρθρα 1389 και 1390 περιέχεται, τροποποιημένη, η ρύθμιση των άρθρων 1391, 1392, 1393, 1398 και 1399 που καταργήθηκαν.]
Άρθρο
1391
Διακοπή
της συμβίωσης
Αν ο σύζυγος διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για
εύλογη αιτία, η διατροφή, που του οφείλεται από τον άλλο, πληρώνεται σε χρήμα
και προκαταβάλλεται κάθε μήνα.
Η υποχρέωση διατροφής της προηγούμενης
παραγράφου παύει ή το ποσό της αυξάνεται ή μειώνεται, όταν το επιβάλλουν οι
περιστάσεις.
[Το αρχικό άρθρο 1391 περιέχεται στα νέα άρθρα 1389 - 1390 (βλ. στο άρθρο 1390). Στο νέο άρθρο 1391 περιέχεται, τροποποιημένη, η ρύθμιση των αρχικών άρθρων 1394 εδ. α' και 1395 που καταργήθηκαν].
Άρθρο
1392
Ανάλογη
εφαρμογή
Οι διατάξεις των άρθρων 1494 και 1498 έως
1500 εφαρμόζονται αναλόγως και για τη διατροφή μεταξύ συζύγων. Επίσης
εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 1495, αν υπάρχει βάσιμος λόγος
διαζυγίου που ανάγεται σε υπαιτιότητα του δικαιούχου συζύγου.
[Το αρχικό άρθρο 1392 περιέχεται στα νέα άρθρα 1389 - 1390 (βλ. στο άρθρο 1390). Βλ. την αντίστοιχη ρύθμιση στο αρχικό άρθρο 1393 εδ. β'.]
Άρθρο
1393
Ρύθμιση
της χρήσης της οικογενειακής στέγης
Σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, το
δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών
συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να
παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του
ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ιδίων (οικογενειακή στέγη),
ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το
δικαίωμα της χρήσης του. Η απόφαση του δικαστηρίου υπόκειται σε αναθεώρηση,
όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις. Αν το δικαίωμα χρήσης της οικογενειακής
στέγης πηγάζει από σχέση εργασίας ανάμεσα στον ένα από τους συζύγους και έναν
τρίτο, η παραχώρηση της χρήσης της στον άλλο σύζυγο από το δικαστήριο, σύμφωνα
με τους όρους της προηγούμενης παραγράφου, μπορεί να γίνει μόνο εφόσον συναινεί
σ' αυτό και ο τρίτος.
[Το αρχικό άρθρο 1393 περιέχεται στα νέα άρθρα 1389 - 1390 (βλ. στο άρθρο 1390). Το νέο άρθρο 1393 περιέχει νέα ρύθμιση. Βλ. και παλαιό άρθρο 735 ΚΠολΔ.]
Άρθρο
1394
Κατανομή
των κινητών
Σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, ο
καθένας από τους συζύγους δικαιούται να παραλάβει τα κινητά που του ανήκουν,
ακόμη και αν τα χρησιμοποιούσαν και οι δύο ή και μόνος ο άλλος σύζυγος.
Υποχρεούται όμως να παραχωρήσει στον άλλο σύζυγο τη χρήση των οικιακών
αντικειμένων που του είναι απολύτως απαραίτητα για τη χωριστή του εγκατάσταση,
αν το επιβάλλουν οι περιστάσεις για λόγους επιείκειας.
Άρθρο
1395
Οι σύζυγοι κατανέμουν, σε περίπτωση διακοπής
της συμβίωσης, τη χρήση των κινητών που ανήκουν και στους δύο, σύμφωνα με τις
προσωπικές τους ανάγκες. Αν διαφωνούν, η κατανομή γίνεται από το δικαστήριο που
μπορεί να επιδικάσει εύλογη αποζημίωση για τη χρήση που παραχωρεί.
Άρθρο
1396
Μέτρο
αμοιβαίας ευθύνης
Οι σύζυγοι κατά την εκπλήρωση των αμοιβαίων
υποχρεώσεών τους, που πηγάζουν από το γάμο, ευθύνονται με μέτρο την επιμέλεια
που δείχνουν στις προσωπικές τους υποθέσεις.
Άρθρο
1397
Περιουσιακή
αυτοτέλεια των συζύγων
Με την επιφύλαξη των διατάξεων που
ακολουθούν, ο γάμος δεν μεταβάλλει την περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων.
Άρθρο
1398
Τεκμήρια
για τα κινητά
Τα κινητά που βρίσκονται στη νομή ή κατοχή
του ενός ή και των δύο συζύγων τεκμαίρεται, υπέρ των δανειστών του καθενός από
αυτούς, ότι ανήκουν στο σύζυγο που είναι οφειλέτης τους. Το τεκμήριο αυτό δεν
ισχύει σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης.
Τα κινητά που βρίσκονται στη νομή ή κατοχή
και των δύο συζύγων τεκμαίρεται, στις μεταξύ τους σχέσεις, ότι ανήκουν και
στους δύο κατά ίσα μέρη.
Στις σχέσεις των συζύγων μεταξύ τους και με
τους δανειστές τους τεκμαίρεται ότι τα κινητά τα προορισμένα για την προσωπική
χρήση του ενός από τους συζύγους ανήκουν σ' αυτόν.
Άρθρο
1399
Διαχείριση
της περιουσίας του ενός συζύγου από τον άλλο
Αν ο ένας από τους συζύγους ανέθεσε στον
άλλο τη διαχείριση της ατομικής του περιουσίας, δεν υπάρχει υποχρέωση για
λογοδοσία και για απόδοση των εισοδημάτων από τη διαχείριση, εφόσον δεν έχουν
συμφωνηθεί διαφορετικά. Τα εισοδήματα καταλογίζονται στην υποχρέωση συνεισφοράς
για τις ανάγκες της οικογένειας.
Η παραίτηση από το δικαίωμα ανάκλησης αυτής
της ανάθεσης είναι άκυρη.
Άρθρο
1400
Αξίωση
συμμετοχής στα αποκτήματα
Αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί και η περιουσία
του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέστηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος,
εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να απαιτήσει
την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή.
Τεκμαίρεται ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν
αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή.
Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται
αναλογικά και στην περίπτωση διάστασης των συζύγων που διάρκεσε περισσότερο από
τρία χρόνια.
Στην αύξηση της περιουσίας των συζύγων δεν
υπολογίζεται ό,τι αυτοί απέκτησαν από δωρεά, κληρονομία ή κληροδοσία ή με
διάθεση των αποκτημάτων από αυτές τις αιτίες.
Άρθρο
1401
Η αξίωση του προηγούμενου άρθρου δεν
γεννιέται, σε περίπτωση θανάτου, στο πρόσωπο των κληρονόμων του συζύγου που
πέθανε. Επίσης δεν εκχωρείται ούτε κληρονομείται, εκτός αν έχει αναγνωρισθεί
συμβατικά ή έχει επιδοθεί αγωγή. Η αξίωση παραγράφεται δύο χρόνια μετά τη λύση
ή την ακύρωση του γάμου.
Άρθρο
1402
Παροχή
ασφάλειας
Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου
1262 αριθμ. 4, ο καθένας από τους συζύγους έχει το δικαίωμα, στην περίπτωση που
ασκήθηκε αγωγή διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή που ο ίδιος άσκησε με αγωγή την
αξίωση του άρθρου 1400, να ζητήσει από τον άλλο σύζυγο ή από τους κληρονόμους
του την παροχή ασφάλειας, αν εξαιτίας της συμπεριφοράς τους υπάρχει βάσιμος
φόβος ότι κινδυνεύει αυτή η αξίωσή του.
Άρθρο
1043
Επιλογή
κοινοκτημοσύνης
Οι σύζυγοι μπορούν, πριν από το γάμο ή κατά
τη διάρκεια του, να επιλέγουν με σύμβαση, για τη ρύθμιση των συνεπειών του
γάμου στην περιουσιακή τους κατάσταση, αντί για το σύστημα που προβλέπεται από
τα άρθρα 1397 και 1400 έως 1402, σύστημα κοινωνίας κατά ίσα μέρη σε περιουσιακά
τους στοιχεία χωρίς δικαίωμα διάθεσης, από τον καθένα τους, του ιδανικού του
μεριδίου (σύστημα κοινοκτημοσύνης), τηρώντας τις διατάξεις των άρθρων που
ακολουθούν.
Οι συμβάσεις της προηγούμενης παραγράφου
καταρτίζονται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και καταχωρίζονται στο ενιαίο ειδικό
δημόσιο βιβλίο που τηρείται γι' αυτό το σκοπό. Πριν από την καταχώριση δεν
ισχύουν απέναντι στους τρίτους.
Άρθρο
1404
Οι λεπτομέρειες του συστήματος της
κοινοκτημοσύνης που επιλέγεται και ιδίως τα σχετικά με την έκτασή της, τη
διοίκηση των στοιχείων της κοινής περιουσίας, καθώς και την εκκαθάριση των
τυχόν αμοιβαίων αποκαταστατικών αξιώσεων και τη διανομή των κοινών πραγμάτων
μετά τη λήξη της, καθορίζονται στο σχετικό συμβόλαιο με βάση την αρχή της
ισότητας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ των συζύγων. Το συμβόλαιο για την
κοινοκτημοσύνη δεν μπορεί να παραπέμψει σε έθιμα, σε νόμο που δεν ισχύει ή σε
νόμο αλλοδαπό.
Άρθρο
1405
Αν στο συμβόλαιο δεν υπάρχει πρόβλεψη για
την έκταση της κοινοκτημοσύνης, η κοινοκτημοσύνη περιλαμβάνει όσα περιουσιακά
στοιχεία ο καθένας από τους συζύγους αποκτά από αιτία μη χαριστική κατά τη
διάρκεια του γάμου, εκτός από τα εισοδήματα της περιουσίας την οποία είχε πριν
από το γάμο. Δεν περιλαμβάνονται οπωσδήποτε στην κοινή περιουσία, ακόμη και αν
αποκτήθηκαν από μη χαριστική αιτία: 1. τα περιουσιακά στοιχεία του καθενός από
τους συζύγους που προορίζονται για αυστηρά προσωπική του χρήση ή για την άσκηση
του επαγγέλματός του και τα παραρτήματά τους. 2. οι απαιτήσεις
των άρθρων 464 και 465. 3. τα δικαιώματα σε προϊόντα της διάνοιας.
Αν στο συμβόλαιο δεν υπάρχει διαφορετική
πρόβλεψη για τη χρήση και κάρπωση, τη διοίκηση και τη διάθεση των κοινών
πραγμάτων, εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 785 έως 792, του
δεύτερου εδαφίου του άρθρου 793 και του άρθρου 794.
Άρθρο
1406
Υποκατάσταση
Ό,τι ο κάθε σύζυγος αποκτά κατά τη διάρκεια
του γάμου με διάθεση στοιχείων της ατομικής του περιουσίας, περιέχεται σ'
αυτήν. Ο ισχυριζόμενος ότι η απόκτηση έγινε με τέτοια διάθεση βαρύνεται με την
απόδειξη του ισχυρισμού του.
Άρθρο
1407
Δικαιοπραξίες
από τον ένα σύζυγο
Δικαιοπραξίες αναφερόμενες σε περιουσιακά
στοιχεία της κοινοκτημοσύνης, οι οποίες, σύμφωνα με τους κανόνες που τη
ρυθμίζουν, επιχειρούνται είτε και από τους δύο συζύγους από κοινού είτε από τον
ένα, αλλά με τη συναίνεση του άλλου, μπορούν να επιχειρούνται εγκύρως και από
τον ένα μόνο σύζυγο, με άδεια του δικαστηρίου, αν ο άλλους βρίσκεται σε φυσική
ή νομική αδυναμία ή αρνείται να δηλώσει τη βούλησή του και η δικαιοπραξία
επιβάλλεται από το συμφέρον της οικογένειας.
Άρθρο
1408
Έκταση
υπεγγυότητας της κοινής περιουσίας
Στην περίπτωση όπου επιλέγεται σύστημα
κοινοκτημοσύνης, η κοινή περιουσία, πέρα από τα εμπράγματα δικαιώματα ή άλλα
βάρη, με τα οποία βαρύνεται, είναι υπέγγυα και: 1. για κάθε υποχρέωση που
αναλαμβάνει ο ένας σύζυγος, μέσα στα όρια της διαχειριστικής του εξουσίας, για
τη διαχείριση αυτής της περιουσίας. 2. για κάθε
υποχρέωση που αναλαμβάνει ο ένας σύζυγος για τις ανάγκες της οικογένειας. 3. για κάθε υποχρέωση που αναλαμβάνουν και οι δύο σύζυγοι.
Άρθρο
1409
Η κοινή περιουσία είναι επιπλέον υπέγγυα,
έως το μισό της αξίας της, και απέναντι στους ατομικούς δανειστές του κάθε
συζύγου, εφόσον δεν είναι δυνατή η ικανοποίησή τους από την ατομική περιουσία
του: 1. για υποχρεώσεις που αυτός ανέλαβε μόνος του για τη διαχείριση της
περιουσίας αυτής πέρα από τα όρια της διαχειριστικής του εξουσίας. 2. για ατομικά χρέη του, οποτεδήποτε και αν αυτά γεννήθηκαν.
Αν, στις περιπτώσεις της προηγούμενης
παραγράφου, οι δανειστές είναι εγχειρογράφοι, προτιμώνται οι δανειστές του
προηγούμενου άρθρου.
Άρθρο
1410
Επικουρική
υπεγγυότητα της ατομικής περιουσίας
Για τα χρέη του άρθρου 1408 οι δανειστές
μπορούν να στραφούν επικουρικά και κατά της ατομικής περιουσίας του μη οφειλέτη
συζύγου έως το μισό της αξίας της απαίτησής τους, εφόσον η κοινή περιουσία δεν
επαρκεί για την ικανοποίηση των χρεών του.
Άρθρο
1411
Λήξη
Η κοινοκτημοσύνη λήγει αυτοδικαίως με τη
λύση ή την ακύρωση του γάμου. Λήγει επίσης, όταν ο ένας από τους συζύγους
κηρυχθεί σε αφάνεια ή σε πτώχευση και η σχετική απόφαση γίνει τελεσίδικη
Στην περίπτωση του διαζυγίου ή της ακύρωσης
του γάμου η λήξη της κοινοκτημοσύνης επέρχεται αναδρομικά από την ημέρα της
επίδοσης της σχετικής αγωγής.
Άρθρο
1412
Η κοινοκτημοσύνη λήγει με συμφωνία των
συζύγων που περιβάλλεται το συμβολαιογραφικό τύπο.
Άρθρο
1413
Ο καθένας από τους συζύγους μπορεί να
ζητήσει από το δικαστήριο τη λύση της κοινοκτημοσύνης: 1. αν επήλθε διακοπή της
έγγαμης συμβίωσης, που διήρκεσε τουλάχιστον ένα έτος και συνεχίζεται κατά τη
συζήτηση της αγωγής. 2. αν, λόγω της κακής κατάστασης της περιουσίας του
άλλου συζύγου ή της κακής διαχείρισης από αυτόν της κοινής περιουσίας,
κινδυνεύουν τα συμφέροντα του ενάγοντος. 3. αν υπάρχει
αθέτηση, από τον άλλο σύζυγο, της υποχρέωσής του για συνεισφορά στις ανάγκες
της οικογένειας. Η απόφαση που διατάσσει τη λύση της κοινοκτημοσύνης ενεργεί
αναδρομικά από την ημέρα της επίδοσης της αγωγής στον εναγόμενο.
Άρθρο
1414
Η λήξη της κοινοκτημοσύνης, κατά τις
διατάξεις των προηγούμενων άρθρων, εκτός από την περίπτωση της λήξης λόγω
θανάτου, ισχύει απέναντι στους τρίτους μόνο εφόσον στο περιθώριο του ειδικού
δημοσίου βιβλίου, όπου έχει καταχωριστεί το συστατικό της συμβόλαιο,
σημειώνονται η σχετική συμφωνία των συζύγων ή η απόφαση που κηρύσσει την
αφάνεια ή την πτώχευση ή, στις περιπτώσεις της δεύτερης παραγράφου του άρθρου
1411 και του άρθρου 1413, η επίδοση της αγωγής και η σχετική δικαστική απόφαση.
Άρθρο
1415
Με την πρόωρη λήξη της κοινοκτημοσύνης οι
σύζυγοι επανέρχονται, από την άποψη της περιουσιακής τους κατάστασης, στο
σύστημα που προβλέπεται από τα άρθρα 1397 και 1400 έως 1402.
Στην περίπτωση αυτή, καθώς και όταν η λήξη
επέρχεται λόγω λύσης ή ακύρωσης του γάμου, έχουν εφαρμογή για τη λύση της
κοινωνίας και τη διανομή των κοινών πραγμάτων, αν δεν υπάρχει διαφορετική
συμφωνία, οι διατάξεις των άρθρων 795 και επόμενων, καθώς και οι ειδικές
διατάξεις του κώδικα πολιτικής δικονομίας για τη διανομή κοινών πραγμάτων.
Άρθρο
1416
Έκταση
εφαρμογής
Οι διατάξεις αυτού του κεφαλαίου έχουν
εφαρμογή, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, ανεξάρτητα από τη θρησκεία ή το
δόγμα των συζύγων καθώς και από τον τύπο, πολιτικό ή θρησκευτικό, με τον οποίο
έγινε ο γάμος τους.
Τα άρθρα 1417 έως 1437 καταργήθηκαν με το άρθρο 15 του ν. 1329/1983.
ΕΒΔΟΜΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΑΖΥΓΙΟ
(Με το άρθρο 16 του ν. 1329:
τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του Έβδομου Κεφαλαίου του Τέταρτου Βιβλίου του
Αστικού Κώδικα, που αναφέρονται στο διαζύγιο (άρθρα 1439 έως 1462). Ειδικότερα
αντικαθίστανται στο σύνολό τους από τις ακόλουθες διατάξεις.)
Άρθρο
1438
Πώς
επέρχεται
Ο γάμος μπορεί να λυθεί με διαζύγιο. Το
διαζύγιο απαγγέλλεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, όταν συντρέχουν οι
προϋποθέσεις που ορίζονται στα επόμενα άρθρα.
Άρθρο
1439
Ισχυρός
κλονισμός
Καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει
το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο
που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η
εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα.
Εφόσον ο εναγόμενος δεν αποδεικνύει το
αντίθετο, ο κλονισμός τεκμαίρεται σε περίπτωση διγαμίας ή μοιχείας του,
εγκατάλειψης του ενάγοντα ή επιβουλής της ζωής του από τον εναγόμενο.
Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση
συνεχώς από τέσσερα τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το
διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά το πρόσωπο
του ενάγοντα. Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης δεν εμποδίζεται από μικρές
διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων ανάμεσα στους
συζύγους.
Άρθρο
1440
Αφάνεια
Καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει
το διαζύγιο, όταν ο άλλος έχει κηρυχθεί σε αφάνεια.
Άρθρο
1441
Συναινετικό
διαζύγιο
Όταν οι σύζυγοι συμφωνούν για το διαζύγιο,
μπορούν να το ζητήσουν με κοινή αίτησή τους που δικάζεται κατά διαδικασία της
εκούσιας δικαιοδοσίας (συναινετικό διαζύγιο).
Για να εκδοθεί συναινετικό διαζύγιο, πρέπει
ο γάμος να έχει διαρκέσει τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από την κατάθεση της
αίτησης και η συμφωνία των συζύγων να δηλωθεί στο δικαστήριο, αυτοπροσώπως ή με
ειδικό πληρεξούσιο, σε δύο συνεδριάσεις που να απέχουν μεταξύ τους έξι
τουλάχιστον μήνες. Το ειδικό πληρεξούσιο πρέπει να έχει δοθεί μέσα στον
τελευταίο μήνα πριν από την κάθε συνεδρίαση. Εφόσον από την πρώτη συνεδρίαση πέρασαν
δύο χρόνια, η δήλωση της συμφωνίας παύει να ισχύει.
Αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, για να εκδοθεί
συναινετικό διαζύγιο πρέπει να προσκομίζεται έγγραφη συμφωνία των συζύγων που
να ρυθμίζει την επιμέλεια των τέκνων και την επικοινωνία με αυτά. Η συμφωνία
επικυρώνεται από το δικαστήριο και ισχύει ώσπου να εκδοθεί απόφαση για το θέμα
αυτό σύμφωνα με το άρθρο 1513.
Άρθρο
1442
Διατροφή
Εφόσον ο ένας από τους πρώην συζύγους δεν
μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την περιουσία
του, δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον άλλον: 1. αν κατά την έκδοση του
διαζυγίου ή κατά το τέλος των χρονικών περιόδων που προβλέπονται στις επόμενες
περιπτώσεις βρίσκονται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν επιτρέπει να
αναγκαστεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, ώστε
να εξασφαλίζει απ' αυτό τη διατροφή του. 2. αν έχει την
επιμέλεια ανήλικου τέκνου και γι' αυτό το λόγο εμποδίζεται στην άσκηση
κατάλληλου επαγγέλματος. 3. αν δεν βρίσκει σταθερή κατάλληλη εργασία ή
χρειάζεται κάποια επαγγελματική εκπαίδευση, και στις δύο όμως περιπτώσεις για
ένα διάστημα που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τρία χρόνια από την έκδοση του
διαζυγίου. 4. σε κάθε άλλη περίπτωση, όπου η επιδίκαση
διατροφής κατά την έκδοση του διαζυγίου επιβάλλεται από λόγους επιείκειας.
Άρθρο
1443
Οι διατάξεις των άρθρων 1487, 1493, 1494 και
1498 εφαρμόζονται αναλόγως και για το δικαίωμα διατροφής μετά το διαζύγιο. Η
διατροφή προκαταβάλλεται σε χρήμα κάθε μήνα. Η διατροφή μπορεί να καταβληθεί
εφάπαξ, αν οι πρώην σύζυγοι συμφωνούν σ' αυτό εγγράφως, ή με απόφαση του
δικαστηρίου, αν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι.
Άρθρο
1444
Η διατροφή μπορεί να αποκλειστεί ή να
περιοριστεί, αν αυτό επιβάλλεται από σπουδαίους λόγους, ιδίως αν ο γάμος είχε
μικρή χρονική διάρκεια ή αν ο δικαιούχος είναι υπαίτιος του διαζυγίου του ή
προκάλεσε εκούσια την απορία του.
Το δικαίωμα διατροφής παύει, αν ο δικαιούχος
ξαναπαντρευτεί, ή αν συζεί μόνιμα με κάποιον άλλο σε ελεύθερη ένωση. Το
δικαίωμα διατροφής δεν παύει με το θάνατο του υπόχρεου, παύει όμως με το θάνατο
του δικαιούχου, εκτός αν αφορά παρελθόντα χρόνο ή δόσεις απαιτητές κατά το
χρόνο του θανάτου.
Άρθρο
1445
Ο καθένας από τους πρώην συζύγους είναι
υποχρεωμένος να δίνει στον άλλο ακριβείς πληροφορίες για την περιουσία του και
τα εισοδήματά του, εφόσον είναι χρήσιμες για τον καθορισμό του ύψους της
διατροφής. Με αίτηση ενός από τους πρώην συζύγους, που διαβιβάζεται μέσω του
αρμόδιου εισαγγελέα, ο εργοδότης, η αρμόδια υπηρεσία και ο αρμόδιος οικονομικός
έφορος είναι υποχρεωμένοι να δίνουν κάθε χρήσιμη πληροφορία για την περιουσιακή
κατάσταση του άλλου συζύγου και προπάντων για τα εισοδήματά του.
Άρθρο
1446
Έκταση
εφαρμογής
Η διάταξη του άρθρου 1416 εφαρμόζεται και
για τη λύση του γάμου σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του κεφαλαίου.
Τα άρθρα 1447 έως 1462 καταργήθηκαν με το άρθρο 17 του ν. 1329/1983.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΓΔΟΟ
ΙΑΤΡΙΚΗ ΥΠΟΒΟΗΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ
(Με το άρθρο πρώτο του ν 3089/2002 τέθηκε
νέο Κεφάλαιο Όγδοο στην θέση των ήδη καταργημένων με το άρθρο 17 του ν
1329/1983 άρθρων 1455-1460 του Αστικού Κώδικα).
Άρθρο
1455
Η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή
(τεχνητή γονιμοποίηση) επιτρέπεται μόνο για να αντιμετωπίζεται η αδυναμία
απόκτησης τέκνων με φυσικό τρόπο ή για να αποφεύγεται η μετάδοση στο τέκνο
σοβαρής ασθένειας. Η υποβοήθηση αυτή επιτρέπεται μέχρι την ηλικία φυσικής
ικανότητας αναπαραγωγής του υποβοηθούμενου προσώπου. Η ανθρώπινη αναπαραγωγή με
τη μέθοδο της κλωνοποίησης απαγορεύεται.
Επιλογής του φύλου του τέκνου δεν είναι
επιτρεπτή, εκτός αν πρόκειται να αποφευχθεί σοβαρή κληρονομική νόσος που
συνδέεται με το φύλο.
Άρθρο
1456
Κάθε ιατρική πράξη που αποβλέπει στην
υποβοήθηση της ανθρώπινης αναπαραγωγής, σύμφωνα με τους όρους του προηγούμενου
άρθρου, διενεργείται με την έγγραφη συναίνεση των προσώπων που επιθυμούν να
αποκτήσουν τέκνο. Αν η υποβοήθηση αφορά άγαμη γυναίκα, η συναίνεση αυτής και, εφόσον
συντρέχει περίπτωση ελεύθερης ένωσης, του άνδρα με τον οποίο συζεί παρέχεται με
συμβολαιογραφικό έγγραφο.
Η συναίνεση ανακαλείται με τον ίδιο τύπο
μέχρι τη μεταφορά των γαμετών ή των γονιμοποιημένων ωαρίων στο γυναικείο σώμα.
Με την επιφύλαξη του άρθρου 1457, η συναίνεση θεωρείται ότι ανακλήθηκε, αν ένα
από τα πρόσωπα που είχαν συναινέσει πέθανε πριν από τη μεταφορά.
Άρθρο
1457
Η τεχνητή γονιμοποίηση μετά το θάνατο του
συζύγου ή του άνδρα με τον οποίο η γυναίκα συζούσε σε ελεύθερη ένωση
επιτρέπεται με δικαστική άδεια μόνο εφόσον συντρέχουν σωρευτικώς οι εξής
προϋποθέσεις:
α) Ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της
γυναίκας αν έπασχε από ασθένεια που συνδέεται με πιθανό κίνδυνο στειρότητας ή
να υπήρχε κίνδυνος θανάτου του.
β) Ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος της
γυναίκας αν είχε συναινέσει με συμβολαιογραφικό έγγραφο και στη μεταθανάτια
τεχνητή γονιμοποίηση.
Η τεχνητή γονιμοποίηση διενεργείται μετά την
πάροδο έξι μηνών και πριν από τη συμπλήρωση διετίας από το θάνατο του άνδρα.
Άρθρο
1458
Η μεταφορά στο σώμα άλλης γυναίκας
γονιμοποιημένων ωαρίων, ξένων προς την ιδίαν, και η κυοφορία από αυτήν
επιτρέπεται με δικαστική άδεια που παρέχεται πριν από τη μεταφορά, εφόσον
υπάρχει έγγραφη και χωρίς αντάλλαγμα συμφωνία των προσώπων που επιδιώκουν να
αποκτήσουν τέκνο και της γυναίκας που θα κυοφορήσει, καθώς και του συζύγου της,
αν αυτή είναι έγγαμη. Η δικαστική άδεια παρέχεται ύστερα από αίτηση της
γυναίκας που επιθυμεί να αποκτήσει τέκνο, εφόσον αποδεικνύεται ότι αυτή είναι
ιατρικώς αδύνατο να κυοφορήσει και ότι η γυναίκα που προσφέρεται να κυοφορήσει
είναι, εν όψει της κατάστασης της υγείας της, κατάλληλη για κυοφορία.
Σημ.: Σύμφωνα με το άρθρο όγδοο του ν
3089/2002, τα άρθρα 1458 και 1464 εφαρμόζονται μόνο στην περίπτωση που η
αιτούσα και η κυοφόρος γυναίκα έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα.
Άρθρο
1459
Τα πρόσωπα που προσφεύγουν σε τεχνητή
γονιμοποίηση αποφασίζουν με κοινή δήλωσή τους προς τον ιατρό ή τον υπεύθυνο του
ιατρικού κέντρου, που γίνεται πριν από την έναρξη της σχετικής διαδικασίας, ότι
οι κρυοσυντηρημένοι γαμέτες και τα κρυοσυντηρημένα γονιμοποιημένα ωάρια που
δε(ν) θα τους χρειασθούν για να τεκνοποιήσουν:
α) θα διατεθούν χωρίς αντάλλαγμα, κατά
προτεραιότητα σε άλλα πρόσωπα, που θα επιλέξει ο ιατρός ή το ιατρικό κέντρο,
β) θα χρησιμοποιηθούν χωρίς αντάλλαγμα για
ερευνητικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς,
γ) θα καταστραφούν.
Αν δεν υπάρχει κοινή δήλωση των
ενδιαφερομένων προσώπων, οι γαμέτες και τα γονιμοποιημένα ωάρια διατηρούνται
για χρονικό διάστημα πέντε ετών από τη λήψη ή τη δημιουργία τους και μετά την
πάροδο του χρόνου αυτού είτε χρησιμοποιούνται για ερευνητικούς ή θεραπευτικούς
σκοπούς είτε καταστρέφονται.
Τα μη κρυοσυντηρημένα γονιμοποιημένα ωάρια
καταστρέφονται μετά τη συμπλήρωση δεκατεσσάρων ημερών από τη γονιμοποίηση. Ο
τυχόν ενδιάμεσος χρόνος κρυοσυντήρησής τους δεν υπολογίζεται.
Άρθρο
1460
Η ταυτότητα των τρίτων προσώπων που έχουν
προσφέρει τους γαμέτες ή τα γονιμοποιημένα ωάρια δεν γνωστοποιείται στα πρόσωπα
που επιθυμούν να αποκτήσουν τέκνο. Ιατρικές πληροφορίες που αφορούν τον τρίτο
δότη τηρούνται σε απόρρητο αρχείο χωρίς ένδειξη της ταυτότητάς του. πρόσβαση στο
αρχείο αυτό επιτρέπεται μόνο στο τέκνο και για λόγους σχετικούς με την υγεία
του.
Η ταυτότητα του τέκνου, καθώς και των γονέων
του δεν γνωστοποιείται στους τρίτους δότες γαμετών ή γονιμοποιημένων ωαρίων.
ΕΝΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ
(Σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο παρ.1 του ν
3089/2002, το Κεφάλαιο Όγδοο του Τέταρτου Βιβλίου του Αστικού Κώδικα που
αναφερόταν στη συγγένεια (άρθρα 1463 και 1484), έγινε Κεφάλαιο Ένατο (άρθρα
1461-1484). Τα άρθρα 1461 και 1462 του νέου αυτού κεφαλαίου τέθηκαν στη θέση
των ταυτάριθμων καταργημένων με το άρθρο 17 του ν 1329/1983 άρθρων)
Άρθρο
1461
Έννοια
Τα πρόσωπα είναι μεταξύ τους συγγενείς εξ
αίματος σε ευθεία γραμμή, αν το ένα κατάγεται από το άλλο (συγγένεια μεταξύ
ανιόντων και κατιόντων). Συγγενείς εξ αίματος σε πλάγια γραμμή είναι τα πρόσωπα
που, χωρίς να είναι συγγενείς σε ευθεία γραμμή, κατάγονται από τον ίδιο
ανιόντα. Ο βαθμός της συγγένειας ορίζεται από τον αριθμό των γεννήσεων που
συνδέουν τα πρόσωπα.
(Όπως τέθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ.2 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1462
Αγχιστεία
Οι συγγενείς εξ αίματος του ενός από τους
συζύγους είναι συγγενείς εξ αγχιστείας του άλλου στην ίδια γραμμή και τον ίδιο
βαθμό. Η συγγένεια εξ αγχιστείας εξακολουθεί να υπάρχει και μετά τη λύσή ή την
ακύρωση του γάμου, από τον οποίο δημιουργήθηκε.
(Όπως τέθηκε με το άρθρο δεύτερο παρ.3 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1463
Η συγγένεια του προσώπου με τη μητέρα του
και τους συγγενείς της συνάγεται από τη γέννηση. Η συγγένεια με τον πατέρα και
τους συγγενείς του συνάγεται από το γάμο της μητέρας με τον πατέρα ή ιδρύεται
με την αναγνώριση, εκούσια ή δικαστική.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο παρ.4 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1464
Σε περίπτωση τεχνητής γονιμοποίησης αν η
κυοφορία έγινε από άλλη γυναίκα, υπό τους όρους του άρθρου 1458, μητέρα του
τέκνου τεκμαίρεται η γυναίκα στην οποία δόθηκε η σχετική δικαστική άδεια.
Το τεκμήριο αυτό ανατρέπεται με αγωγή
προσβολής της μητρότητας που ασκείται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τον
τοκετό είτε από την τεκμαιρόμενη μητέρα, είτε από την κυοφόρο γυναίκα, εφόσον
αποδειχθεί ότι το τέκνο κατάγεται βιολογικά από την τελευταία. Η προσβολή
γίνεται από τη δικαιούμενη γυναίκα αυτοπροσώπως ή από ειδικό πληρεξούσιό της ή
ύστερα από άδεια του δικαστηρίου, από τον νόμιμο αντιπρόσωπό της.
Με την αμετάκλητη δικαστική απόφαση που
δέχεται την αγωγή το τέκνο έχει αναδρομικά από τη γέννησή του μητέρα τη γυναίκα
που το κυοφόρησε.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο παρ.5 του ν 3089/2002)
Σημ.: Σύμφωνα με το άρθρο όγδοο του ν
3089/2002, τα άρθρα 1458 και 1464 εφαρμόζονται μόνο στην περίπτωση που η
αιτούσα και η κυοφόρος γυναίκα έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα.
Άρθρο
1465
Τεκμήριο
καταγωγής από γάμο
Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του
γάμου της μητέρας του ή μέσα σε τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την ακύρωσή του
τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα το σύζυγο της μητέρας (τέκνο γεννημένο σε γάμο).
Τέκνο γεννημένο σε γάμο θεωρείται και το
τέκνο που γεννήθηκε ύστερα από μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση, εφόσον υπάρχει
η απαιτούμενη κατά το άρθρο 1457 δικαστική άδεια.
Αν το τέκνο γεννήθηκε μετά την τριακοσιοστή
ημέρα από τη λύση ή την ακύρωση του γάμου, η απόδειξη της πατρότητας του
συζύγου της μητέρας βαρύνει εκείνον που την επικαλείται. Το ίδιο ισχύει και
όταν η τεχνητή γονιμοποίηση έγινε μετά το θάνατο του συζύγου, παρά την έλλειψη
δικαστική άδειας.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο παρ.6 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1466
Σύγκρουση
δύο τεκμηρίων
Αν μέσα στις τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή
την ακύρωση του γάμου γεννήθηκε τέκνο από γυναίκα που τέλεσε νέο γάμο,
τεκμαίρεται ότι αυτό έχει πατέρα το δεύτερο σύζυγο, εκτός αν γίνει δεκτή αγωγή
για προσβολή της πατρότητάς του, οπότε τεκμαίρεται ότι είναι τέκνο του πρώτου
συζύγου.
Άρθρο
1467
Προσβολή
της πατρότητας
Η ιδιότητα του τέκνου, ως προς το οποίο
συντρέχει ένα από τα τεκμήρια των άρθρων 1465 και 1466, ως τέκνου γεννημένου σε
γάμο, μπορεί να προσβληθεί δικαστικώς, αν αποδειχθεί ότι η μητέρα δεν συνέλαβε
πράγματι από το σύζυγό της ή ότι κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης ήταν
φανερά αδύνατο να συλλάβει από αυτόν, ιδίως εξαιτίας ανικανότητας ή αποδημίας
του ή επειδή δεν είχαν σχέσεις.
Άρθρο
1468
Κρίσιμο διάστημα της σύλληψης θεωρείται το
χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή και την εκατοστή
ογδοηκοστή ημέρα πριν από τον τοκετό.
Άρθρο
1469
Την ιδιότητα του τέκνου ως γεννημένου σε
γάμο μπορούν να προσβάλλουν: 1. ο σύζυγος της μητέρας. 2. ο πατέρας ή η μητέρα του συζύγου, αν αυτός πέθανε χωρίς να έχει
χάσει το δικαίωμα της προσβολής. 3. το τέκνο. 4. η μητέρα του τέκνου. 5. ο άνδρας με τον οποίο η μητέρα, βρισκόμενη
σε διάσταση με το σύζυγό της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το
κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Η
προσβολή γίνεται από το δικαιούμενο αυτοπροσώπως ή από ειδικό πληρεξούσιό του
ή, μετά από άδεια του δικαστηρίου, από το νόμιμο αντιπρόσωπό του.
(Όπως τροποποιήθηκε το εδ. α* με το άρθρο 19 παρ.1α του ν 2521/97.)
(*Σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ.1δ, οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται και σε τέκνα που έχουν γεννηθεί πριν από την έναρξη της ισχύος τους, δηλ. την 1.9.1997.)
Άρθρο
1470
Η προσβολή της πατρότητας αποκλείεται: 1.
για το σύζυγο της μητέρας, όταν περάσει ένα έτος αφότου πληροφορήθηκε τον
τοκετό και τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει ότι η σύλληψη του τέκνου δεν
έγινε από αυτόν, και σε κάθε περίπτωση, όταν περάσουν πέντε έτη από τον τοκετό. 2. για τον πατέρα ή τη μητέρα του συζύγου, όταν περάσει ένα έτος αφότου
έμαθαν το θάνατο του τελευταίου και τη γέννηση του τέκνου. 3. για το τέκνο, όταν περάσει ένα έτος από την ενηλικίωσή του. 4. για
τη μητέρα, όταν περάσει ένα έτος από τον τοκετό ή, εφόσον υπάρχει σοβαρός λόγος
για τη μη προσβολή κατά τη διάρκεια του γάμου, έξι μήνες αφότου λύθηκε ή
ακυρώθηκε ο γάμος με το σύζυγό της. 5. για τον άνδρα που είχε σαρκική συνάφεια
με τη μητέρα, δύο χρόνια από τον τοκετό.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο* 19 παρ.1β του ν 2521/97.)
(*Σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ.1δ, οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται και σε τέκνα που έχουν γεννηθεί πριν από την έναρξη της ισχύος τους, δηλ. την 1.9.1997.)
Άρθρο
1471
Η προσβολή της πατρότητας αποκλείεται επίσης
μετά το θάνατο του τέκνου, εκτός αν είχε ήδη ασκηθεί η σχετική αγωγή.
Την πατρότητα αποκλείεται να προσβάλλουν: 1.
ο σύζυγος της μητέρας, αν αυτός αναγνώρισε ότι το τέκνο είναι δικό του πριν
γίνει αμετάκλητη η απόφαση για την προσβολή. 2. οποιοσδήποτε από
τους δικαιούχους που αναφέρονται στο άρθρο 1469, αν ο σύζυγος συγκατατέθηκε
στην υποβολή της συζύγου του σε τεχνητή γονιμοποίηση.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο παρ.7 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1472
Το τέκνο χάνει την ιδιότητα του τέκνου που
γεννήθηκε σε γάμο, αναδρομικά από τη γέννησή του, μόλις γίνει αμετάκλητη η
απόφαση που δέχεται την προσβολή αυτής της ιδιότητάς του.
Σε περίπτωση προσβολής από τον άνδρα που
είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα, η απόφαση της προηγούμενης παραγράφου
επιφέρει αυτοδικαίως δικαστική αναγνώριση το παιδιού από τον άνδρα αυτόν.
(Όπως η παρ.2* προστέθηκε με το άρθρο 19 παρ.1γ του ν 2521/97.)
(*Σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ.1δ, οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται και σε τέκνα που έχουν γεννηθεί πριν από την έναρξη της ισχύος τους, δηλ. την 1.9.1997.)
Άρθρο
1473
Επιγενόμενος
γάμος των γονέων
Τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων
του έχει απέναντι σ' αυτούς και τους συγγενείς τους ως προς όλα θέση τέκνου
γεννημένου σε γάμο, εφόσον οι γονείς του παντρευτούν μεταγενέστερα και το τέκνο
είχε αναγνωριστεί ή αναγνωρίζεται μετά την τέλεση του γάμου, εκούσια ή
δικαστικά, ως τέκνο του συζύγου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1475, 1476
και 1479 έως 1483. Η εκούσια αναγνώριση μπορεί να προσβληθεί για το λόγο ότι ο
σύζυγος της μητέρας δεν είναι ο πατέρας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων
1477 και 1478.
Άρθρο
1474
Αν το τέκνο δεν ζει κατά την τέλεση του
γάμου των γονέων του, δεν θίγεται η επέλευση των αποτελεσμάτων του πρώτου
εδαφίου του προηγούμενου άρθρου ως προς τους κατιόντες του.
Άρθρο
1475
Εκούσια
αναγνώριση
Ο πατέρας μπορεί να αναγνωρίσει ως δικό του
το τέκνο του που γεννήθηκε χωρίς γάμο, εφόσον συναινεί σ' αυτό και η μητέρα. Αν
η μητέρα έχει πεθάνει ή δεν έχει δικαιοπρακτική ικανότητα, η αναγνώριση γίνεται
με μόνη τη δήλωση του πατέρα.
Η συμβολαιογραφική συναίνεση του άντρα σε
τεχνητή γονιμοποίηση, που προβλέπεται στο άρθρο 1456 παρ.1 εδ. β' επέχει θέση
εκούσιας αναγνώρισης. Η αντίστοιχη συναίνεση της γυναίκας ισχύει και ως
συναίνεσή της στην εκούσια αναγνώριση.
Αν ο πατέρας έχει πεθάνει ή δεν έχει
δικαιοπρακτική ικανότητα, η αναγνώριση μπορεί να γίνει από τον παππού ή τη
γιαγιά της πατρικής γραμμής.
Αν το τέκνο έχει πεθάνει, η αναγνώριση
ενεργεί υπέρ των κατιόντων του.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο παρ.8 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1476
Η αναγνώριση από τον πατέρα ή τους γονείς
του γίνεται με δήλωση ενώπιον συμβολαιογράφου ή με διαθήκη. Η συναίνεση της
μητέρας, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, παρέχεται με δήλωση ενώπιον
συμβολαιογράφου. Οι δηλώσεις της αναγνώρισης και της συναίνεσης γίνονται
αυτοπροσώπως και χωρίς αίρεση ή προθεσμία. Ανάκληση των δηλώσεων είναι
ανίσχυρη.
Άρθρο
1477
Προσβολή
της αναγνώρισης
Το τέκνο και, σε περίπτωση θανάτου του, οι
κατιόντες του δικαιούνται να προσβάλουν την εκούσια αναγνώριση για το λόγο ότι
αυτός που δηλώθηκε ως πατέρας δεν είναι πραγματικά πατέρας.
Το δικαίωμα αυτό δεν ανήκει επίσης, στην
περίπτωση όπου η μητέρα κατά την αναγνώριση είχε πεθάνει ή δεν είχε
δικαιοπρακτική ικανότητα, στον καθένα από τους γονείς της και, στην περίπτωση
της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1475, στον παππού ή τη γιαγιά που δεν είχε
προβεί στην αναγνώριση.
Άρθρο
1478
Η προσβολή της αναγνώρισης αποκλείεται, αν
περάσουν τρεις μήνες αφότου πληροφορήθηκε την αναγνώριση αυτός που την
προσβάλλει. Η προσβολή αποκλείεται σε κάθε περίπτωση, αν περάσουν δύο χρόνια
από την αναγνώριση ή, προκειμένου για προσβολή από τέκνο που κατά την αναγνώριση
ήταν ανήλικο, δύο χρόνια από την ενηλικίωσή του.
Η προσβολή της εκούσιας αναγνώρισης
αποκλείεται στην περίπτωση που προβλέπεται από το άρθρο 1475 παρ.2
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο παρ.9 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1479
Η μητέρα έχει δικαίωμα να ζητήσει με αγωγή
την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της που γεννήθηκε χωρίς γάμο της με
τον πατέρα του. Το ίδιο δικαίωμα έχει και το τέκνο. Όταν η μητέρα αρνείται την
προβλεπόμενη από την πρώτη παράγραφο του άρθρου 1475 συναίνεσή της, δικαίωμα δικαστικής
αναγνώρισης έχουν επίσης ο πατέρας και, στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου
του άρθρου 1475, ο παππούς ή η γιαγιά της πατρικής γραμμής.
Αν διενεργηθεί τεχνητή γονιμοποίηση με
γεννητικό υλικό τρίτου δότη, η δικαστική αναγνώριση της πατρότητας αποκλείεται,
έστω και αν η ταυτότητά του είναι ή γίνει εκ των υστέρων γνωστή.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο παρ.10 του ν 3089/2002)
Άρθρο
1480
Η αγωγή της μητέρας ασκείται κατά του πατέρα
ή των κληρονόμων του. Η αγωγή του τέκνου ασκείται κατά του γονέα που δεν έχει
προβεί στην αναγκαία για την εκούσια αναγνώριση δήλωση ή κατά των κληρονόμων
του. Η αγωγή του πατέρα ή των γονέων του ασκείται κατά της μητέρας ή των
κληρονόμων της.
Άρθρο
1481
Η πατρότητα τεκμαίρεται, αν αποδειχθεί ότι
αυτός, για τον οποίο προβάλλεται ισχυρισμός ότι είναι πατέρας, είχε σαρκική
συνάφεια με τη μητέρα κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Το τεκμήριο δεν
ισχύει, αν η αγωγή ασκείται από το τέκνο μετά τη ενηλικίωσή του και ο πατέρας
πέθανε πριν από το τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας στον πρώτο βαθμό.
Άρθρο
1482
Το τεκμήριο του προηγούμενου άρθρου
ανατρέπεται, αν προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες για την πατρότητα.
Άρθρο
1483
Το δικαίωμα της μητέρας να ζητήσει την
αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της αποσβήνεται όταν περάσουν πέντε χρόνια
από τον τοκετό. Το δικαίωμα του τέκνου αποσβήνεται, ένα έτος μετά την
ενηλικίωσή του, και το δικαίωμα του πατέρα ή των γονέων του δύο έτη αφότου
αρνήθηκε τη συναίνεσή της η μητέρα.
Αν η μητέρα ήταν έγγαμη κατά το κρίσιμο
διάστημα της σύλληψης του τέκνου, η προθεσμία του πρώτου εδαφίου της
προηγούμενης παραγράφου αρχίζει αφότου γίνει αμετάκλητη η απόφαση που δέχεται
την προσβολή της πατρότητας. Στην περίπτωση του άρθρου 1473 το δικαίωμα δεν
υπόκειται σε αποσβεστική προθεσμία.
Άρθρο
1484
Αποτελέσματα
Σε περίπτωση αναγνώρισης, εκούσιας ή
δικαστικής, αν ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, το τέκνο έχει ως προς όλα θέση
τέκνου γεννημένου σε γάμο απέναντι στους δύο γονείς και τους συγγενείς τους.
ΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΑΠΟ ΝΟΜΟ
Άρθρο
1485
Μεταξύ
ανιόντων και κατιόντων
Ανιόντες και κατιόντες έχουν αμοιβαία
υποχρέωση διατροφής κατά τους όρους των άρθρων 1486 έως 1502.
Άρθρο
1486
Όροι
διατροφής
Δικαίωμα διατροφής έχει μόνο όποιος δεν
μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη
για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του
συνθήκες ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαίδευσής του.
Το ανήλικο τέκνο, και αν ακόμη έχει
περιουσία, έχει δικαίωμα διατροφής από τους γονείς του, εφόσον τα εισοδήματα
της περιουσίας του ή το προϊόν της εργασίας του δεν αρκούν για τη διατροφή του.
Άρθρο
1487
Δεν έχει υποχρέωση διατροφής εκείνος που,
ενόψει και των λοιπών υποχρεώσεων του, δεν είναι σε θέση να τη δώσει χωρίς να
διακινδυνεύσει η δική του διατροφή. Ο κανόνας αυτός δεν ισχύει, όταν πρόκειται
για τη διατροφή ανηλίκου τέκνου από το γονέα του, εκτός αν αυτό μπορεί να
στραφεί εναντίον άλλου υπόχρεου ή αν μπορεί να διατραφεί από την περιουσία του.
Άρθρο
1488
Σειρά
των υπόχρεων
Υποχρέωση διατροφής έχουν πρώτα οι
κατιόντες, κατά σειρά που καλούνται στην εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή, και
ο καθένας τους ανάλογα με την κληρονομική του μερίδα.
Άρθρο
1489
Αν δεν υπάρχουν κατιόντες, υποχρέωση
διατροφής έχουν οι πλησιέστεροι ανιόντες, που ενέχονται σε ίσα μέρη αν είναι
περισσότεροι στον ίδιο βαθμό.
Οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το
τέκνο τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του.
Άρθρο
1490
Αν ένας από τους ανιόντες ή τους κατιόντες
δεν είναι σε θέση να δώσει διατροφή, η υποχρέωση βαρύνει εκείνον που είναι
υπόχρεος ύστερα από αυτόν. Το ίδιο ισχύει και όταν, για πραγματικούς ή νομικούς
λόγους, είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής η δικαστική επιδίωξη στην ημεδαπή
εναντίον εκείνου που έχει την υποχρέωση.
Στην περίπτωση που καταβάλλει τη διατροφή,
αντί για τον αμέσως υπόχρεο, άλλο πρόσωπο, αυτό υποκαθίσταται αυτοδικαίως στα
δικαιώματα εκείνου που την έλαβε: 1. αν κατέλαβε τη διατροφή δυνάμει του δεύτερου
εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου. 2. αν πρόκειται για
το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή κοινωφελές ίδρυμα που ανέλαβε τη
διατροφή του δικαιούχου ανήλικου στη θέση του υπόχρεου συγγενή του. 3. αν πρόκειται για ιδιώτες, στους οποίους ανατέθηκε η επιμέλεια του
προσώπου του δικαιούχου ανηλίκου, σύμφωνα με τα άρθρα 1513, 1514, 1532, 1533
και 1535. 4. αν ο δικαιούχος της διατροφής είναι ανήλικος και
τη διατροφή κατέβαλε, στη θέση του υπόχρεου γονέα του, ο σύζυγος του
τελευταίου.
Άρθρο
1491
Όταν το πρόσωπο είναι έγγαμο, η υποχρέωση
των κατιόντων και των ανιόντων του να το διατρέφουν υπάρχει μόνο αν ο σύζυγός
του, ενόψει των λοιπών υποχρεώσεών του, δεν είναι σε θέση να του παρέχει την
οφειλόμενη διατροφή χωρίς να κινδυνεύει η δική του διατροφή ή αν, για
πραγματικούς ή νομικούς λόγους, είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής η δικαστική
επιδίωξη εναντίον του στην ημεδαπή.
Το ίδιο ισχύει και για τον διαζευγμένο, όταν
ο πρώην σύζυγός του έχει απέναντί του υποχρέωση διατροφής.
Άρθρο
1492
Σειρά
των δικαιούχων
Όταν αυτοί που έχουν δικαίωμα διατροφής
απέναντι σε ορισμένο πρόσωπο είναι περισσότεροι και ο υπόχρεος δεν επαρκεί να
τη δώσει σε όλους, προτεραιότητα έχουν οι κατιόντες κατά τη σειρά της εξ
αδιαθέτου κληρονομική διαδοχής. Αν οι περισσότεροι δικαιούχοι είναι ανιόντες,
έχουν προτεραιότητα οι πλησιέστεροι. Ο σύζυγος, ως προς το δικαίωμα διατροφής,
συμπορεύεται με τους ανήλικους κατιόντες και προηγείται από τους λοιπούς
κατιόντες ή άλλους συγγενείς. Το ίδιο ισχύει και για το διαζευγμένο, εφόσον
αυτός έχει δικαίωμα διατροφής.
Άρθρο
1493
Μέτρο
και περιεχόμενο της διατροφής
Το μέτρο διατροφής προσδιορίζεται με βάση
τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του
(ανάλογη διατροφή). Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη
συντήρηση του δικαιούχου και επί πλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την
επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του.
Άρθρο
1494
Μεταβολή
των όρων
Αν, αφότου εκδόθηκε η απόφαση που
προσδιορίζει τη διατροφή, μεταβλήθηκαν οι όροι της διατροφής, το δικαστήριο
μπορεί να μεταρρυθμίσει την απόφασή του ή και να διατάξει την παύση της
διατροφής.
Άρθρο
1495
Ελαττωμένη
διατροφή
Οι κατιόντες και οι ανιόντες δικαιούται μόνο
τη στοιχειώδη διατροφή, που περιλαμβάνει τα απολύτως αναγκαία για τη συντήρηση,
αν υπέπεσαν απέναντι στον υπόχρεο διατροφής σε παράπτωμα που δικαιολογεί την
αποκλήρωσή τους.
Άρθρο
1496
Χρόνος
και τρόπος καταβολής
Η διατροφή προκαταβάλλεται σε χρήμα κάθε
μήνα. Αν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι, το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει στον
υπόχρεο την καταβολή με άλλον τρόπο.
Άρθρο
1497
Οι γονείς που οφείλουν διατροφή σε ανήλικο
άγαμο τέκνο τους έχουν δικαίωμα να ορίσουν τον τρόπο και τα χρονικά διαστήματα
που θα προκαταβάλλεται η διατροφή. Αν το ζήτησε το τέκνο, το δικαστήριο μπορεί
να αποφασίσει διαφορετικά, εφόσον συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι.
Άρθρο
1498
Διατροφή για το παρελθόν δεν οφείλεται παρά
μόνο από την υπερημερία.
Άρθρο
1499
Παραίτηση
Παραίτηση από τη διατροφή για το μέλλον δεν
ισχύει. Η προκαταβολή της διατροφής απαλλάσσει τον υπόχρεο μόνο για διάστημα
που ορίζεται στα άρθρα 1495 και 1497.
Άρθρο
1500
Απόσβεση
Η αξίωση διατροφής παύει με το θάνατο του
δικαιούχου ή του υπόχρεου, εκτός αν αφορά παρελθόντα χρόνο ή δόσεις απαιτητές
κατά το χρόνο του θανάτου.
Άρθρο
1501
[Δικαστική
συμπαράσταση]
Καταργήθηκε με το άρθρο 25 του ν 2447/96.
Άρθρο
1502
Προσωρινή
επιδίκαση διατροφής
Σε περίπτωση όπου ένα τέκνο έχει γεννηθεί
χωρίς γάμο της μητέρας του και η πατρότητά του είναι πολύ πιθανή, εφόσον η
μητέρα του βρίσκεται σε απορία, το δικαστήριο μπορεί, ακόμη και πριν ασκηθεί η
αγωγή για την αναγνώρισή του, να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο την προκαταβολή
από τον πατέρα στο τέκνο, κάθε μήνα, εύλογου ποσού έναντι της οφειλόμενης σ'
αυτό διατροφής.
Άρθρο
1503
Δαπάνες
τοκετού και διατροφής της άγαμης μητέρας
Σε περίπτωση όπου ένα τέκνο γεννήθηκε χωρίς
γάμο της μητέρας του, το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτησή της, να
καταδικάσει τον πατέρα που αναγνωρίστηκε δικαστικώς, ακόμη και αν το τέκνο
γεννήθηκε νεκρό: 1. στην καταβολή των δαπανών του τοκετού. 2. σε διατροφή της μητέρας, εφόσον αυτή αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό
της, επί δύο μήνες πριν από τον τοκετό και τέσσερις ύστερα από αυτόν, ή, αν
συντρέχουν ειδικές περιστάσεις, το πολύ επί ένα έτος.
Η αξίωση της μητέρας δεν παύει με το θάνατο
του πατέρα και παραγράφεται όταν περάσουν τρία έτη από τον τοκετό. Αξίωση
αποζημίωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες, δεν αποκλείεται.
Άρθρο
1504
Διατροφή
μεταξύ αδελφών
Ο αδελφός ή η αδελφή μπορούν, αν το
δικαστήριο το κρίνει εύλογο, να υποχρεωθούν να δίνουν διατροφή σε αδελφό ή
αδελφή, αν αυτός που τη ζητεί αδυνατεί να διατρέφει τον εαυτό του για
ιδιαίτερους λόγους και ιδίως εξαιτίας της ηλικίας του, βαριάς ασθένειας ή
αναπηρίας. Η διατροφή περιλαμβάνει τα απολύτως αναγκαία για τη ζωή και επιπλέον
τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει
εκπαίδευση.
Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου
1487, καθώς και των άρθρων 1494, 1496 και 1498 έως 1500 εφαρμόζονται και σ'
αυτή την περίπτωση.
ΕΝΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΧΕΣΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ
[Σύμφωνα με το άρθρο 17 του νέου νόμου στο κεφάλαιο αυτό περιέχεται η ρύθμιση του αρχικού ενδέκατου κεφαλαίου του Οικογενειακού Δικαίου του ΑΚ (άρθρα 1493 - 1529.]
Άρθρο
1505
Επώνυμο
των τέκνων
Οι γονείς υποχρεούνται να έχουν προσδιορίσει
το επώνυμο των τέκνων τους με κοινή αμετάκλητη δήλωσή τους. Η δήλωση γίνεται
πριν από το γάμο, είτε σε συμβολαιογράφο είτε στο λειτουργό, ενώπιον του οποίου
θα τελεσθεί ο γάμος. Ο λειτουργός οφείλει να ζητήσει τη σχετική δήλωση.
Το οριζόμενο επώνυμο, κοινό για όλα τα
τέκνα, μπορεί να είναι είτε το επώνυμο του ενός από τους γονείς είτε συνδυασμός
των επωνύμων τους, που όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να περιλαμβάνει
περισσότερα από δύο επώνυμα.
Αν οι γονείς παραλείψουν να δηλώσουν το
επώνυμο των τέκνων τους, σύμφωνα με τους όρους των προηγούμενων παραγράφων, τα
τέκνα έχουν για επώνυμο το επώνυμο του πατέρα τους.
Άρθρο
1506
Επώνυμο
του τέκνου χωρίς γάμο των γονέων του
Το τέκνο που γεννήθηκε χωρίς γάμο των γονέων
του παίρνει το επώνυμο της μητέρας του. Ο σύζυγος της μητέρας μπορεί να δώσει
στο τέκνο, με συμβολαιογραφικό έγγραφο, το επώνυμό του στη θέση του έως τότε
επώνυμου του τέκνου ή επιπρόσθετα, αν συναινέσουν σ' αυτό, κατά τον ίδιο τύπο,
η μητέρα και το τέκνο.
Σε περίπτωση επιγενόμενου γάμου των γονέων
του τέκνου εφαρμόζονται ως προς το επώνυμό του, εφόσον αυτό είναι ανήλικο, οι
διατάξεις του προηγούμενου άρθρου.
Αν γίνει αναγνώριση εκούσια ή δικαστική, το
ενήλικο τέκνο ή, αν αυτό είναι ανήλικο, οι γονείς του ή και ένας από αυτούς ή ο
επίτροπός του δικαιούνται, μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την ολοκλήρωση της
αναγνώρισης, να προσθέσουν, με δήλωση στο ληξίαρχο, το πατρικό επώνυμο στο
επώνυμο του τέκνου. Αν στη δήλωση προβαίνουν οι δύο γονείς από κοινού, μπορούν
να προσδιορίσουν το νέο επώνυμο του τέκνου σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο του
προηγούμενου άρθρου.
Άρθρο
1507
Αμοιβαία
υποχρέωση
Γονείς και τέκνα οφείλουν αμοιβαία μεταξύ
τους βοήθεια, στοργή και σεβασμό.
Άρθρο
1508
Υποχρέωση
για παροχή υπηρεσιών
Το τέκνο, εφόσον αποτελεί μέλος του οίκου
των γονέων του και ανατρέφεται ή διατρέφεται από αυτούς, υποχρεούται να παρέχει
στους γονείς του, για τη διοίκηση του οίκου ή την άσκηση του επαγγέλματός τους,
υπηρεσίες ανάλογες με τις δυνάμεις του και τις βιοτικές συνθήκες του ίδιου και
της οικογένειάς του.
Άρθρο
1509
Παροχές
των γονέων προς τα τέκνα τους
Η παροχή περιουσίας στο τέκνο από
οποιονδήποτε γονέα του, είτε για τη δημιουργία ή τη διατήρηση οικονομικής ή
οικογενειακής αυτοτέλειας, είτε για την έναρξη ή την εξακολούθηση επαγγέλματος,
αποτελεί δωρεά μόνο ως προς το ποσόν που υπερβαίνει το μέτρο, το οποίο
επιβάλλουν οι περιστάσεις. Η ευθύνη όμως απέναντι στο τέκνο, εκείνου που έκανε
την παροχή, για πραγματικά ή νομικά ελαττώματα του πράγματος, κρίνεται πάντοτε
κατά τις διατάξεις για την ευθύνη του δωρητή.
Άρθρο
1510
Γονική
μέριμνα
Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον
και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η
γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της
περιουσίας και την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την
εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το
πρόσωπο ή την περιουσία του.
Σε περίπτωση όπου η γονική μέριμνα παύει
λόγω θανάτου, κήρυξης σε αφάνεια ή έκπτωσης του ενός γονέα, η γονική μέριμνα
ανήκει αποκλειστικά στον άλλο.
Αν ο ένας από τους γονείς αδυνατεί να
ασκήσει τη γονική μέριμνα για πραγματικούς λόγους ή γιατί είναι ανίκανος ή
περιορισμένα ικανός για δικαιοπραξία, την ασκεί μόνος ο άλλος γονέας. Η
επιμέλεια όμως του προσώπου του τέκνου ασκείται και από τον ανήλικο γονέα.
Άρθρο
1511
Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την
άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου.
Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει
και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν, κατά τις διατάξεις του νόμου, το
δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον
τρόπο της άσκησής της. Η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την
ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της
φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεων,
της ιθαγένειας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας.
Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει
να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη
γονική μέριμνα, εφόσον η απόφαση αφορά τα συμφέροντά του.
Άρθρο
1512
Σε
περίπτωση διαφωνίας
Αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της
γονικής μέριμνας, και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση,
αποφασίζει το δικαστήριο.
Άρθρο
1513
Διαζύγιο
ή ακύρωση του γάμου
Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του
γάμου και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, η άσκηση της γονικής μέριμνας
ρυθμίζεται από το δικαστήριο. Η άσκηση της γονικής μέριμνας μπορεί να ανατεθεί
στον έναν από τους γονείς ή, αν αυτοί συμφωνούν ορίζοντας συγχρόνως τον τόπο
διαμονής του τέκνου, στους δύο από κοινού. Το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει
διαφορετικά, ιδίως να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των
γονέων ή να την αναθέσει σε τρίτον.
Για τη λήψη της απόφασής του το δικαστήριο
λαμβάνει υπόψη του τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς και τους
αδελφούς του, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου
σχετικά με την επιμέλεια και τη διοίκηση της περιουσίας του.
Ο γονέας, στον οποίο δεν έχει ανατεθεί η
άσκηση της γονικής μέριμνας, έχει το δικαίωμα να ζητάει από τον άλλο
πληροφορίες για το πρόσωπο και την περιουσία του τέκνου.
Άρθρο
1514
Διακοπή
της συμβίωσης
Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου
εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις όπου υπάρχει διακοπή της συμβίωσης των
συζύγων.
Άρθρο
1515
Τέκνα
χωρίς γάμο των γονέων τους
Η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου που
γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του ανήκει στη μητέρα του. Σε
περίπτωση αναγνώρισής του, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας, που όμως την
ασκεί αν έπαψε η γονική μέριμνα της μητέρας ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει
για νομικούς ή πραγματικούς λόγους.
Με αίτηση του πατέρα το δικαστήριο μπορεί
και σε κάθε άλλη περίπτωση, και ιδίως αν συμφωνεί η μητέρα, να αναθέσει και σ'
αυτόν την άσκηση της γονικής μέριμνας ή μέρους αυτής, εφόσον αυτό επιβάλλεται
από το συμφέρον του τέκνου.
Σε περίπτωση δικαστικής αναγνώρισης, στην
οποία αντιδίκησε ο πατέρας, αυτός δεν ασκεί γονική μέριμνα ούτε αναπληρώνει τη
μητέρα στην άσκησή της. Το δικαστήριο μπορεί, αν το επιβάλλει το συμφέρον του
τέκνου, αν αποφασίσει διαφορετικά με αίτηση του πατέρα, εφόσον έπαψε η γονική
μέριμνα της μητέρας ή αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς
λόγους ή υπάρχει συμφωνία των γονέων.
Άρθρο
1516
Πράξεις
από τον ένα γονέα
Ο καθένας από τους γονείς επιχειρεί και
μόνος του πράξεις αναφερόμενες στην άσκηση της γονικής μέριμνας: 1. όταν
πρόκειται για συνήθεις πράξεις επιμέλειας του προσώπου του τέκνου ή για την
τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του ή για πράξεις που έχουν επείγοντα
χαρακτήρα. 2. όταν πρόκειται για τη λήψη δήλωσης της βούλησης
που είναι απευθυντέα προς το τέκνο.
Στις περιπτώσεις διακοπής της συμβίωσης των
γονέων, διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου τους, καθώς και όταν πρόκειται για τέκνο
γεννημένο χωρίς γάμο των γονέων του, τις αξιώσεις διατροφής που έχει το τέκνο
κατά του γονέα του, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια του προσώπου του, μπορεί να
τις ασκεί αυτός που έχει την επιμέλεια και, αν δεν την έχει κανείς, αυτός με
τον οποίο διαμένει το τέκνο.
Άρθρο
1517
Σύγκρουση
συμφερόντων
Αν τα συμφέροντα του τέκνου συγκρούονται με
τα συμφέροντα του πατέρα του ή της μητέρας του, που ασκούν τη γονική μέριμνα,
καθώς και των συζύγων ή των συγγενών τους εξ αίματος ή εξ αγχιστείας σε ευθεία
γραμμή, διορίζεται ειδικός επίτροπος.
Άρθρο
1518
Επιμέλεια
του προσώπου
Η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου
περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευσή
του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του.
Κατά την ανατροφή του τέκνου οι γονείς το
ενισχύουν, χωρίς διάκριση φύλου, να αναπτύσσει υπεύθυνα και με κοινωνική
συνείδηση την προσωπικότητά του. Η λήψη σωφρονιστικών μέτρων επιτρέπεται μόνο
εφόσον αυτά είναι παιδαγωγικώς αναγκαία και δεν θίγουν την αξιοπρέπεια του
τέκνου.
Κατά την μόρφωση και την επαγγελματική
εκπαίδευση του τέκνου οι γονείς λαμβάνουν υπόψη τις ικανότητες και τις
προσωπικές του κλίσεις. Γι' αυτό το σκοπό οφείλουν να συνεργάζονται με το
σχολείο και, αν υπάρχει ανάγκη, να ζητούν τη συνδρομή αρμόδιων κρατικών
υπηρεσιών ή δημοσίων οργανισμών.
Άρθρο
1519
[Δικαστική
συμπαράσταση]
Καταργήθηκε με το άρθρο 25 του ν 2447/96.
Άρθρο
1520
Προσωπική
επικοινωνία
Ο γονέας, με τον οποίο δεν διαμένει το
τέκνο, διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό.
Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να
εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους απώτερους ανιόντες του, εκτός αν
υπάρχει σοβαρός λόγος.
Στις περιπτώσεις των προηγούμενων
παραγράφων, τα σχετικά με την επικοινωνία κανονίζονται ειδικότερα από το
δικαστήριο.
Άρθρο
1521
Περιουσία
του τέκνου από διαθήκη ή δωρεά
Η διοίκηση των γονέων δεν εκτείνεται και στα
περιουσιακά στοιχεία που περιέρχονται στο τέκνο από διάταξη τελευταίας βούλησης
ή από δωρεά με τον όρο να μην έχουν τη διοίκηση οι γονείς. Αν ο διαθέτης ή ο
δωρητής δεν ορίσει το πρόσωπο που θα έχει τη διοίκηση αυτών των περιουσιακών
στοιχείων, το δικαστήριο διορίζει ειδικό επίτροπο.
(Όπως τροποποιήθηκε το εδ. α' με το άρθρο 26 του ν 2447/96.)
Αν στη διάταξη της τελευταίας βούλησης ή στη
δωρεά ορίζεται να μην έχει τη διοίκηση ο ένας από τους γονείς, η διοίκηση ανήκει,
σε περίπτωση αμφιβολίας, στον άλλο γονέα, ο οποίος και αντιπροσωπεύει το τέκνο
μόνος του στις σχετικές δίκες ή δικαιοπραξίες.
Άρθρο
1522
Ο διαθέτης ή ο δωρητής μπορούν να ορίσουν
τον τρόπο με τον οποίο θα διοικηθούν τα περιουσιακά στοιχεία που άφησαν ή
έδωσαν στο τέκνο. Παρέκκλιση επιτρέπεται, στην περίπτωση της δωρεάς, εφόσον ο
δωρητής συναινεί σ' αυτήν. Αν ο δωρητής δεν ζει ή αρνείται να συναινέσει ή η
συναίνεσή του δεν είναι εφικτή, καθώς και στις περιπτώσεις των επιδόσεων με
διάταξη τελευταίας βούλησης, ή παρέκκλιση επιτρέπεται μόνο με άδεια του
δικαστηρίου και εφόσον επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου.
Άρθρο
1523
Διαχειριστικές
πράξεις των γονέων. Απογραφή
Οι γονείς οφείλουν να συντάσσουν απογραφή
για κάθε περιουσία που περιέχεται στο τέκνο και υπάγεται στη γονική τους
διοίκηση.
Άρθρο
1524
Δωρεές
Οι γονείς δεν μπορούν να προβαίνουν σε
δωρεές από την περιουσία του τέκνου. Εξαιρούνται οι δωρεές που επιβάλλονται από
ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας.
Άρθρο
1525
Επωφελής
τοποθέτηση των μετρητών
Οι γονείς έχουν την υποχρέωση να κάνουν,
χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, παραγωγικά ή να τοποθετήσουν επωφελώς τα μετρητά
χρήματα του τέκνου, των οποίων έχουν τη διοίκηση, αν δεν υπάρχει ανάγκη να τα
κρατούν για να αντιμετωπίζουν δαπάνες. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει
διαφορετική διάθεσή τους.
Άρθρο
1526
Διαχείριση
με διατυπώσεις
Οι γονείς δεν μπορούν, χωρίς την άδεια του δικαστηρίου, να επιχειρήσουν στο όνομα του τέκνου τις πράξεις που απαγορεύονται και στον επίτροπο ανηλίκου χωρίς άδεια του δικαστηρίου. (Το εδ. β' καταργήθηκε με το άρθρο 27 του ν 2447/96).
Άρθρο
1527
Η κληρονομία που επάγεται στο ανήλικο τέκνο
θεωρείται ότι γίνεται αποδεκτή πάντοτε με το ευεργέτημα της απογραφής, και το
τέκνο, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 1912, δεν εκπίπτει από το
ευεργέτημα αυτό. Τρίτοι, που έχουν έννομο συμφέρον, μπορούν να αξιώσουν από το
γονέα, ο οποίος έχει τη διοίκηση, να συντάξει απογραφή μέσα σε τέσσερις μήνες
το βραδύτερο.
Άρθρο
1528
Σχετική
ακυρότητα
Είναι άκυρες οι πράξεις των γονέων που γίνονται
κατά παράβαση των άρθρων 1524 έως 1526. Την ακυρότητα προτείνουν ο πατέρας, η
μητέρα, το τέκνο και οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί του.
Άρθρο
1529
Χρησιμοποίηση
για τις ανάγκες του τέκνου
Οι γονείς χρησιμοποιούν τα εισοδήματα από
την περιουσία του τέκνου, την οποία διοικούν για τη συντήρηση, τη μόρφωση και
την εκπαίδευσή του. Μπορούν επίσης να τα χρησιμοποιήσουν και για τις ανάγκες
της οικογένειας, στο μέτρο που αυτό κρίνεται εύλογο. Ό,τι περισσεύει
περιέρχεται στην περιουσία του τέκνου.
Οι γονείς μπορούν επίσης, σε περιπτώσεις
εξαιρετικής ανάγκης και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 1526, να
χρησιμοποιούν και το κεφάλαιο της περιουσίας του τέκνου.
Άρθρο
1530
Οι
δαπάνες των γονέων
Οι γονείς έχουν δικαίωμα να απαιτήσουν τις
δαπάνες που έκαναν για την επιμέλεια του προσώπου και τη διοίκηση της
περιουσίας του τέκνου, αν από τις περιστάσεις είχαν δικαίωμα να τις θεωρήσουν
αναγκαίες και δεν είναι από εκείνες που τους βαρύνουν.
Άρθρο
1531
Ευθύνη
των γονέων
Οι γονείς, κατά την άσκηση της γονικής
μέριμνας, έχουν υποχρέωση να δείχνουν την επιμέλεια που δείχνουν και στις δικές
τους υποθέσεις. Αν ζημία που προκλήθηκε οφείλεται σε παράβαση υποχρέωσης και
των δύο γονέων, οι γονείς ευθύνονται εις ολόκληρον.
Άρθρο
1532
Συνέπειες
κακής άσκησης
Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα
καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου
του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό
καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ' αυτό, το δικαστήριο
μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του
τέκνου, ο εισαγγελέας ή και αυτεπαγγέλτως, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο
μέτρο.
Το δικαστήριο μπορεί ιδίως να αφαιρέσει από
τον ένα γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ολικά ή μερικά και να την
αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο ή, αν συντρέχουν και στο πρόσωπο αυτού οι
προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, να αναθέσει την πραγματική φροντίδα
του τέκνου ή, ακόμη, και την επιμέλειά του ολικά ή μερικά σε τρίτον ή και να
διορίσει επίτροπο.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 του ν 2447/96.)
Άρθρο
1533
Η αφαίρεση του συνόλου της επιμέλειας του προσώπου του τέκνου και από τους δύο γονείς και η ανάθεσή της σε τρίτο διατάσσονται από το δικαστήριο, μόνο όταν άλλα μέτρα έμειναν χωρίς αποτέλεσμα ή κρίνεται ότι δεν επαρκούν για να αποτρέψουν κίνδυνο της σωματικής, πνευματικής ή ψυχικής υγείας του τέκνου. (τα εδ. β' και γ' καταργήθηκαν με το άρθρο 29 του ν 2447/96.)
Το δικαστήριο ορίζει την έκταση της γονικής
μέριμνας που παραχωρεί στον τρίτο, και τους όρους της άσκησής της.
Το δικαστήριο αποφασίζει την ανάθεση της πραγματικής φροντίδας ή της επιμέλειας στον τρίτο κατά τη δεύτερη παράγραφο του προηγούμενου άρθρου ή την πρώτη παράγραφο του παρόντος, ύστερα από έλεγχο του ήθους, των βιοτικών συνθηκών και γενικά της καταλληλότητάς του, στηριζόμενο υποχρεωτικά σε βεβαίωση της κοινωνικής υπηρεσίας. Η ανάθεση γίνεται σε κατάλληλη οικογένεια, κατά προτίμηση συγγενική (ανάδοχη οικογένεια) και, αν αυτό δεν είναι δυνατό, σε κατάλληλο ίδρυμα. (Όπως η παρ.3 προστέθηκε με το άρθρο 29 του ν 2447/96.)
Άρθρο
1534
Σε περίπτωση όπου υπάρχει κατεπείγουσα
ανάγκη ιατρικής επέμβασης, για να αποτραπεί κίνδυνος ζωής ή υγείας του τέκνου,
ο εισαγγελέας πρωτοδικών μπορεί, αν αρνούνται οι γονείς, να δώσει αυτός αμέσως
την απαιτούμενη άδεια, ύστερα από αίτηση του αρμόδιου για τη θεραπεία γιατρού ή
του διευθυντή της κλινικής όπου νοσηλεύεται το τέκνο ή οποιουδήποτε άλλου
αρμόδιου υγειονομικού οργάνου.
Άρθρο
1535
Αφαίρεση
με αίτηση των γονέων
Το δικαστήριο αφαιρεί την άσκηση της γονικής
μέριμνας ή μέρους της από τους δύο γονείς για σπουδαίο λόγο, αν το ζητήσουν οι
ίδιοι, υποδεικνύοντας και το πρόσωπο που δέχεται να αναλάβει την αφαιρούμενη
άσκηση. Με την απόφαση για την αφαίρεση, το δικαστήριο αναθέτει την αφαιρούμενη
άσκηση στο υποδεικνυόμενο ή σε άλλο πρόσωπο, προσδιορίζοντας και τον τρόπο της
άσκησής της. Όταν λείπει τέτοιος προσδιορισμός, εφαρμόζονται ανάλογα οι
διατάξεις για την επιτροπεία.
Άρθρο
1536
Μεταβολή
των συνθηκών
Αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση
σχετική με τη γονική μέριμνα μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το δικαστήριο οφείλει,
ύστερα από αίτηση ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων συγγενών του
τέκνου ή του εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφασή του στις νέες συνθήκες
ανακαλώντας ή μεταρρυθμίζοντάς την, σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου, και
ιδίως να αποδώσει στους γονείς την άσκηση της γονικής μέριμνας που τους είχε
αφαιρεθεί.
Άρθρο
1537
Έκπτωση
των γονέων
Ο γονέας εκπίπτει από τη γονική μέριμνα αν
καταδικάστηκε τελεσίδικα σε φυλάκιση τουλάχιστον ενός μηνός για αδίκημα που
διέπραξε με δόλο και που αφορά τη ζωή, την υγεία και τα ήθη του τέκνου. Το
δικαστήριο μπορεί, σ' αυτή την περίπτωση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να
αφαιρέσει από το γονέα τη γονική μέριμνα και ως προς τα λοιπά τέκνα του, ύστερα
από αίτηση του άλλου γονέα, των πλησιέστερων συγγενών ή του εισαγγελέα.
Άρθρο
1538
Παύση
της γονικής μέριμνας
Η γονική μέριμνα παύει στο σύνολό της, ως
προς τον ένα γονέα, αν αυτός εκπέσει σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο ή πεθάνει
ή κηρυχθεί σε αφάνεια, και ως προς τους δύο γονείς, αν το τέκνο ενηλικιωθεί ή
πεθάνει ή κηρυχθεί σε αφάνεια.
Άρθρο
1539
Συνέπειες
παύσης
Αν έπαψε η γονική μέριμνα ή το δικαίωμα των
γονέων να διοικούν την περιουσία του τέκνου τους ή και μόνη άσκησή τους, οι
γονείς οφείλουν λογοδοσία ως προς το κεφάλαιο της περιουσίας του τέκνου και
παράδοσή της. Το ίδιο ισχύει, αν έπαψε η γονική μέριμνα ή το δικαίωμα διοίκησης
της περιουσίας του τέκνου ή και μόνη η άσκησή τους, ως προς τον ένα μόνο από
τους γονείς.
Άρθρο
1540
Αν έπαψε η γονική μέριμνα ή η άσκησή της,
ολικά ή μερικά, οι γονείς έχουν δικαίωμα να εξακολουθήσουν τις πράξεις που
ανάγονται στην επιμέλεια του προσώπου ή τη διοίκηση της περιουσίας του τέκνου,
ώσπου να πληροφορηθούν την παύση της. Οι τρίτοι όμως δεν δικαιούνται να
επικαλεστούν αυτό το δικαίωμα των γονέων, αν γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν
την παύση.
Άρθρο
1541
Αν η γονική μέριμνα έπαψε με το θάνατο ή την
αφάνεια του τέκνου, οι γονείς έχουν υποχρέωση να φροντίζουν τις υποθέσεις που
δεν επιδέχονται αναβολή, ώσπου να μπορέσουν να τις φροντίσουν οι κληρονόμοι.
ΔΩΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
[ΕΞΩΓΑΜΑ ΤΕΚΝΑ]
Καταργήθηκε με το ν 1329/83
ΔΕΚΑΤΟ
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΥΙΟΘΕΣΙΑ
[Όπως το Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο
αντικαταστάθηκε, με νέα αρίθμηση, από το άρθρο 1 του ν 2447/96.]
Άρθρο
1542
Πότε
επιτρέπεται
Η υιοθεσία επιτρέπεται, με την εξαίρεση της
περίπτωσης του άρθρου 1579, μόνο όταν αυτός που υιοθετείται είναι ανήλικος. Η
υιοθεσία πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του υιοθετημένου.
Άρθρο
1543
Ποιος
μπορεί να υιοθετήσει
Αυτός που υιοθετεί ανήλικο πρέπει να είναι
ικανός για δικαιοπραξία, να έχει συμπληρώσει τα τριάντα χρόνια του και να μην
έχει υπερβεί τα εξήντα.
Άρθρο
1544
Διαφορά
ηλικίας
Αυτός που υιοθετεί ανήλικο πρέπει να είναι
μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ, αλλά όχι και
περισσότερο από πενήντα χρόνια. Ο περιορισμός της ηλικίας δεν ισχύει για
εκείνον από τους συζύγους που επιθυμεί να υιοθετήσει τέκνο που υιοθετείται ή
που έχει ήδη υιοθετηθεί από το σύζυγό του. σε περίπτωση υιοθεσίας τέκνου του
συζύγου, καθώς και αν συντρέχει σπουδαίος λόγος, το δικαστήριο μπορεί να
επιτρέπει την υιοθεσία και όταν υπάρχει διαφορά ηλικίας μικρότερη, αλλά όχι
κάτω των δεκαπέντε ετών.
(Όπως αντικαταστάθηκε το εδ. α' από το άρθρο 28 παρ.1 του ν 2721/99.)
Άρθρο
1545
Υιοθεσία
από περισσότερους
Δεν επιτρέπεται να υιοθετηθεί το ίδιο
πρόσωπο ταυτόχρονα από περισσοτέρους, εκτός αν αυτό είναι σύζυγοι. Επίσης δεν
επιτρέπεται η υιοθεσία προσώπου, που είναι ήδη υιοθετημένο από άλλον, όσο
διαρκεί η υιοθεσία, εκτός αν πρόκειται για διαδοχική υιοθεσία του ίδιου
προσώπου και από το σύζυγο αυτού που υιοθέτησε πρώτος.
Σε περίπτωση υιοθεσίας και από τους δυο
συζύγους, οι προϋποθέσεις οι οποίες τάσσονται από τα άρθρα 1543 και 1544, αρκεί
να συντρέχουν στο πρόσωπο μόνο του ενός.
(Όπως προστέθηκε με το άρθρο 19 παρ.2 του ν 2521/97.)
Άρθρο
1546
Υιοθεσία
από έγγαμο
Ο έγγαμος δεν μπορεί να υιοθετήσει χωρίς τη
συναίνεση του συζύγου του, η οποία παρέχεται αυτοπροσώπως με δήλωση στο
δικαστήριο. Αν ο σύζυγος έχει τη συνήθη διαμονή του στην αλλοδαπή, η συναίνεσή
του μπορεί να δοθεί και με δήλωση ενώπιον συμβολαιογράφου. Το δικαστήριο όμως
μπορεί να επιτρέπει την υιοθεσία και χωρίς αυτή τη συναίνεση, αν η παροχή της
είναι αδύνατη για νομικούς ή πραγματικούς λόγους ή αν εκκρεμεί ανάμεσα στους
συζύγους δίκη διαζυγίου.
Άρθρο
1547
Υιοθεσία
πολλών
Επιτρέπεται να υιοθετηθούν, από το ίδιο πρόσωπο,
περισσότεροι ανήλικοι με την ίδια πράξη ή διαδοχικά.
Άρθρο
1548
Υιοθεσία υπό αίρεση ή προθεσμία δεν
επιτρέπεται.
Άρθρο
1549
Διαδικασία
Η υιοθεσία τελείται με δικαστική απόφαση,
ύστερα από αίτηση του υποψηφίου θετού γονέα. Αυτός που υιοθετεί συναινεί
αυτοπροσώπως ενώπιον του δικαστηρίου.
Άρθρο
1550
Συναίνεση
των γονέων ή του νομίμου αντιπροσώπου
Για να υιοθετηθεί ένας ανήλικος χρειάζεται
να συναινέσουν ενώπιον του δικαστηρίου οι γονείς του ή ο ένας τους μόνο, αν ο
άλλος έχει εκπέσει από τη γονική μέριμνα κατά το άρθρο 1537 ή η συναίνεσή του
είναι αδύνατη γιατί έχει τεθεί σε στερητική δικαστική συμπαράσταση, που
περιλαμβάνει και τη στέρηση της ικανότητας να συναινεί για την υιοθεσία του
παιδιού του. Αν ο ανήλικος δεν έχει γονείς, συναινεί ενώπιον του δικαστηρίου ο
επίτροπος, ύστερα από άδεια του εποπτικού συμβουλίου.
Η συναίνεση της προηγούμενης παραγράφου
είναι, στην περίπτωση που ο ανήλικος προστατεύεται από αρμόδια κοινωνική
υπηρεσία ή οργάνωση, έγκυρη και όταν αυτός που συναινεί δεν γνωρίζει το πρόσωπο
του υποψηφίου θετού γονέα.
Άρθρο
1551
Χρόνος
της συναίνεσης
Η συναίνεση των γονέων για την υιοθεσία δεν
επιτρέπεται να δοθεί προτού να συμπληρωθούν τρεις μήνες από τη γέννησή του
τέκνου.
Άρθρο
1552
Δικαστική
αναπλήρωση της συναίνεσης
Η συναίνεση των γονέων για υιοθεσία του
τέκνου τους αναπληρώνεται με απόφαση του δικαστηρίου: α) αν οι γονείς είναι
άγνωστοι ή το τέκνο είναι έκθετο, β) αν και οι δύο γονείς έχουν εκπέσει από τη
γονική μέριμνα ή βρίσκονται σε καθεστώς στερητικής δικαστικής συμπαράστασης που
τους αφαιρεί και την ικανότητα να συναινούν για την υιοθεσία του παιδιού τους,
γ) αν οι γονείς έχουν άγνωστη διαμονή, δ) αν το τέκνο προστατεύεται από
αναγνωρισμένη κοινωνική οργάνωση, έχει αφαιρεθεί από τους γονείς η άσκηση της
επιμέλειας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1532 και 1533 και αυτοί
αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν, ε) αν το τέκνο έχει παραδοθεί με τη
συναίνεση των γονέων σε οικογένεια για φροντίδα και ανατροφή με σκοπό την
υιοθεσία και έχει ενταχθεί σ' αυτήν επί χρονικό διάστημα ενός τουλάχιστον
έτους, οι δε γονείς εκ των υστέρων αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν.
(Όπως η περ. ε' προστέθηκε με το άρθρο 25 παρ.1 του ν 2915/2001. Η διάταξη εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος της, υποθέσεις, εφόσον δεν έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ.2 του ως άνω νόμου.)
Με απόφαση του δικαστηρίου αναπληρώνεται και
η συναίνεση του επιτρόπου για την υιοθεσία του ανηλίκου, εφόσον ο τελευταίος
προστατεύεται από αναγνωρισμένη κοινωνική οργάνωση και ο επίτροπος αρνείται
καταχρηστικά να συναινέσει.
Άρθρο
1553
Ακρόαση
των συγγενών
Στις περιπτώσεις υπό στοιχεία β' έως δ' της
πρώτης παραγράφου, καθώς και στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου του
προηγούμενου άρθρου, το δικαστήριο αποφασίζει, αφού ακούσει τους πλησιέστερους
συγγενείς, αν η ακρόασή τους είναι εφικτή.
Άρθρο
1554
Γενική
εξουσιοδότηση
Με την επιφύλαξη των διατάξεων των τριών
προηγούμενων άρθρων, οι γονείς ή ο επίτροπος μπορούν να δίνουν, με δήλωσή τους
ενώπιον του δικαστηρίου, στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία ή την αναγνωρισμένη
κοινωνική οργάνωση, που περιθάλπουν τον ανήλικο, γενική εξουσιοδότηση να κινούν
την διαδικασία μελλοντικής υιοθεσίας του ανηλίκου από πρόσωπο ή από ζεύγος
συζύγων που θα επιλέγονται ελεύθερα από την κοινωνική υπηρεσία ή οργάνωση. Η
εξουσιοδότηση αυτή μπορεί να ανακαλείται από τους γονείς ή τον επίτροπο, επίσης
με δήλωσή τους προς το δικαστήριο, που θα πρέπει να κοινοποιείται στην υπηρεσία
ή την οργάνωση το αργότερο έως την κατάθεση, από αυτές στο δικαστήριο, της
αίτησης για υιοθεσία.
Άρθρο
1555
Συναίνεση
του ανηλίκου
Ενώπιον του δικαστηρίου συναινεί
αυτοπροσώπως και ο ανήλικος που υιοθετείται, εφόσον έχει συμπληρώσει το
δωδέκατο έτος της ηλικίας του, εκτός αν βρίσκεται σε κατάσταση ψυχικής ή
διανοητικής διαταραχής που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής
του.
Σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο, ανάλογα με
την ωριμότητα του ανηλίκου, οφείλει να ακούει και τη δική του γνώμη.
Άρθρο
1556
Ακρόαση
των τέκνων αυτού που υιοθετεί
Όταν αυτός που υιοθετεί έχει ήδη τέκνα, το
δικαστήριο, ανάλογα με την ωριμότητά τους, οφείλει να ακούει και τη δική τους
γνώμη.
Άρθρο
1557
Κοινωνική
έρευνα
Πριν από την τέλεση της υιοθεσίας διεξάγεται
από την κοινωνική υπηρεσία ή άλλη υπηρεσία ή κοινωνική οργάνωση, αναγνωρισμένη
ότι ειδικεύεται στις υιοθεσίες, επισταμένη κοινωνική έρευνα και κατατίθεται
εμπρόθεσμα στο δικαστήριο, σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο νόμο, σχετική
έκθεση για το αν, με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν, η συγκεκριμένη υιοθεσία
συμφέρει ή όχι τον υιοθετούμενο.
Άρθρο
1558
Το δικαστήριο απαγγέλλει την υιοθεσία,
εφόσον συντρέχουν οι όροι του νόμου και αφού διαπιστώσει, συνεκτιμώντας και την
έκθεση του προηγούμενου άρθρου, ότι, εν όψει της προσωπικότητας, της υγείας και
της οικογενειακής και περιουσιακής κατάστασης εκείνου που υιοθετεί και του
υιοθετημένου, καθώς και της αμοιβαίας ικανότητάς τους προσαρμογή, η υιοθεσία
συμφέρει τον υιοθετούμενο.
Άρθρο
1559
Μυστικότητα
της υιοθεσίας
Η υιοθεσία ανηλίκων τηρείται μυστική. Στις
περιπτώσεις της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1550, καθώς και του άρθρου 1552,
η μυστικότητα ισχύει και έναντι των φυσικών γονέων.
Το θετό τέκνο έχει, μετά την ενηλικίωσή του,
το δικαίωμα να πληροφορείται πλήρως από τους θετούς γονείς και από κάθε αρμόδια
αρχή τα στοιχεία των φυσικών γονέων του.
Άρθρο
1560
Έναρξη
αποτελεσμάτων
Τα αποτελέσματα της δικαστικής απόφασης για
την υιοθεσία αρχίζουν, αφότου αυτή γίνει τελεσίδικη.
Άρθρο
1561
Ένταξη
στην οικογένεια του θετού γονέα
Με την υιοθεσία διακόπτεται κάθε δεσμός του
ανηλίκου με την φυσική του οικογένεια, με εξαίρεση τις ρυθμίσεις περί κωλυμάτων
γάμου των άρθρων 1356 και 1357 και ο ανήλικος εντάσσεται πλήρως στην οικογένεια
του θετού γονέα του. Έναντι του θετού γονέα και των συγγενών του ο ανήλικος
έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τέκνου γεννημένου σε γάμο. Το ίδιο
ισχύει και για τους κατιόντες του θετού τέκνου. Σε περίπτωση ταυτόχρονης ή διαδοχικής
υιοθεσίας περισσοτέρων, δημιουργείται μεταξύ τους συγγένεια όμοια με αυτήν που
υπάρχει μεταξύ αδελφών.
Άρθρο
1562
Όταν ο ένας σύζυγος υιοθετεί το τέκνο του
άλλου, οι δεσμοί του υιοθετουμένου με το φυσικό γονέα του και τους συγγενείς
του δεν διακόπτονται. Κατά τα λοιπά η υιοθεσία παράγει όλα τα αποτελέσματα
υιοθεσίας που γίνεται και από τους δύο συζύγους.
Άρθρο
1563
Επώνυμο
του θετού τέκνου
Το θετό τέκνο παίρνει το επώνυμο του θετού
γονέα. Έχει όμως δικαίωμα, όταν ενηλικιωθεί, να προσθέσει και το πριν από την
υιοθεσία επώνυμό του. Αν το τελευταίο αυτό ή το επώνυμο του θετού γονέα
αποτελείται από δύο επώνυμα, χρησιμοποιείται για το σχηματισμό του σύνθετου
επωνύμου του θετού τέκνου το πρώτο από αυτά.
Άρθρο
1564
Σε περίπτωση κοινής υιοθεσίας από συζύγους ή
υιοθεσίας από τον έναν σύζυγο του τέκνου του άλλου, ισχύει και για το θετό
τέκνο η δήλωση που τυχόν έκαναν οι σύζυγοι σχετικά με το επώνυμο των τέκνων
τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των δύο πρώτων παραγράφων του άρθρου 1505. Αν
δεν έχει γίνει παρόμοια δήλωση, μπορεί να γίνει στο ληξίαρχο ταυτόχρονα με την
καταχώριση της υιοθεσίας στα οικεία ληξιαρχικά βιβλία.
Άρθρο
1565
Προσθήκη
και άλλου κύριου ονόματος
Το δικαστήριο μπορεί, με την απόφασή του
περί υιοθεσίας, να επιτρέψει στον υποψήφιο θετό γονέα, ύστερα από αίτησή του,
να προσθέσει στο κύριο όνομα του θετού τέκνου και άλλο όνομα. Αν το θετό τέκνο
έχει συμπληρώσει το δωδέκατο έτος της ηλικίας του, είναι απαραίτητη, για τη
χορήγηση της άδειας του δικαστηρίου, η συναίνεση και του ίδιου. Η δεύτερη
παράγραφος του άρθρου 1555 εφαρμόζεται και εδώ.
Άρθρο
1566
Γονική
μέριμνα
Αφότου συντελεσθεί η υιοθεσία, τη γονική
μέριμνα των φυσικών γονέων ή την επιτροπεία, υπό την οποία τυχόν τελούσε το
θετό τέκνο, αντικαθιστά αυτοδικαίως η γονική μέριμνα των θετών γονέων. Οι
φυσικοί γονείς δεν έχουν ούτε δικαίωμα επικοινωνίας με το θετό τέκνο. Αν ένας
από τους συζύγους υιοθετήσει το τέκνο του άλλου, τη γονική μέριμνα έχουν από
κοινού και οι δύο σύζυγοι.
Άρθρο
1567
Διαζύγιο,
ακύρωση του γάμου ή διακοπή της συμβίωσης των θετών γονέων
Σε περίπτωση κοινής υιοθεσίας ανηλίκου από
συζύγους, αν ακολουθήσει διαζύγιο, ακύρωση του γάμου ή διακοπή της συμβίωσής
τους, έχουν ανάλογη εφαρμογή, σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας, τα
άρθρα 1513 και 1514. Όταν όμως πρόκειται για υιοθεσία του τέκνου του άλλου
συζύγου, η άσκηση της γονικής μέριμνας ανήκει αποκλειστικά στο φυσικό γονέα του
ανηλίκου, εκτός αν το δικαστήριο αποφασίσει διαφορετικά λόγω συνδρομής
σπουδαίου λόγου.
Άρθρο
1568
Συνέπειες
παύσης της γονικής μέριμνας
Αν κατά τη διάρκεια της ανηλικότητας του
τέκνου η γονική μέριμνα του θετού ή των θετών γονέων έπαψε για οποιονδήποτε
λόγο, δεν επανέρχεται στους εξ αίματος γονείς. Σ' αυτήν την περίπτωση έχουν
εφαρμογή οι διατάξεις για την επιτροπεία.
Άρθρο
1569
Προσβολή
της υιοθεσίας
Η υιοθεσία προσβάλλεται μόνο με την άσκηση
των προβλεπόμενων ένδικων μέσων ή βοηθημάτων κατά της σχετικής δικαστικής
απόφασης, αν δεν συνέτρεξαν οι όροι του νόμου ή αν η συναίνεση ενός από τα
πρόσωπα που σύμφωνα με το νόμο ήταν αρμόδια να συναινέσουν υπήρξε άκυρη για
οποιονδήποτε λόγο ή δόθηκε υπό την επήρεια πλάνης ως προς την ταυτότητα του
προσώπου του θετού γονέα ή του θετού τέκνου, απάτης ως προς ουσιώδη περιστατικά
ή παράνομης ή ανήθικης απειλής.
Άρθρο
1570
Ποιοι
έχουν δικαίωμα να προσβάλουν
Δικαίωμα να προσβάλουν την υιοθεσία για έναν
από τους λόγους του προηγούμενου άρθρου έχουν, αν μεν υπήρξαν διάδικοι στη
δίκη, με το ένδικο μέσο της έφεσης και, αν όχι, με τριτανακοπή: 1. Στις
περιπτώσεις μη συνδρομής των όρων του νόμου, οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον
ή ο εισαγγελέας. 2. Στις περιπτώσεις έλλειψης έγκυρης συναίνεσης, καθώς και
όταν αυτή υπήρξε προϊόν πλάνης, απάτης ή απειλής, αυτός του οποίου λείπει η
έγκυρη συναίνεση ή ο οποίος πλανήθηκε, εξαπατήθηκε ή απειλήθηκε, όχι όμως και
οι κληρονόμοι τους.
Άρθρο
1571
Λύση
με δικαστική απόφαση
Αν ο θετός γονέας εκπέσει από τη γονική
μέριμνα ή αν του αφαιρεθεί η άσκησή της για έναν από τους λόγους του άρθρου
1532, καθώς και αν συντρέχει λόγος αποκλήρωσης του θετού τέκνου για μία από τις
περιπτώσεις 1, 2 και 3 του άρθρου 1840, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον οι
συνέπειες αυτές κρίνονται ανεπαρκείς, να διατάσσει, λόγω της βαρύτητας της
περίπτωσης ακόμη και τη λύση της υιοθεσίας.
Άρθρο
1572
Η απόφαση του προηγούμενου άρθρου λαμβάνεται
ύστερα από αγωγή του θετού τέκνου που συμπλήρωσε το δωδέκατο έτος της ηλικίας
του και, αν δεν το συμπλήρωσε, του ειδικού επιτρόπου του, ή του θετού γονέα ή
του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως.
Άρθρο
1573
Συναινετική
λύση
Όταν ο θετός γονέας και το θετό τέκνο, μετά
την ενηλικίωσή του, συμφωνούν να λυθεί η υιοθεσία, μπορούν να το ζητήσουν από
το δικαστήριο, με κοινή αίτησή τους που δικάζεται κατά τη διαδικασία της
εκούσιας δικαιοδοσίας.
Για να λυθεί η υιοθεσία, σύμφωνα με την
προηγούμενη παράγραφο, πρέπει να έχει διαρκέσει τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από
την κατάθεση της αίτησης και η συμφωνία των μερών να δηλωθεί στο δικαστήριο
αυτοπροσώπως σε δυο συνεδριάσεις που να απέχον μεταξύ τους τουλάχιστον έξι
μήνες. Εφόσον από την πρώτη συνεδρίαση πέρασαν δύο χρόνια, η δήλωση της
συμφωνίας παύει να ισχύει.
Άρθρο
1574
Σε περίπτωση κοινής υιοθεσίας ανηλίκου από
συζύγους, η υιοθεσία μπορεί να λύνεται, σύμφωνα με τα άρθρα 1571 έως 1573, και
μόνο ως προς τον ένα σύζυγο.
Άρθρο
1575
Αποτελέσματα
της λύσης
Με την αμετάκλητη δικαστική απόφαση που
λύνει την υιοθεσία, η υιοθεσία αίρεται για τον μέλλον, παύει η σχέση συγγένειας
του θετού τέκνου και των κατιόντων του με αυτόν που το υιοθέτησε και τους έως
τότε συγγενείς του να αναβιώνουν οι δεσμοί με τη φυσική οικογένεια. Το
δικαστήριο όμως μπορεί να αναθέτει, σ' αυτήν περίπτωση, την άσκηση της γονικής
μέριμνας του θετού τέκνου, εφόσον είναι ανήλικο, σε τρίτον, αν το επιβάλλει το
συμφέρον του.
Άρθρο
1576
Αυτοδίκαιη
λύση
Η υιοθεσία λύνεται αυτοδικαίως και αίρεται
αναδρομικά η σχέση που απορρέει από αυτήν, αν τέλεσαν γάμο, κατά παράβαση του
νόμου, ο θετός γονέας με το θετό τέκνο. Αν ο γάμος ακυρώθηκε, διατηρούνται από
τη σχέση της υιοθεσίας μόνο τα περιουσιακά δικαιώματα του θετού τέκνου.
Άρθρο
1577
Το
επώνυμο μετά τη λύση
Μετά τη λύση της υιοθεσίας για οποιονδήποτε
από τους λόγους των προηγούμενων άρθρων, παύει το δικαίωμα του θετού τέκνου να
φέρει το επώνυμο του θετού γονέα, εκτός αν το δικαστήριο εκτιμώντας την ύπαρξη
δικαιολογημένου συμφέροντος του τέκνου, αποφασίσει, με αίτησή του, διαφορετικά.
Άρθρο
1578
Σε περίπτωση κοινής υιοθεσίας από συζύγους ή
υιοθεσίας, από σύζυγο, του τέκνου του συζύγου του, η λύση της υιοθεσίας ως προς
τον έναν από τους συζύγους δεν συνεπάγεται αλλαγή του επωνύμου, το οποίο
απέκτησε το θετό τέκνο δυνάμει του άρθρου 1564.
Άρθρο
1578Α
Ανασύσταση
υιοθεσίας
Σε περίπτωση δικαστικής λύσης της υιοθεσίας,
αν εκλείψει ο λόγος της λύσης ή ακολουθήσει συγνώμη του υπαιτίου της λύσης,
είναι δυνατή η ανασύσταση της υιοθεσίας με εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων
1542 έως 1559. Στην περίπτωση αυτή η ηλικία υιοθετούντος και υιοθετημένου δεν
λαμβάνεται υπόψη. Τα αποτελέσματα της ανασύστασης της υιοθεσίας επέρχονται από
την τελεσιδικία, χωρίς αναδρομική ενέργεια.
(Όπως προστέθηκε με το άρθρο 25 παρ.3 του ν 2915/2001. Εφαρμόζεται και στις υιοθεσίες που έχουν λυθεί πριν από την ισχύ του ν 2915/2001, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ.4 του ως άνω νόμου.)
άρθρο
1579
Υιοθεσία
ενηλίκου
Η υιοθεσία ενηλίκου επιτρέπεται μόνο όταν ο
υιοθετούμενος είναι συγγενής ως και τον τέταρτο βαθμό εξ αίματος ή εξ
αγχιστείας αυτού που υιοθετεί.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 25 παρ.5 του ν 2915/2001.
Άρθρο
1580
Ανάλογη
εφαρμογή
Στην υιοθεσία ενηλίκου έχουν ανάλογη
εφαρμογή οι διατάξεις που ισχύουν για την υιοθεσία ανηλίκου, εφόσον δεν
θεσπίζεται διαφορετική ρύθμιση από τις διατάξεις που ακολουθούν.
Άρθρο
1581
Κοινή
αίτηση υιοθετούντος και υιοθετουμένου
Η υιοθεσία ενηλίκου απαγγέλλεται από το
δικαστήριο, ύστερα από κοινή αίτηση αυτού που υιοθετεί και εκείνου που
υιοθετείται. Αν ο υιοθετούμενος είναι ανίκανος για δικαιοπραξία, τη σχετική
αίτηση υποβάλλει ο νόμιμος αντιπρόσωπός του.
Άρθρο
1582
Περιορισμοί
ως προς την ηλικία
Αυτός που υιοθετεί πρέπει να έχει
συμπληρώσει τουλάχιστον το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του και να είναι
μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ χρόνια.
Άρθρο
1583
Υιοθεσία
εγγάμου
Ο έγγαμος ενήλικος δεν μπορεί να υιοθετηθεί
χωρίς τη συναίνεση του συζύγου του, που παρέχεται με αυτοπρόσωπη δήλωση στο
δικαστήριο. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 1546 έχει ανάλογη εφαρμογή.
Άρθρο
1584
Αποτελέσματα
Από την τέλεση της υιοθεσίας, το θετό τέκνο
και οι κατιόντες του που γεννήθηκαν μετά την υιοθεσία έχουν θέση κοινού τέκνου
και κοινών κατιόντων και των δύο συζύγων. Ο δεσμός του θετού τέκνου με τον άλλο
φυσικό γονέα του και τους συγγενείς του διατηρείται.
Άρθρο
1585
Με την υιοθεσία του άρθρου 1579 δεν
παράγεται καμία σχέση συγγένειας μεταξύ του θετού τέκνου και των συγγενών
εκείνου που υιοθέτησε και αντίστροφα.
Άρθρο
1586
Επώνυμο
του θετού τέκνου
Το θετό τέκνο παίρνει το επώνυμο του θετού
γονέα του, στο οποίο έχει το δικαίωμα να προσθέσει και το πριν από την υιοθεσία
επώνυμό του. Αν το τελευταίο αυτό ή το επώνυμο του θετού γονέα αποτελείται από
δύο επώνυμα, χρησιμοποιείται για το σχηματισμό του σύνθετου επωνύμου του θετού
τέκνου το πρώτο από αυτά.
Άρθρο
1587
Στην υποχρέωση για τη διατροφή του θετού
τέκνου, εκείνος που υιοθέτησε προηγείται από τους εξ αίματος συγγενείς του
τέκνου.
Άρθρο
1588
Λύση
της υιοθεσίας
Η υιοθεσία ενηλίκου λύεται με δικαστική
απόφαση, ύστερα από αγωγή του θετού τέκνου, αν συντρέχει παράπτωμα που
δικαιολογεί την αποκλήρωση ή που συνιστά λόγο αχαριστίας του θετού τέκνου
απέναντι σ' αυτόν που το υιοθέτησε κατά τους όρους του άρθρου 505.
ΔΕΚΑΤΟ
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑ ΑΝΗΛΙΚΟΥ
[Όπως αντικαταστάθηκε το Κεφάλαιο Δέκατο
Τέταρτο, με νέα αρίθμηση, από το άρθρο 12 του ν 2447/96.]
Άρθρο
1589
Ποιοι
τελούν υπό επιτροπεία
Ο ανήλικος τελεί υπό επιτροπεία όταν κανένας
γονέας δεν έχει ή δεν μπορεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα, όταν το δικαστήριο
διορίσει επίτροπο κατά τα άρθρα 1532, 1535 ή αναθέσει την άσκηση της γονικής
μέριμνας σε τρίτον κατά τα άρθρα 1513 και 1514, καθώς και όταν συντρέχουν οι
περιπτώσεις των άρθρων 1660 και 1661.
Άρθρο
1590
Όργανα
της επιτροπείας
Όργανα της επιτροπείας είναι το δικαστήριο,
ο επίτροπος και το εποπτικό συμβούλιο.
Άρθρο
1591
Αρμοδιότητα
του δικαστηρίου
Το δικαστήριο διατάσσει, ύστερα από αίτηση ή
και αυτεπαγγέλτως, την επιτροπεία, διορίζει τον επίτροπο και ορίζει τα σχετικά
με την οργάνωση και τη λειτουργία της, σύμφωνα με το νόμο.
Οι δημόσιοι ή οι δημοτικοί υπάλληλοι, οι
εισαγγελείς και τα όργανα των αρμοδίων κοινωνικών υπηρεσιών οφείλουν να
γνωστοποιούν στο δικαστήριο κάθε περίπτωση που συνεπάγεται το διορισμό
επιτρόπου αμέσως μόλις την πληροφορούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι συγγενείς εξ αίματος του ανηλίκου έως τον τρίτο
βαθμό.
Άρθρο
1592
Διορισμός
επιτρόπου
Ο επίτροπος διορίζεται πάντοτε από το
δικαστήριο (δοτή επιτροπεία). Επίτροπος διορίζεται κατά προτίμηση ένα από τα
ακόλουθα πρόσωπα με τη σειρά που αναφέρονται: 1. ο ενήλικος σύζυγος του
ανηλίκου. 2. το φυσικό πρόσωπο που ορίστηκε με διαθήκη ή με δήλωση στον
ειρηνοδίκη ή σε συμβολαιογράφο από όποιον ασκούσε τη γονική μέριμνα κατά το
χρόνο της δήλωσης και κατά το θάνατό του. 3. το κατά την κρίση του δικαστηρίου
καταλληλότερο πρόσωπο με προτίμηση προς τους πλησιέστερους συγγενείς του
ανηλίκου. Δεν διορίζεται επίτροπος αυτός που πρέπει να προτιμηθεί κατά το
προηγούμενο εδάφιο, αν συντρέχει ένας από τους λόγους του άρθρου 1595, αν ο
ίδιος αποποιείται την επιτροπεία ή αν αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του ανηλίκου.
Έως το διορισμό του επιτρόπου έχουν εφαρμογή
οι διατάξεις των άρθρων 1601 και 1602.
Άρθρο
1593
Στοιχεία
που συνεκτιμά το δικαστήριο
Το δικαστήριο κατά το διορισμό του
επιτρόπου, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, συνεκτιμά υποχρεωτικά και την
έρευνα της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας και αποφασίσει, αφού ακούσει, αν αυτό
είναι δυνατόν, τους πλησιέστερους συγγενείς του ανηλίκου, καθώς και κάθε άλλο
πρόσωπο, το οποίο μπορεί κατά την κρίση του να το διαφωτίσει.
Άρθρο
1594
Κανόνας
ο ένας επίτροπος
Το δικαστήριο διορίζει για τον ανήλικο έναν
επίτροπο, εκτός αν ιδιαίτεροι λόγοι που αναφέρονται στο συμφέρον του ανηλίκου
επιβάλλουν το διορισμό περισσοτέρων (συνεπίτροποι). Ένας μόνο επίτροπος
διορίζεται και αν ακόμη είναι περισσότερα τα ανήλικα τέκνα των ιδίων γονέων.
Όταν όμως συγκρούονται μεταξύ τους τα συμφέροντα των ανηλίκων αδελφών,
διορίζεται διαφορετικός επίτροπος για κάθε ανήλικο που έχει αντίθετο συμφέρον
ή, αν η αντίθεση περιορίζεται σε ορισμένα θέματα ή είναι προσωρινή, ειδικός
επίτροπος.
Άρθρο
1595
Λόγοι
αποκλεισμού
Δεν διορίζεται επίτροπος: 1. αυτός που δεν
έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα. 2. ο ενήλικος, για τον οποίο έχει
διοριστεί προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης, σύμφωνα με το άρθρο 1672. 3.
όποιος αποκλείστηκε από την επιτροπεία με διάταξη τελευταίας βούλησης εκείνου
που δικαιούται να υποδείξει το πρόσωπο του επιτρόπου.
Άρθρο
1596
Συνέπειες
διορισμού προσώπου που αποκλείεται
Ο διορισμός προσώπου που εμπίπτει στην πρώτη
περίπτωση του προηγούμενου άρθρου δεν παράγει έννομα αποτελέσματα. Σε περίπτωση
διορισμού προσώπου που εμπίπτει σε μια από τις δυο άλλες περιπτώσεις του ίδιου
άρθρου, το δικαστήριο οφείλει να ανακαλεί το διορισμό και αυτεπαγγέλτως. Ωσότου
γίνει η ανάκληση, ο διορισμός παράγει όλα τα έννομα αποτελέσματά του.
Άρθρο
1597
Διορισμός
υπό όρους
Το δικαστήριο μπορεί, εκτιμώντας το συμφέρον
του ανηλίκου, να επιφυλαχθεί, όταν διορίσει επίτροπο, να τον αντικαταστήσει για
την περίπτωση που θα συνέβαινε ή δεν θα συνέβαινε ένα συγκεκριμένο γεγονός.
Άρθρο
1598
Γνωστοποίηση
του διορισμού
Η απόφαση για το διορισμό του επιτρόπου,
καταχωρίζεται σε ειδικό δημόσιο βιβλίο, που τηρείται στη γραμματεία του
δικαστηρίου και επιδίδεται στον επίτροπο και στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία με
την επιμέλεια του δικαστηρίου.
Άρθρο
1599
Δικαίωμα
αποποίησης ή παραίτησης
Ο διοριζόμενος έχει το δικαίωμα να
αποποιηθεί το διορισμό, εκτός αν έχει διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 1600. Έχει
επίσης το δικαίωμα να παραιτείται, μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, εφόσον
συντρέχει σπουδαίος λόγος.
Άρθρο
1600
Αδυναμία
διορισμού
Αν δεν βρίσκεται κατάλληλο φυσικό πρόσωπο
για να διοριστεί επίτροπος, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 1592, η
επιτροπεία του ανηλίκου ανατίθεται σε ίδρυμα ή σωματείο που έχουν συσταθεί
ειδικά για το σκοπό αυτόν και διαθέτουν το κατάλληλο προσωπικό και υποδομή,
αλλιώς στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία.
Άρθρο
1601
Ενέργειες
σε επείγουσες περιπτώσεις
Προσωρινός επίτροπος. Αν για οποιονδήποτε
λόγο δεν διορίστηκε ακόμα ο επίτροπος ή αυτός που έχει διοριστεί εμποδίζεται να
εκπληρώσει τα καθήκοντά του, αποποιείται το διορισμό του ή παραιτείται, ο
προϊστάμενος της κοινωνικής υπηρεσίας παίρνει σε επείγουσες περιπτώσεις
αυτεπαγγέλτως όλα τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία του προσώπου και της
περιουσίας του ανηλίκου. Αν υπάρχει επείγουσα ανάγκη να εκπροσωπηθεί ο ανήλικος
σε συγκεκριμένη δικαιοπραξία ή δίκη, το δικαστήριο με προσωρινή διαταγή του
διορίζει, με αίτηση των συγγενών ή και αυτεπαγγέλτως, προσωρινά επίτροπο.
Άρθρο
1602
Υποχρέωση
των συγγενών
Ωσότου επιληφθεί, στην περίπτωση του προηγούμενου
άρθρου, η κοινωνική υπηρεσία, οι συγγενείς του ανηλίκου έως τον τρίτο βαθμό εξ
αίματος οφείλουν, σε περίπτωση ανάγκης, να μεριμνούν για το πρόσωπό του και τη
συντήρηση της περιουσίας του.
Άρθρο
1603
Αρμοδιότητες
του επιτρόπου εν γένει
Στον επίτροπο ανήκουν, υπό τους όρους των
διατάξεων που ακολουθούν, το καθήκον και το δικαίωμα να επιμελείται του
προσώπου του ανηλίκου, να διοικεί την περιουσία του και να τον εκπροσωπεί σε
κάθε δικαιοπραξία ή δίκη που αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του.
Άρθρο
1604
Περισσότεροι
επίτροποι
Όταν το δικαστήριο έχει διορίζει για το ίδιο
πρόσωπο περισσότερους επιτρόπους, αυτοί, αν δεν ορίστηκε διαφορετικά, ασκούν
τις αρμοδιότητες από κοινού.
Άρθρο
1605
Διαφωνία
περισσότερων επιτρόπων
Για κάθε διαφωνία των περισσότερων επιτρόπων
αποφασίζει το εποπτικό συμβούλιο. Με αίτηση του επιτρόπου που διαφωνεί ή
οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει
διαφορετικά.
Άρθρο
1606
Επιμέλεια
του προσώπου
Για την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου
εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 1518. Στην περίπτωση περισσότερων
επιτρόπων, ο επίτροπος που δεν έχει την επιμέλεια, καθώς και κάθε συγγενής εξ
αίματος έως των τρίτο βαθμό, δικαιούνται να αναφέρονται σχετικά με την
επιμέλεια στο εποπτικό συμβούλιο.
Άρθρο
1607
Διαβίωση
του ανηλίκου σε τρίτους
Ο επίτροπος μπορεί, με την άδεια του
δικαστηρίου, ύστερα από γνωμοδότηση του εποπτικού συμβουλίου, να εμπιστεύεται
τη διαβίωση και την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου σε κατάλληλη οικογένεια
(ανάδοχη οικογένεια) και, αν δεν βρίσκεται τέτοια οικογένεια, σε κατάλληλο
ίδρυμα. Αν το εποπτικό συμβούλιο αρνείται να γνωμοδοτήσει ή γνωμοδοτεί
αρνητικά, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίζει σχετικά και με μόνη την αίτηση του
επιτρόπου.
Το δικαστήριο μπορεί, και χωρίς αίτηση του
επιτρόπου, να εμπιστευθεί τη διαβίωση και την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου
σε οικογένεια ή σε ίδρυμα, είτε αυτεπαγγέλτως είτε με αίτηση του αρμόδιου
εισαγγελέα ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον, μετά τη γνώμη του
εποπτικού συμβουλίου, αν η σωματική αγωγή ή η πνευματική ανάπτυξη του ανηλίκου
δεν προάγονται με τις φροντίδες του επιτρόπου.
Άρθρο
1608
Η κατά το προηγούμενο άρθρο ανάθεση γίνεται
ύστερα από έρευνα της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας για το ήθος, τις βιοτικές
συνθήκες και την εν γένει καταλληλότητα της οικογένειας ή του ιδρύματος. Η
σχετική έκθεση συνεκτιμάται από το δικαστήριο.
Άρθρο
1609
Εισαγωγή
σε ειδικά ιδρύματα
Όταν η κατάσταση του ανηλίκου από την άποψη
της σωματικής, της ψυχικής ή της πνευματικής του ανάπτυξης επιβάλλει την
εισαγωγή του σε ειδικό ίδρυμα ή κατάστημα, απαιτείται άδεια του δικαστηρίου,
που παρέχεται ύστερα από αίτηση του επιτρόπου και γνώμη του εποπτικού
συμβουλίου ή και αυτεπαγγέλτως με πρόταση του τελευταίου. Για την απόφασή του
το δικαστήριο συνεκτιμά γνωμάτευση ειδικού επιστήμονα, καθώς και έκθεση της
αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας, ιδίως ως προς την καταλληλότητα του ιδρύματος ή
του καταστήματος. Το εποπτικό συμβούλιο και η κοινωνική υπηρεσία παρακολουθούν
την κατάσταση του ανηλίκου, όσο αυτός παραμένει στο ίδρυμα ή στο κατάστημα.
Άρθρο
1610
Πρόσθετες
εγγυήσεις για τον ανήλικο
Η απόφαση του δικαστηρίου για την εισαγωγή
του ανηλίκου σε ειδικό ίδρυμα ή κατάστημα ισχύει για έξι μήνες. Η ισχύς της
μπορεί να παρατείνεται για έξι μήνες κάθε φορά. Η απόφαση μπορεί να ανακαλείται
οποτεδήποτε, αν εκλείψουν οι λόγοι που επέβαλαν τη λήψη αυτού του μέτρου.
Άρθρο
1611
Διοίκηση
της περιουσίας. Σύνταξη απογραφής
Ο επίτροπος οφείλει να συντάσσει παρουσία
εκπροσώπου του εποπτικού συμβουλίου απογραφή της περιουσίας που υπάρχει ή που
περιέρχεται στον ανήλικο μετά το διορισμό και που υπάγεται στη διοίκηση του
επιτρόπου. Στη σύνταξη της απογραφής καλείται να παραστεί, αν είναι δυνατόν,
και ο ανήλικος που συμπλήρωσε το 14ο έτος της ηλικίας του. Αντίγραφο της
απογραφής επιδίδεται στο εποπτικό συμβούλιο και στην κοινωνική υπηρεσία.
Ο επίτροπος μπορεί και, ύστερα από
παραγγελία του εποπτικού συμβουλίου, οφείλει να ζητήσει τη σύνταξη δικαστικής
απογραφής.
Άρθρο
1612
Προσδιορισμός
της ετήσιας δαπάνης του ανηλίκου
Κατά την έναρξη της επιτροπείας ο επίτροπος
οφείλει να προκαλέσει απόφαση του εποπτικού συμβουλίου, που να ορίζει κατά
προσέγγιση την ετήσια δαπάνη για την επιμέλεια του προσώπου και τη διοίκηση της
περιουσίας του ανηλίκου. Το δικαστήριο με αίτηση του επιτρόπου ή και
αυτεπαγγέλτως μπορεί να αποφασίζει διαφορετικά.
Άρθρο
1613
Μετρητά
χρήματα του ανηλίκου
Αν στην περιουσία του ανηλίκου υπάρχουν ή
περιέλθουν κατά τη διάρκεια της επιτροπείας μετρητά χρήματα, ο επίτροπος
οφείλει χωρίς καθυστέρηση να χρησιμοποιήσει παραγωγικά ή να τοποθετήσει κατά
τρόπον επωφελή το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση της ετήσιας δαπάνης. Ο
τρόπος με τον οποίο γίνεται η τοποθέτηση των χρημάτων προσδιορίζεται από τον
επίτροπο και εγκρίνεται από το εποπτικό συμβούλιο. Αν το εποπτικό συμβούλιο
αρνείται την έγκριση, αποφασίζει το δικαστήριο.
Άρθρο
1614
Τίτλοι
και πολύτιμα αντικείμενα
Ο επίτροπος οφείλει να τοποθετεί στο όνομα
του ανηλίκου σε ασφαλή τράπεζα ή σε άλλο κατάλληλο πιστωτικό ίδρυμα τα δημόσια
χρεόγραφα, τις ομολογίες ή τις μετοχές ανωνύμων εταιριών, τα πολύτιμα
αντικείμενα ή της μεγάλης σημασίας έγγραφα που υπάρχουν στην περιουσία του
ανηλίκου. Το εποπτικό συμβούλιο οφείλει να ενεργεί περιοδικούς ελέγχους, όταν
το κρίνει σκόπιμο και οπωσδήποτε μια φορά το έτος.
Άρθρο
1615
Διαχειριστική
εξουσία του επιτρόπου
Ο επίτροπος, όπου ο νόμος δεν ορίζει
διαφορετικά, ενεργεί ως προς την περιουσία του ανηλίκου κάθε πράξη τακτικής
διαχείρισης, ιδίως την πληρωμή χρεών και την είσπραξη απαιτήσεων.
Άρθρο
1616
Διοίκηση
της περιουσίας που παραχωρήθηκε με διαχειριστικούς όρους
Ο επίτροπος οφείλει να διοικεί την περιουσία
που παραχωρήθηκε στον ανήλικο με χαριστική πράξη εν ζωή ή που περιήλθε σ' αυτόν
με διαθήκη, σύμφωνα με τους όρους που έθεσε ο δωρητής ή ο διαθέτης. Το
δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει παρέκκλιση από αυτούς τους όρους, αν το
επιβάλλει το συμφέρον του ανηλίκου.
Αν ο δωρητής ή ο διαθέτης ορίσουν να μην
έχει τη διοίκηση της περιουσίας που παραχώρησαν ο επίτροπος και δεν όρισαν το
πρόσωπο που θα έχει τη διοίκηση αυτής της περιουσίας, το δικαστήριο διορίζει
ειδικό επίτροπο.
Άρθρο
1617
Χαριστικές
πράξεις
Ο επίτροπος δεν δικαιούται να καταρτίζει
δικαιοπραξίες με χαριστική αιτία σε βάρος της περιουσίας του ανηλίκου.
Εξαιρούνται με την επιφύλαξη των διατυπώσεων της πρώτης παραγράφου του άρθρου
1624, οι χαριστικές δικαιοπραξίες που επιβάλλονται από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον
ή από λόγους ευπρέπειας.
Άρθρο
1618
Ιδιόχρηση
περιουσίας του ανηλίκου
Ο επίτροπος δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί
για δικό του λογαριασμό την περιουσία του ανηλίκου και ιδίως τα μετρητά χρήματά
του.
Άρθρο
1619
Πράξεις
που απαιτούν την άδεια του εποπτικού συμβουλίου
Με μόνη την άδεια του εποπτικού συμβουλίου ο
επίτροπος δικαιούται στο όνομα του ανηλίκου: 1. να εκμισθώνει ή να μισθώνει
ακίνητα. 2. να συνάπτει σύμβαση με αντικείμενο την παροχή της εργασίας του
ανηλίκου ή σύμβαση μαθητείας. 3. να επιχειρεί και κάθε άλλη πράξη που
υπερβαίνει τα όρια της τακτικής διαχείρισης, εφόσον αυτή δεν εμπίπτει στα άρθρα
1623, 1624 και 1625.
Άρθρο
1620
Άδεια του εποπτικού συμβουλίου απαιτείται
και για να χορηγήσει ο επίτροπος στον ανήλικο τη γενική συναίνεση του άρθρου
136, καθώς και τη συναίνεσή του να ασκήσει επάγγελμα.
Άρθρο
1621
Διεξαγωγή
δικών
Ο επίτροπος με μόνη την άδεια του εποπτικού
συμβουλίου, το δικαίωμα να ασκεί στο όνομα του ανηλίκου εμπράγματη αγωγή για
ακίνητο ή άλλη αγωγή με αντικείμενο που λόγω ποσού υπάγεται στην αρμοδιότητα
του πολυμελούς πρωτοδικείου ή αγωγή που αφορά την προσωπική κατάσταση. Το ίδιο
ισχύει και για την αγωγή του ανηλίκου για διανομή κοινού πράγματος. Η έλλειψη
της άδειας εξετάζεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως.
Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου
εφαρμόζονται και για την παραίτηση από αγωγή που έχει ασκηθεί.
Μέτρα που λαμβάνονται προσωρινά από τον
επίτροπο για την εξασφάλιση των συμφερόντων του ανηλίκου σε επείγουσες
περιπτώσεις εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου.
Άρθρο
1622
Σε περίπτωση άρνησης του εποπτικού
συμβουλίου να χορηγεί την άδεια των τριών προηγούμενων άρθρων, αποφασίζει το
δικαστήριο.
Άρθρο
1623
Γενική
άδεια
Ύστερα από γνωμοδότηση του εποπτικού
συμβουλίου, το δικαστήριο μπορεί να παρέχει στον επίτροπο γενική άδεια να
επιχειρεί απεριορίστως τις πράξεις που εμπίπτουν στο άρθρο 1619, εφόσον κρίνει
ότι η άδεια αυτή είναι αναγκαία ή ωφέλιμη για τη διοίκηση της περιουσίας του
ανηλίκου και ιδίως για την εκμετάλλευση επιχείρησής του. Με τον ίδιο τρόπο και
τις ίδιες προϋποθέσεις μπορεί να δοθεί στον επίτροπο γενική άδεια να δανείζεται
στο όνομα του ανηλίκου, να αναδέχεται ξένο χρέος και να παρέχει εγγύηση για
χάρη της εκμετάλλευσης επιχείρησης του ανηλίκου.
Άρθρο
1624
Πράξεις
με άδεια του δικαστηρίου
Ο επίτροπος, χωρίς τη γνωμοδότηση του
εποπτικού συμβουλίου και την άδεια του δικαστηρίου, δεν έχει το δικαίωμα στο
όνομα του ανηλίκου: 1. να διαθέτει την περιουσία του ανηλίκου συνολικά ή κατά
ένα μέρος της. 2. να εκποιεί ή να αποκτά με αντάλλαγμα ακίνητο ή εμπράγματο
δικαίωμα σε ξένο ακίνητο. 3. να εκχωρεί απαίτηση που έχει αντικείμενο τη
μεταβίβαση ακινήτου στον ανήλικο. 4. να εκποιεί τους τίτλους και τα πολύτιμα
αντικείμενα του άρθρου 1614. 5. να επιχειρεί οποιοδήποτε έργο σε ακίνητο του
ανηλίκου που η δαπάνη του υπερβαίνει το όριο της τρίτης παραγράφου του παρόντος
άρθρου. 6. να εκποιεί εμπορική, βιομηχανική ή άλλη επιχείρηση που
περιλαμβάνεται στην περιουσία του ανηλίκου, να αποφασίζει τη διάλυση και την
εκκαθάρισή της, καθώς και να ιδρύει νέα επιχείρηση. 7. να εκμισθώνει ακίνητο
του ανηλίκου για χρόνο που υπερβαίνει τα εννέα έτη. 8. να δανείζει ή να
δανείζεται. 9. να παραιτείται από ασφάλεια για απαίτηση του ανηλίκου ή να
ελαττώνει μια τέτοια ασφάλεια. 10. να συνάπτει συμβιβασμό ή συμφωνία περί
διαιτησίας για αντικείμενο που η αξία του υπερβαίνει το όριο της τρίτης
παραγράφου του παρόντος. 11. να εγγυάται ή να αναδέχεται από επαχθή αιτία ξένο
χρέος, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 1623. Οι παραπάνω
διατυπώσεις, όταν αφορούν διαθέσεις, απαιτούνται και για τις σχετικές
υποσχετικές συμβάσεις.
Η άδεια του δικαστηρίου μπορεί να δίνεται
υπό όρους.
Το όριο πέρα από το οποίο δεν μπορεί ο
επίτροπος να επιχειρεί τις πράξεις αριθμ. 5 και 10 της πρώτης παραγράφου του
παρόντος ισούται με το ποσό της ετήσιας δαπάνης του ανηλίκου που έχει
προσδιοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 1612.
Άρθρο
1625
Κληρονομία
ή κληροδοσία που επάγεται στον ανήλικο
Ο επίτροπος, χωρίς την γνωμοδότηση του
εποπτικού συμβουλίου και την άδεια του δικαστηρίου, δεν έχει το δικαίωμα στο
όνομα του ανηλίκου: 1. να αποποιείται κληρονομία ή να παραιτείται από τη νόμιμη
μοίρα κληρονομίας που επάγεται στον ανήλικο. 2. να αποδέχεται κληροδοσία ή
δωρεά που συνεπάγεται βάρη. 3. να αποποιείται κληροδοσία που περιέχεται στον
ανήλικο.
Όσον αφορά την αποδοχή κληρονομία, η οποία
επάγεται στον ανήλικο, έχει ανάλογη εφαρμογή ή διάταξη του άρθρου 1527.
Άρθρο
1626
Λογοδοσία
Ο επίτροπος οφείλει να λογοδοτεί στο
εποπτικό συμβούλιο κάθε χρόνο. Το εποπτικό συμβούλιο μπορεί να καθορίζει τη
λογοδοσία σε αραιότερα διαστήματα, πάντως όχι μεγαλύτερα από μία πενταετία, αν
περιστάσεις δεν δικαιολογούν την ετήσια λογοδοσία.
Άρθρο
1627
Ανικανότητα
εκπροσώπησης
Ο επίτροπος δεν μπορεί να εκπροσωπήσει τον
ανήλικο σε δικαιοπραξίες και σε δίκες, όπου τα συμφέροντα του ανηλίκου
συγκρούονται με τα δικά του ή του συζύγου του ή των συγγενών του, σε ευθεία
γραμμή εξ αίματος ή εξ αγχιστείας απεριόριστα και σε πλάγια γραμμή εξ αίματος
έως το δεύτερο βαθμό.
Άρθρο
1628
Διορισμός
ειδικού επιτρόπου
Στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου, όπως
και σε κάθε άλλη περίπτωση κωλύματος, το δικαστήριο διορίζει, με αίτηση του
επιτρόπου ή και αυτεπαγγέλτως ειδικό επίτροπο. Όταν ο ειδικός επίτροπος
διορίζεται για να αναπληρώσει τον επίτροπο προσωρινά σε όλα τα έργα του λόγω
κωλύματός του, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει και τη διάρκεια της ειδικής
επιτροπείας.
Άρθρο
1629
Κάθε φορά που προβλέπεται από το νόμο ο
διορισμός ειδικού επιτρόπου, ισχύουν, ως προς τη διαδικασία του διορισμού, τις
αρμοδιότητες και την εν γένει δράση του, οι διατάξεις για την επιτροπεία.
Άρθρο
1630
Άκυρες
πράξεις
Κάθε πράξη του επιτρόπου που επιχειρήθηκε
χωρίς τις διατυπώσεις που τάσσει ο νόμος είναι άκυρη. Την ακυρότητα προτείνουν
ο επίτροπος, ο ανήλικος και οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί του.
Άρθρο
1631
Αμοιβή
και αποκατάσταση δαπανών
Το δικαστήριο μπορεί, κατά τις περιστάσεις,
να ορίζει, ύστερα από σχετική αίτηση και τη γνώμη του εποπτικού συμβουλίου,
αμοιβή για την απασχόληση του επιτρόπου, ανάλογη με τους κόπους του και το
μέγεθος της περιουσίας που διαχειρίζεται. Αν η περιουσία αυτή δεν επαρκεί για
να καταβληθεί στον επίτροπο αμοιβή ανάλογη με την έκταση της απασχόλησής του ή
αν δεν υπάρχει καθόλου περιουσία και το δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, λόγω των
ειδικών περιστάσεων, να καταβληθεί αμοιβή, η αμοιβή την οποία καθορίζει
καταβάλλεται στον επίτροπο από το δημόσιο ταμείο, όπως ορίζει ο νόμος.
Ο επίτροπος δικαιούται να απαιτήσει να του
καταβληθεί κάθε δαπάνη που είναι αναγκαία για τη διεξαγωγή της επιτροπείας,
σύμφωνα με τις διατάξεις για την εντολή.
Άρθρο
1632
Ευθύνη
του επιτρόπου
Ο επίτροπος ευθύνεται για κάθε ζημία του
ανηλίκου από πταίσμα του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Αν έχουν διοριστεί
περισσότεροι επίτροποι είναι συνυπεύθυνοι εις ολόκληρον, εκτός αν έχουν
διοριστεί με χωριστό κύκλο ενέργειας ο καθένας και ενεργούν αυτοτελώς.
Άρθρο
1633
Απαλλαγή
από περιορισμούς
Ο γονέας που δικαιούται να υποδείξει
επίτροπο με διαθήκη του ή με δήλωση στον ειρηνοδίκη ή σε συμβολαιογράφο, μπορεί
να απαλλάσσει τον επίτροπο από τους περιορισμούς των άρθρων 1613 και 1614. Η
απαλλαγή αυτή δεν ισχύει, αν το δικαστήριο κρίνει ότι θέτει σε κίνδυνο τα
συμφέροντα του ανηλίκου.
Άρθρο
1634
Εποπτικό
συμβούλιο
Πώς συγκροτείται. Συγχρόνως με το διορισμό
του επιτρόπου το δικαστήριο οφείλει να διορίσει και το εποπτικό συμβούλιο. Το
εποπτικό συμβούλιο, αποτελούμενο από τρία έως πέντε μέλη, συγκροτείται από
συγγενείς του ανηλίκου ή φίλους των γονέων του. Με την ίδια απόφασή του το
δικαστήριο ορίζει πρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου ένα από τα μέλη του.
Το δικαστήριο μπορεί, αν κρίνει ότι το
επιβάλλει το συμφέρον του ανηλίκου, ιδίως γιατί δεν υπάρχουν κατάλληλοι
συγγενείς ή φίλοι ή συντρέχει άλλος σπουδαίος λόγος, να διορίσει ως μέλος του
εποπτικού συμβουλίου και ένα όργανο της κοινωνικής υπηρεσίας ή να αναθέσει σε
εξαιρετικές περιπτώσεις αποκλειστικά σ' αυτό το έργο του εποπτικού συμβουλίου.
Το άρθρο 1953 έχει ανάλογη εφαρμογή.
Άρθρο
1635
Όταν ως επίτροπος, προσωρινός ή οριστικός,
ενεργεί η κοινωνική υπηρεσία, καθώς και όταν δεν προβλέπεται ή δεν έχει
συγκροτηθεί ακόμη εποπτικό συμβούλιο, τα έργα του εποπτικού συμβουλίου ασκεί ο
ειρηνοδίκης. Το ίδιο ισχύει και όταν διορίζεται από το δικαστήριο ειδικός
επίτροπος, σύμφωνα με τα άρθρα 1517 και 1521.
Άρθρο
1636
Ποιοι
αποκλείονται από μέλη
Δεν επιτρέπεται να διορισθούν μέλη του
εποπτικού συμβουλίου: 1. ο επίτροπος του ανηλίκου. 2. αυτοί που δεν επιτρέπεται
να διοριστούν επίτροποι, σύμφωνα με το άρθρο 1595.
Άρθρο
1637
Συνεδριάσεις
Το εποπτικό συμβούλιο συνεδριάζει κάθε φορά
που το συγκαλεί ο πρόεδρός του. Ο πρόεδρος οφείλει να το συγκαλέσει, αν το
ζητήσουν ένα από τα μέλη του ή ο επίτροπος.
Άρθρο
1638
Προσωρινό
κώλυμα του αντικαταστάτη
Σε κάθε περίπτωση που το συμφέρον κάποιου μέλους
του εποπτικού συμβουλίου, του συζύγου του ή συγγενούς του σε ευθεία γραμμή εξ
αίματος ή εξ αγχιστείας απεριόριστα και σε πλάγια γραμμή εξ αίματος έως το
δεύτερο βαθμό είναι αντίθετο προς το συμφέρον του ανηλίκου, καθώς και σε κάθε
άλλη περίπτωση όπου συντρέχει σπουδαίος λόγος, το δικαστήριο διορίζει
αντικαταστάτη.
Άρθρο
1639
Διάρκεια
της θητείας
Η θητεία των μελών του εποπτικού συμβουλίου
διαρκεί όσο διαρκεί η επιτροπεία και λήγει για τους ίδιους λόγους που λήγει και
η θητεία του επιτρόπου. Τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου παύονται από το
δικαστήριο και αντικαθίστανται, όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος.
Ο επίτροπος, χωρίς άδεια του δικαστηρίου,
ύστερα από γνωμοδότηση του συγγενικού συμβουλίου, δεν
Άρθρο
1640
Ευθύνη
του προέδρου και των μελών
Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για
την ευθύνη των δημόσιων υπαλλήλων, όσον αφορά τα μέλη που είναι όργανα της
κοινωνικής υπηρεσίας, ο πρόεδρος και τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου
ευθύνονται όπως ο επίτροπος.
Άρθρο
1641
Αποζημίωση
των μελών
Τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου δικαιούνται
να αποζημιώνονται για κάθε δαπάνη τους, στην οποία υποβλήθηκαν για την άσκηση
των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις για την εντολή. Αν η περιουσία
του ανηλίκου δεν επαρκεί ή δεν υπάρχει καθόλου περιουσία, έχει ανάλογη εφαρμογή
για την καταβολή των δαπανών το άρθρο 1631.
Άρθρο
1642
Αρμοδιότητες
Το εποπτικό συμβούλιο, εκτός από τις
αρμοδιότητες που του ανατίθενται με ειδικές διατάξεις, εποπτεύει γενικότερα το
σύνολο της δράσης του επιτρόπου. Σε περίπτωση που ο επίτροπος διαφωνεί με τις
αποφάσεις του, αποφασίζει το δικαστήριο με αίτηση του επιτρόπου, όποιου άλλου
έχει έννομο συμφέρον ή και αυτεπαγγέλτως.
Άρθρο
1643
Έλεγχος
των λογαριασμών
Το εποπτικό συμβούλιο ελέγχει τους
λογαριασμούς που του υποβάλλει ο επίτροπος. Κατά τη λογοδοσία του επιτρόπου,
σύμφωνα με το άρθρο 1626, καλείται να παραστεί, αν είναι δυνατόν, και ο
ανήλικος που έχει συμπληρώσει το 12ο έτος της ηλικίας του.
Άρθρο
1644
Αντιμετώπιση
έκτακτων καταστάσεων
Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης και εφόσον
το εποπτικό συμβούλιο δεν μπορεί για οποιονδήποτε λόγο να συνεδριάσει, ο
πρόεδρος αποφασίζει μόνος. Κακή χρήση αυτής της εξουσίας δεν θίγει το κύρος της
πράξης που επιχειρείται, αλλά επισύρει τις συνέπειες των άρθρων 1639 και 1640.
Αν, στην περίπτωση της προηγούμενης
παραγράφου, ο πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου κωλύεται ή αμελεί να πάρει τα
επιβαλλόμενα μέτρα, αποφασίζει ο προϊστάμενος της αρμόδιας κοινωνικής
υπηρεσίας.
Άρθρο
1645
Σύμπραξη
της κοινωνικής υπηρεσίας
Η αρμόδια κοινωνική υπηρεσία επικουρεί το
εποπτικό συμβούλιο στο έργο του, παρέχοντας σ' αυτό, όταν το ζητεί, πληροφορίες
σχετικές με τον τρόπο που εκπληρώνει τα καθήκοντά του ο επίτροπος, καθώς και
τις διατυπώσεις της για την εν γένει προσωπική κατάσταση του ανηλίκου.
Άρθρο
1646
Η αρμόδια κοινωνική υπηρεσία οφείλει να
αναγγέλλει στο δικαστήριο χωρίς καθυστέρηση κάθε περίπτωση που καθιστά αναγκαία
την αυτεπάγγελτη ενέργειά του υπέρ ανηλίκου, να διαβιβάζει σ' αυτό κάθε χρήσιμο
στοιχείο και πληροφορία και να υποβάλλει σχετικές προτάσεις.
Όπου στις διατάξεις αυτού του Κεφαλαίου
απαιτείται, για την απόφαση του δικαστηρίου, έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας, ο
γραμματέας του ειδοποιεί έγκαιρα την κοινωνική υπηρεσία που υποβάλλει τη
σχετική δήλωση.
Άρθρο
1647
Ακρόαση
του ανηλίκου
Πριν από κάθε απόφαση οποιουδήποτε οργάνου
της επιτροπείας, αυτό οφείλει, ανάλογα με την ωριμότητα του ανηλίκου, να ακούει
και τη δική του γνώμη.
Άρθρο
1648
Κριτήριο
το συμφέρον του ανηλίκου
Κάθε απόφαση οποιουδήποτε οργάνου της
επιτροπείας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του ανηλίκου.
Άρθρο
1649
Λήξη
της επιτροπείας
Η επιτροπεία λήγει με την ενηλικίωση του
ανηλίκου ή το θάνατό του.
Άρθρο
1650
Αυτοδίκαιη
παύση του επιτρόπου
Το λειτούργημα του επιτρόπου παύει
αυτοδικαίως, αν αυτός, μετά την έναρξη της επιτροπείας, χάσει εν όλω ή εν μέρει
τη δικαιοπρακτική του ικανότητα ή τεθεί υπό προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη.
Επίσης, αν κηρυχθεί σε αφάνεια ή αν διαταχθεί δικαστική επιμέλεια των υποθέσεών
του, σύμφωνα με το άρθρο 1689.
Άρθρο
1651
Παύση
με δικαστική απόφαση
Το δικαστήριο παύει, με αίτηση του εποπτικού
συμβουλίου ή και αυτεπαγγέλτως, τον επίτροπο, όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος,
ιδίως αν κρίνει ότι η συνέχιση της επιτροπείας του μπορεί να θέσει τα
συμφέροντα του ανηλίκου.
Άρθρο
1652
Απόδοση
της περιουσίας και τελική λογοδοσία
Ο επίτροπος μετά το τέλος της επιτροπείας
του έχει υποχρέωση να παραδώσει την περιουσία που διοίκησε και να λογοδοτήσει
για την όλη διοίκησή του.
Άρθρο
1653
Παραγραφή
Κάθε αξίωση κατά του επιτρόπου σχετική με τη
διοίκησή του παραγράφεται πέντε χρόνια μετά τη λήξη της επιτροπείας ή την παύση
του επιτρόπου. Από την παραγραφή αυτή εξαιρείται το κατάλοιπο από τη λογοδοσία.
Άρθρο
1654
Πράξεις
μετά τη λήξη
Για το χρόνο μετά τη λήξη της επιτροπείας ή
την παύση του επιτρόπου έχουν ανάλογη εφαρμογή τα άρθρα 1540 και 1541.
ΔΕΚΑΤΟ
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΝΑΔΟΧΗ ΑΝΗΛΙΚΟΥ
[Όπως προστέθηκε το Κεφάλαιο Δέκατο
Πέμπτο με το άρθρο 12 του ν 2447/96.]
Άρθρο
1655
Διατήρηση
των σχέσεων με τη φυσική οικογένεια ή τον επίτροπο
Όταν τρίτοι έχουν την πραγματική φροντίδα
του προσώπου του ανηλίκου, γιατί τους την ανέθεσαν είτε οι φυσικοί γονείς ή ο
επίτροπος είτε το δικαστήριο (ανάδοχοι γονείς ή ανάδοχη οικογένεια), οι έννομες
σχέσεις μεταξύ του ανηλίκου και της φυσικής τους οικογένειας ή του επιτρόπου
και ιδίως οι αρμοδιότητες από τη γονική μέριμνα ή την επιτροπεία παραμένουν
αμετάβλητες, εφόσον δεν ορίζεται στο νόμο διαφορετικά.
Άρθρο
1656
Υποχρεώσεις
των ανάδοχων γονέων
Οι ανάδοχοι γονείς οφείλουν να διευκολύνουν
τις προσωπικές σχέσεις και την επικοινωνία των φυσικών γονέων ή του επιτρόπου
με τον ανήλικο, εφόσον δεν παραβλάπτονται ουσιώδη συμφέροντά του. Σε περίπτωση
διαφωνίας αποφασίζει το δικαστήριο.
Άρθρο
1657
Οι ανάδοχοι γονείς οφείλουν επίσης να παρέχουν
ανελλιπώς στους φυσικούς γονείς ή στον επίτροπο, καθώς και στην αρμόδια
κοινωνική υπηρεσία, πληροφορίες σχετικές με το πρόσωπο και τις συνθήκες
διαβίωσης και ανάπτυξης του ανηλίκου.
Άρθρο
1658
Οι ανάδοχοι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να
ενεργούν εναντίον της βούλησης των φυσικών γονέων ή του επιτρόπου, αν αυτή
εκφράσθηκε ρητά.
Άρθρο
1659
Αρμοδιότητες
και δικαιώματα
Αν δεν παρέχονται σ' αυτούς περισσότερες
αρμοδιότητες από το νόμο ή με δικαστική απόφαση, οι ανάδοχοι γονείς ασκούν, στο
όνομα και για λογαριασμό των φυσικών γονέων ή του επιτρόπου, όσες αρμοδιότητες
τους είναι απαραίτητες για να μεριμνούν για τις τρέχουσες και τις επείγουσες
υποθέσεις του ανηλίκου. Έχουν επιπλέον, σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα να
αξιώνουν από τους φυσικούς γονείς ή τον επίτροπο, πριν αυτοί λάβουν οποιαδήποτε
απόφαση σχετική με τον ανήλικο, να τους παρέχουν τη δυνατότητα να διατυπώνουν
τη γνώμη τους.
Άρθρο
1660
Αφαίρεση
αρμοδιοτήτων από τους φυσικούς γονείς ή τον επίτροπο
Όταν η ένταξη του ανηλίκου στην ανάδοχη
οικογένεια γίνεται διαρκέστερη, ενώ παράλληλα εξασθενούν οι δεσμοί του με τους
φυσικούς γονείς του, οι ανάδοχοι γονείς έχουν το δικαίωμα να ζητούν από το
δικαστήριο να αφαιρεί από τους φυσικούς γονείς εν μέρει ή εν όλω την επιμέλεια
του προσώπου του ανηλίκου ή και τη διοίκηση της περιουσίας του. Στην τελευταία
περίπτωση οι ανάδοχοι γονείς καθίστανται επίτροποι.
Άρθρο
1661
Αν ο ανήλικος τελεί υπό επιτροπεία και
συντρέχουν προϋποθέσεις ανάλογες με αυτές του προηγούμενου άρθρου, οι ανάδοχοι
γονείς μπορούν να ζητήσουν από το δικαστήριο, είτε να διορισθούν συνεπίτροποι
είτε να ανατεθεί σ' αυτούς ολόκληρη η επιτροπεία.
Άρθρο
1662
Άρση
της αναδοχής
Με εξαίρεση τις περιπτώσεις των δύο
προηγούμενων άρθρων, οι φυσικοί γονείς ή ο επίτροπος που ανέθεσαν τη φροντίδα
του προσώπου του ανηλίκου στους ανάδοχους γονείς με σύμβαση, έχουν το δικαίωμα
να ανακαλούν την ανάθεση οποτεδήποτε. Με την ίδια εξαίρεση, μπορεί και το
δικαστήριο, αν η ανάθεση έγινε με απόφασή του, να θέτει τέρμα σ' αυτήν, όταν το
ζητούν οι φυσικοί γονείς ή ο επίτροπος, εφόσον διαπιστώνει ότι εξέλιπαν οι
λόγοι για τους οποίους αποφασισθεί το μέτρο.
Άρθρο
1663
Το δικαστήριο μπορεί επίσης να αίρει την
ανάθεση και να εμπιστεύεται τη φροντίδα του ανηλίκου σε άλλους, με αίτηση των
φυσικών γονέων ή του επιτρόπου, άλλων συγγενών, του εισαγγελέα ή και
αυτεπαγγέλτως, όταν διαπιστώνει ότι η ανάδοχη οικογένεια δεν είναι κατάλληλη να
ανταποκριθεί στα καθήκοντά της.
Άρθρο
1664
Τι
συνεκτιμά το δικαστήριο
Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση το δικαστηρίου
πρέπει να είναι σύμφωνη με το συμφέρον του ανηλίκου. Το δικαστήριο οφείλει,
ανάλογα με την ωριμότητα του ανηλίκου, να ακούει, πριν αποφασίσει, και τη δική
του γνώμη. Επίσης, οφείλει να ακούει τους ανάδοχους και τους φυσικούς γονείς ή
τον επίτροπο και να συνεκτιμά την έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας.
Άρθρο
1665
Εποπτεία
της κοινωνικής υπηρεσίας
Σε κάθε περίπτωση αναδοχής ανηλίκου, η
αρμόδια κοινωνική υπηρεσία παρακολουθεί με ειδικευμένα όργανά της την
εξασφάλιση των απαραίτητων υλικών και ηθικών προϋποθέσεων για την κανονική
διαβίωση και ανάπτυξη του ανηλίκου, επεμβαίνει με κατάλληλες συμβουλές ή άλλες
πρόσφορες μεθόδους κάθε φορά που το επιβάλλει το συμφέρον του και αναφέρεται
σχετικά στο δικαστήριο.
Όταν η αναδοχή του ανηλίκου γίνεται με
σύμβαση, έχουν τόσο οι φυσικοί γονείς ή ο επίτροπος όσο και οι ανάδοχοι γονείς
την υποχρέωση να αναγγείλουν χωρίς καθυστέρηση τη σύμβαση στην κοινωνική υπηρεσία.
ΔΕΚΑΤΟ
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
[Όπως αντικαταστάθηκε το Κεφάλαιο Δέκατο
Έκτο, με νέα αρίθμηση, από το άρθρο 13 του ν 2447/96.]
Άρθρο
1666
Ποιοι
υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση
Σε δικαστική συμπαράσταση υποβάλλεται ο
ενήλικος: 1. όταν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής
αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του.
2. όταν, λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει στον κίνδυνο της
στέρησης τον εαυτό του, το σύζυγό του, τους κατιόντες του ή τους ανιόντες του.
Ο ανήλικος, που βρίσκεται υπό γονική μέριμνα
ή επιτροπεία, μπορεί να υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση, αν συντρέχουν οι
όροι της, κατά το τελευταίο έτος της ανηλικότητας. Τα αποτελέσματα της υποβολής
σε δικαστική συμπαράσταση αρχίζουν, αφότου ο ανήλικος ενηλικιωθεί.
Άρθρο
1667
Η υποβολή στη δικαστική συμπαράσταση
αποφασίζεται από το δικαστήριο ύστερα από αίτηση του ίδιου του πάσχοντος ή του
συζύγου του, εφόσον υπάρχει εγγύηση έγγαμη συμβίωση, ή των γονέων ή τέκνων του
ή του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως. Στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου
του άρθρου 1666, την αίτηση μπορεί να υποβάλει και ο επίτροπος του ανηλίκου.
Όταν το πρόσωπο πάσχει αποκλειστικά από
σωματική αναπηρία, το δικαστήριο αποφασίζει μόνο ύστερα από αίτηση του ίδιου.
Άρθρο
1668
Οι δημόσιοι ή δημοτικοί υπάλληλοι, οι
εισαγγελείς τα όργανα των αρμόδιων κοινωνικών υπηρεσιών, καθώς και οι
προϊστάμενοι μονάδων ψυχικής υγείας οφείλουν να γνωστοποιούν στο δικαστήριο
κάθε περίπτωση που μπορεί να συνεπάγεται την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική
συμπαράσταση, αμέσως μόλις την πληροφορούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων
τους.
Άρθρο
1669
Ποιος
διορίζεται δικαστικός συμπαραστάτης
Το δικαστήριο διορίζει δικαστικό
συμπαραστάτη το φυσικό πρόσωπο που έχει προτείνει αυτός τον οποίο αφορά το
μέτρο, εφόσον ο τελευταίος έχει συμπληρώσει το δέκατο έκτος έτος της ηλικίας
του και το προτεινόμενο πρόσωπο κρίνεται κατάλληλο και μπορεί κατά το νόμο να
διορισθεί. Αν αυτός που χρειάζεται τη συμπαράσταση δεν προτείνει κανέναν ή αν
εκείνος που προτάθηκε δεν κρίνεται κατάλληλος, το δικαστήριο επιλέγει ελεύθερα
αυτόν που κρίνει περισσότερο κατάλληλο για τη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού
λάβει υπόψη του την τυχόν εκφρασμένη βούληση του συμπαραστατέου, να αποκλεισθεί
συγκεκριμένο πρόσωπο, τους δεσμούς του με τους συγγενείς του ή άλλα πρόσωπα και
ιδίως με τους γονείς του, τα τέκνα του και το σύζυγό του, καθώς και τον κίνδυνο
από την τυχόν υφιστάμενη αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στον συμπαραστατέο και σ'
αυτόν που πρόκειται να διορισθεί.
Άρθρο
1670
Ποιοι
αποκλείονται
Δεν διορίζεται δικαστικός συμπαραστάτης: 1.
αυτός που δεν έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα. 2. ο ενήλικος για τον οποίο
έχει διοριστεί προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης κατά το άρθρο 1672. 3 αυτός
που συνδέεται με σχέση εξάρτησης ή με οποιονδήποτε άλλο στενό δεσμό με τη
μονάδα ψυχικής υγείας στην οποία ο συμπαραστατέος έχει εισαχθεί για θεραπεία ή
απλώς διαμένει. Ο διορισμός που εμπίπτει στην πρώτη περίπτωση του προηγούμενου
εδαφίου δεν παράγει έννομα αποτελέσματα. Για τις δυο άλλες περιπτώσεις ισχύουν
τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφια του άρθρου 1596.
Άρθρο
1671
Αδυναμία
διορισμού
Αν δεν βρίσκεται κατάλληλο φυσικό πρόσωπο
για να διορισθεί δικαστικός συμπαραστάτης, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου
1669, η δικαστική συμπαράσταση ανατίθεται σε σωματείο ή ίδρυμα, που έχουν
συσταθεί ειδικά για το σκοπό αυτόν και διαθέτουν το κατάλληλο προσωπικό και
υποδομή, αλλιώς στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία. Το άρθρο 1635 έχει ανάλογη
εφαρμογή.
Άρθρο
1672
Προσωρινός
δικαστικός συμπαραστάτης
Το δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε πριν ή και
μετά την έναρξη της διαδικασίας για την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική
συμπαράσταση, να διορίσει, με αίτηση ενός από τα πρόσωπα του άρθρου 1667 ή και
αυτεπαγγέλτως, προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη. Η εξουσία του περιλαμβάνει κάθε
ασφαλιστικό μέτρο απαραίτητο για να αποφευχθεί σοβαρός κίνδυνος για το πρόσωπο
ή την περιουσία του συμπαραστατέου. Για το διάστημα από τη δημοσίευση της
απόφασης έως την τελεσιδικία της, ο διορισμός προσωρινού δικαστικού
συμπαραστάτη είναι υποχρεωτικός.
Άρθρο
1673
Η προσωρινή δικαστική συμπαράσταση λήγει με
την τελεσιδικία της απόφασης της κύριας δίκης. Το δικαστήριο μπορεί, ακόμη και
αυτεπαγγέλτως, να αίρει την προσωρινή δικαστική συμπαράσταση και οποτεδήποτε
άλλοτε, αν ο συμπαραστατέος δεν έχει πλέον ανάγκη αυτού του μέτρου.
Άρθρο
1674
Έκθεση
της κοινωνικής υπηρεσίας
Το δικαστήριο, προκειμένου να αποφασίσει την
υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση και το διορισμό δικαστικού
συμπαραστάτη, καθώς και όταν πρόκειται να διορίσει προσωρινό δικαστικό
συμπαραστάτη, συνεκτιμά την έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας σχετικά με
την αναγκαιότητα του μέτρου και την καταλληλότητα του προσώπου που πρόκειται να
διορίσει δικαστικός συμπαραστάτης ή του σωματείου ή του ιδρύματος, στα οποία
πρόκειται να ανατεθεί η δικαστική συμπαράσταση.
Άρθρο
1675
Δημοσιότητα
της απόφασης
Το διατακτικό της απόφασης για την υποβολή
σε δικαστική συμπαράσταση ή για το διορισμό προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη
καταχωρίζεται σε ειδικό βιβλίο που τηρείται στη γραμματεία του δικαστηρίου.
Άρθρο
1676
Αποτελέσματα
της υποβολής σε δικαστική συμπαράσταση
Ανάλογα με την περίπτωση, το δικαστήριο που
υποβάλλει ένα πρόσωπο σε δικαστική συμπαράσταση, είτε: 1. τον κηρύσσει ανίκανο
για όλες ή για ορισμένες δικαιοπραξίες, γιατί κρίνει ότι αδυνατεί να ενεργεί
γι' αυτές αυτοπροσώπως (στερητική δικαστική συμπαράσταση, πλήρης ή μερική) είτε
2. ορίζει ότι για την ισχύ όλων ή ορισμένων δικαιοπραξιών του απαιτείται η
συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη (επικουρική δικαστική συμπαράσταση,
πλήρης ή μερική) είτε 3. αποφασίζει συνδυασμό των δύο προηγούμενων ρυθμίσεων.
Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την αίτηση, οφείλει όμως να επιβάλλει στον
συμπαραστατούμενο τους ελάχιστους δυνατούς περιορισμούς που απαιτεί το συμφέρον
του. Στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1667, το δικαστήριο δεν
μπορεί να επιβάλει, με την αρχική ή την τροποποιητική απόφασή του, περιορισμούς
περισσότερους από όσους ζητούνται.
Άρθρο
1677
Με μεταγενέστερη απόφασή του, το δικαστήριο
μπορεί να τροποποιεί και αυτεπάγγελτα το είδος και την έκταση της δικαστικής
συμπαραστάτης.
Άρθρο
1678
Η υποβολή του συμπαραστατουμένου σε καθεστώς
πλήρους στέρησης της δικαιοπρακτικής του ικανότητας πρέπει να ορίζεται στην
απόφαση ρητά.
Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο ή στη
δικαστική απόφαση, ο συμπαραστατούμενος δεν μπορεί να επιχειρεί, αν η δικαστική
συμπαράσταση είναι στερητική αυτοπροσώπως και, αν είναι επικουρική, χωρίς τη
συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη, όσες πράξεις δεν μπορεί να επιχειρεί ο
επίτροπος του ανηλίκου χωρίς την άδεια του δικαστηρίου, ούτε να διεξάγει τις
συναφείς με αυτές δίκες.
Επίσης δεν μπορεί, εφόσον δεν του έχει
επιτραπεί ρητά, να επιχειρεί μόνος χαριστικές δικαιοπραξίες, να εισπράττει
απαιτήσεις και να παρέχει εξόφληση.
Η διάταξη του άρθρου 1527 έχει ανάλογη
εφαρμογή.
Άρθρο
1679
Όταν το δικαστήριο υποβάλλει τον
συμπαραστατούμενο σε συνδυασμό στερητικής και επικουρικής δικαστικής
συμπαράστασης, ορίζει ρητά στην απόφασή του ποιες πράξεις δεν μπορεί ο
συμπαραστατούμενος να επιχειρεί αυτοπροσώπως και ποιες δεν μπορεί να επιχειρεί
χωρίς τη συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη του. ο συνδυασμός μπορεί να
συνίσταται και στο να αφαιρεί το δικαστήριο από αυτόν τον οποίο υποβάλλει σε
επικουρική δικαστική συμπαράσταση, την αυτοπρόσωπη διοίκηση της περιουσίας του,
είτε στερώντας του ταυτόχρονα και την ελεύθερη διάθεση των εισοδημάτων από
αυτήν είτε όχι, και να την αναθέτει στον δικαστικό συμπαραστάτη.
Άρθρο
1680
Αρμοδιότητες
ως προς την επιμέλεια
Το δικαστήριο μπορεί να αναθέτει στον
δικαστικό συμπαραστάτη εν όλω ή εν μέρει και την επιμέλεια του προσώπου του
συμπαραστατουμένου. Κατά την άσκηση της επιμέλειας, ο δικαστικός συμπαραστάτης
οφείλει να εξασφαλίζει στον συμπαραστατουμένου τη δυνατότητα να διαμορφώνει
μόνος του τις προσωπικές του σχέσεις, εφόσον του το επιτρέπει η κατάστασή του.
Άρθρο
1681
Έναρξη
αποτελεσμάτων
Τα αποτελέσματα της δικαστικής συμπαράστασης
αρχίζουν αφότου δημοσιευθεί η σχετική απόφαση. Για την έναρξη όμως του
λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη απαιτείται τελεσιδικία της απόφασης
που τον διορίζει.
Άρθρο
1682
Λειτουργία
της δικαστικής συμπαράστασης
Σε κάθε περίπτωση στερητικής δικαστικής
συμπαράστασης έχουν, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ανάλογη εφαρμογή οι
διατάξεις για την επιτροπεία ανηλίκων. Τα έργα της εποπτείας της δικαστικής
συμπαράστασης ασκεί συμβούλιο από τρία έως πέντε μέλη, τα οποία διορίζονται με
την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη από συγγενείς ή φίλους
του συμπαραστατουμένου (εποπτικό συμβούλιο). Η δεύτερη παράγραφος του άρθρου
1634 εφαρμόζεται αναλόγως. Στην περίπτωση προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη,
τα έργα της εποπτείας της δικαστικής συμπαράστασης ασκεί ο ειρηνοδίκης.
Άρθρο
1683
Η συναίνεση του δικαστικού συμπαραστάτη, από
την οποία εξαρτάται η ισχύς ορισμένων ή και όλων των δικαιοπραξιών αυτού που
έχει υποβληθεί σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση, παρέχεται εγγράφως, μόνο
πριν από την επιχείρηση της πράξης. Αν ο δικαστικός συμπαραστάτης αρνείται να
συναινέσει, αποφασίζει το δικαστήριο ύστερα από αίτηση του συμπαραστατουμένου.
Οι πράξεις του συμπαραστατουμένου, για τις οποίες ο νόμος απαιτεί τη συναίνεση
του δικαστικού συμπαραστάτη, είναι άκυρες, αν επιχειρήθηκαν χωρίς αυτή τη
συναίνεση. Την ακυρότητα προτείνει μόνο ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο
συμπαραστατούμενος και οι καθολικοί και οι ειδικοί διάδοχοί του.
Άρθρο
1684
Στοιχεία
που συνεκτιμώνται
Όλες οι πράξεις του δικαστικού συμπαραστάτη,
του εποπτικού συμβουλίου ή του δικαστηρίου πρέπει να αποβλέπουν στο συμφέρον
του συμπαραστατουμένου. Πριν από κάθε ενέργεια ή απόφαση, πρέπει να επιδιώκεται
η προσωπική επικοινωνία με τον συμπαραστατούμενο και να συνεκτιμάται η γνώμη
του.
Άρθρο
1685
Άρση
της δικαστικής συμπαράστασης
Αν έλειψαν οι λόγοι που την προκάλεσαν, η
δικαστική συμπαράσταση αίρεται με απόφαση του δικαστηρίου ύστερα από αίτηση των
προσώπων που μπορούν να τη ζητήσουν ή και αυτεπαγγέλτως.
Στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου του
άρθρου 1667, το δικαστήριο αποφασίζει την άρση της δικαστικής συμπαράστασης,
κατά την ελεύθερη εκτίμησή του, μόνο όταν το ζητεί ο ίδιος ο
συμπαραστατούμενος.
Η απόφαση που αίρει τη δικαστική
συμπαράσταση υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 1675.
Άρθρο
1686
Αν ο δικαστικός συμπαραστάτης γνωρίζει
περιστατικά που δικαιολογούν οποιαδήποτε μεταβολή στο καθεστώς της δικαστικής
συμπαράστασης, οφείλει να τα γνωστοποιεί στο δικαστήριο χωρίς καθυστέρηση.
Άρθρο
1687
Ακούσια
νοσηλεία
Όταν η κατάσταση ενός προσώπου επιβάλλει την
ακούσια νοσηλεία του σε μονάδα ψυχικής υγείας, αυτή γίνεται μετά προηγούμενη
άδεια του δικαστηρίου και κατά τις διατάξεις ειδικών νόμων.
Άρθρο
1688
Δικαστική
συμπαράσταση όσων εκτίουν ποινή στερητικής της ελευθερίας
Με δικαστική απόφαση μπορεί να υποβληθεί σε
επικουρική δικαστική συμπαράσταση και όποιος εκτίει ποινή στερητική της
ελευθερίας του τουλάχιστον δύο ετών. Η δικαστική συμπαράσταση κηρύσσεται μόνο
με αίτηση του προσώπου που εκτίει την ποινή και μόνο για τις πράξεις που αυτός
προσδιόρισε στην αίτησή του.
ΔΕΚΑΤΟ
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΞΕΝΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ
[Όπως αντικαταστάθηκε το Κεφάλαιο Δέκατο
Έβδομο, με νέα αρίθμηση, από το άρθρο 13 του ν 2447/96.]
Άρθρο
1689
Περίπτωση
απουσίας ανηλίκου
Αν απουσιάζει ενήλικος και είναι άγνωστος ο
τόπος διαμονής του, εφόσον η περιουσία του έχει ανάγκη από επιμέλεια, το δικαστήριο
διορίζει και αυτεπαγγέλτως επιμελητή για τη διοίκηση της περιουσίας του. Το
ίδιο ισχύει και αν ο απών έχει γνωστή διαμονή, εμποδίζεται όμως να επιστρέψει
και να φροντίσει για την περιουσία του.
Αν ο απών έχει αντιπρόσωπο, επιμελητής
διορίζεται μόνο αν οι περιστάσεις επιβάλλουν να ανακληθεί η εξουσία του
αντιπροσώπου.
Άρθρο
1690
Το δικαστήριο μπορεί να διορίσει, για τον
απόντα, επιμελητή και για ειδική μόνο υπόθεση.
Άρθρο
1691
Δικαστική
επιμέλεια για χάρη άγνωστου ή αβέβαιου κυρίου
Αν δεν είναι γνωστό ή είναι αβέβαιο ποιος
είναι ο κύριος μιας υπόθεσης και αυτή έχει ανάγκη από φροντίδα, το δικαστήριο
μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διορίσει για την υπόθεση αυτή επιμελητή για χάρη
του κυρίου της.
Άρθρο
1692
Επιμελητής, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο,
μπορεί να διοριστεί, για το χρονικό διάστημα έως την επαγωγή της κληρονομίας,
και υπέρ καταπιστευματοδόχου που δεν έχει ακόμα συλληφθεί ή που ο προσδιορισμός
του προσώπου του έχει εξαρτηθεί στη διαθήκη από μελλοντικό γεγονός.
Άρθρο
1693
Εφαρμογή
των διατάξεων για την επιτροπεία
Σε όλες τις περιπτώσεις αυτού του κεφαλαίου
έχουν κατά τα λοιπά ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις για την επιτροπεία ανηλίκων,
εφόσον δεν ορίζεται με ειδική διάταξη διαφορετικά. Την εποπτεία ασκεί ο
ειρηνοδίκης.
Άρθρο
1694
Άρση
της δικαστικής επιμέλειας
Η δικαστική επιμέλεια αίρεται με απόφαση του
δικαστηρίου, μόλις εκλείψουν οι λόγοι που την επέβαλαν.
Η δικαστική επιμέλεια για μια μόνο υπόθεση
αίρεται αυτοδικαίως μόλις περατωθεί η υπόθεση αυτή. Αυτοδικαίως αίρεται επίσης
η δικαστική επιμέλεια της περιουσίας απόντος, αν αυτός κηρυχθεί άφαντος.
ΔΕΚΑΤΟ
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
[ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ]
Καταργήθηκε
με το άρθρο 13 του ν 2447/96
Παναγιώτης Παπαδουλάκης, δικηγόρος στο Εφετείο Κρήτης