ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ
ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΓΕΝΙΚΑ
Άρθρο
287
Έννοια
της ενοχής
Ενοχή είναι η σχέση, με την οποία ένα
πρόσωπο έχει υποχρέωση προς ένα άλλο σε παροχή. Η παροχή μπορεί να συνιστάται
και σε παράλειψη.
Άρθρο
288
Ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την
παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη.
Άρθρο
289
Παροχή
κατά γένος
Αν το πράγμα που οφείλεται είναι ορισμένο
μόνο κατά γένος, το δικαίωμα της επιλογής, αν δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη
σχέση ανήκει στον οφειλέτη.
Ο οφειλέτης δεν έχει υποχρέωση να δώσει από
τα άριστα πράγματα του γένους, ούτε έχει δικαίωμα να δώσει από τα χειρότερα.
Άρθρο
290
Αν ο οφειλέτης αποχωρίσει από το γένος ένα
πράγμα με σκοπό την καταβολή, η ενοχή συγκεντρώνεται σ' αυτό μόνο αφότου ο
δανειστής γίνει υπερήμερος ως προς την αποδοχή του.
Αν ο οφειλέτης με αίτηση του δανειστή
αποστέλλει το πράγμα σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο εκπλήρωσης της παροχής, η
συγκέντρωση επέρχεται αφότου το πράγμα παραδοθεί για την αποστολή.
Άρθρο
291
Παροχή
σε ξένο νόμισμα
Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο
νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το
αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα
αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής.
Άρθρο
292
Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο
νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, αν ο οφειλέτης έγινε υπερήμερος,
ισχύει ό,τι και στη μη έγκαιρη εκπλήρωση κάθε οφειλής χρηματικού ποσού.
Αν υπερήμερος έγινε ο δανειστής, η
υπερτίμηση του ξένου νομίσματος μετά την υπερημερία του δανειστή δεν βαρύνει
τον οφειλέτη.
Άρθρο
293
Ποσοστό
τόκου
Το ανώτατο όριο του τόκου που οφείλεται από
δικαιοπραξία προσδιορίζεται όπως ορίζει ο νόμος. Οι προμήθειες ή άλλα
ανταλλάγματα που συνομολογούνται ή καταβάλλονται επιπλέον του τόκου λογίζονται
ως τόκος.
Το ποσοστό του νόμιμου τόκου ή του τόκου
υπερημερίας προσδιορίζεται όπως ορίζει ο νόμος.
Άρθρο
294
Κάθε δικαιοπραξία για τόκο που υπερβαίνει το
ανώτατο θεμιτό όριο είναι άκυρη ως προς το επιπλέον.
Άρθρο
295
Αν οφείλεται τόκος από δικαιοπραξία χωρίς να
ορίζεται το ποσοστό του, ισχύει ο νόμιμος τόκος.
Ο τόκος από δικαιοπραξία, εφόσον δεν
ορίζεται σ' αυτήν κάτι άλλο, καταβάλλεται κάθε χρόνο.
Άρθρο
296
Τόκος
τόκου
Για τόκους κάθε είδους οφείλεται τόκος, αν
τέτοιος τόκος συμφωνηθεί ή αν ζητηθεί με αγωγή. και στις δύο όμως περιπτώσεις μόνο για οφειλόμενους τόκους ενός
ολόκληρου τουλάχιστον έτους ή μιας χρήσης αν πρόκειται για το δημόσιο. Η
συμφωνία για πληρωμή τέτοιου τόκου πρέπει να γίνεται ή η αγωγή να επιδίδεται,
αφού λήξει το έτος ή η χρήση.
Ταμιευτήρια, πιστωτικά ιδρύματα και τράπεζες
μπορούν να ορίσουν με το καταστατικό τους ή να συνομολογήσουν από πριν ότι οι
τόκοι καταθέσεων που δεν εισπράττονται θα ισχύσουν ως νέα έντοκη κατάθεση.
Άρθρο
297
Διαφέρον
Ο υπόχρεος σε αποζημίωση οφείλει να την
παράσχει σε χρήμα. Αντί για χρηματική αποζημίωση το δικαστήριο μπορεί,
εκτιμώντας τις ειδικές περιστάσεις, να διατάξει την αποκατάσταση της
προηγούμενης κατάστασης, εφόσον η αποζημίωση με τον τρόπο αυτό δεν προσκρούει
στο συμφέρον του δανειστή.
Άρθρο
298
Η αποζημίωση περιλαμβάνει τη μείωση της
υπάρχουσας περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), καθώς και το διαφυγόν κέρδος.
Τέτοιο κέρδος λογίζεται εκείνο που προσδοκά κανείς με πιθανότητα σύμφωνα με τη
συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα
προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί.
Άρθρο
299
Ζημία
μη περιουσιακή
Για μη περιουσιακή ζημία οφείλεται χρηματική
ικανοποίηση στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος.
Άρθρο
300
Ζημία
από οικείο πταίσμα
Αν εκείνος που ζημιώθηκε συντέλεσε από δικό
του πταίσμα στη ζημία ή την έκτασή της, το δικαστήριο μπορεί να μην επιδικάσει
αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό της. Το ίδιο ισχύει και όταν εκείνος που
ζημιώθηκε παρέλειψε να αποτρέψει ή να περιορίσει τη ζημία ή δεν επέστησε την
προσοχή του οφειλέτη στον κίνδυνος ασυνήθιστα μεγάλης ζημίας, τον οποίο ο
οφειλέτης ούτε γνώριζε ούτε όφειλε να γνωρίζει.
Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για το
πταίσμα των προσώπων για τα οποία ευθύνεται εκείνος που ζημιώθηκε.
Άρθρο
301
Υποχρέωση
λόγω δαπανών
Ο υπόχρεος σε αποζημίωση λόγω δαπανών που
έγιναν οφείλει από το χρόνο της δαπάνης νόμιμο τόκο στην αξία που δαπανήθηκε
κατά το χρόνο αυτό.
Για δαπάνες που έγιναν σε αντικείμενο που
πρέπει να αποδοθεί δεν οφείλονται τόκοι για όσο χρονικό διάστημα αυτός που έχει
δικαίωμα σε αποζημίωση αποκομίζει τα ωφελήματα ή τους καρπούς του αντικειμένου.
Άρθρο
302
Δικαίωμα
αφαίρεσης
Όποιος, λόγω δαπανών που έγιναν σε πράγμα
που πρέπει να αποδοθεί, έχει δικαίωμα να αφαιρέσει τα κατασκευάσματα που είναι
πάνω στο πράγμα, οφείλει, ασκώντας το δικαίωμα της αφαίρεσης, να επαναφέρει το
πράγμα στην προηγούμενη κατάσταση με δικά του έξοδα. Αν η κατοχή του πράγματος
περιήλθε στον άλλο, αυτός έχει δικαίωμα να εμποδίσει την αφαίρεση, εφόσον δεν
του παρέχεται ασφάλεια για τη ζημία από την αφαίρεση.
Άρθρο
303
Υποχρέωση
σε λογοδοσία
Όποιος έχει τη διαχείριση μιας ολικά ή
μερικά ξένης υπόθεσης, εφόσον η διαχείριση συνεπάγεται εισπράξεις και δαπάνες,
έχει υποχρέωση να λογοδοτήσει. Για το σκοπό αυτόν ο δοσίλογος οφείλει να
ανακοινώσει στο δεξίλογο λογαριασμό που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και
των εξόδων, καθώς και ό,τι προκύπτει από την αντιπαράθεση αυτή και να
επισυνάψει τα δικαιολογητικά, εφόσον συνηθίζονται.
Άρθρο
304
Υποχρέωση
σε απόδοση ομάδας
Όποιος έχει υποχρέωση να αποδώσει ομάδα
αντικειμένων ή να δώσει πληροφορίες γι' αυτήν, οφείλει να εγχειρίσει στο
δικαιούχο κατάλογο των στοιχείων της ομάδας.
Άρθρο
305
Διαζευκτική
ενοχή
Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες
παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της
επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης.
Άρθρο
306
Επιλογή
Η επιλογή γίνεται με δήλωση προς το άλλο
μέρος η δήλωση είναι αμετάκλητη και δεν επιδέχεται αίρεση ή προθεσμία.
Αν οι δανειστές ή οι οφειλέτες είναι
περισσότεροι, η δήλωση της επιλογής γίνεται σε κάθε περίπτωση από όλους ή προς
όλους μαζί.
Άρθρο
307
Απλοποίηση
Με την επιλογή η διαζευκτική ενοχή γίνεται
απλή.
Άρθρο
308
Αν ο οφειλέτης, έχοντας το δικαίωμα
επιλογής, δεν το ασκήσει έως την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, το δικαίωμα
επιλογής περιέχεται στο δανειστή.
Άρθρο
309
Απώλεια
του δικαιώματος επιλογής
Αν ο δανειστής, έχοντας το δικαίωμα
επιλογής, γίνει υπερήμερος, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να του τάξει εύλογη
προθεσμία για να ασκήσει το δικαίωμα επιλογής. Αν η προθεσμία περάσει άπρακτη,
το δικαίωμα της επιλογής περιέχεται στον οφειλέτη.
Άρθρο
310
Συγκέντρωση
της διαζευκτικής ενοχής
Αν η ενοχή είναι διαζευκτική και η μία από
τις παροχές είναι ή γίνει αδύνατη, η ενοχή συγκεντρώνεται στις υπόλοιπες με την
επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 311 έως 314.
Άρθρο
311
Αδυναμία
σε περίπτωση διαζευκτικής ενοχής
Ο οφειλέτης αν έχει το δικαίωμα της επιλογής
και η μία παροχή γίνει αδύνατη από πταίσμα του και έπειτα και η άλλη από τυχαίο
γεγονός, οφείλει την αξία της παροχής που έγινε αδύνατη από τυχαίο γεγονός.
Άρθρο
312
Αν το δικαίωμα της επιλογής έχει ο οφειλέτης
και η μία παροχή γίνει αδύνατη από πταίσμα του δανειστή, ο οφειλέτης έχει
δικαίωμα ή να καταβάλει την παροχή που σώζεται και να απαιτήσει αποζημίωση γι'
αυτή που έγινε αδύνατη ή να θεωρήσει τον εαυτό του απαλλαγμένο από κάθε
υποχρέωση.
Άρθρο
313
Αν το δικαίωμα της επιλογής έχει ο δανειστής
και η μία παροχή γίνει αδύνατη από πταίσμα του, έχει δικαίωμα ο δανειστής ή να
ζητήσει την παροχή που σώζεται και να αποζημιώσει τον οφειλέτη γι' αυτή που
έγινε αδύνατη ή να θεωρήσει ότι η ενοχή έχει αποσβεσθεί.
Άρθρο
314
Αν το δικαίωμα της επιλογής έχει ο δανειστής
και η μία παροχή γίνει αδύνατη από πταίσμα του οφειλέτη, ο δανειστής έχει
δικαίωμα να απαιτήσει ή την παροχή που σώζεται ή αποζημίωση γι' αυτή που έγινε
αδύνατη.
Άρθρο
315
Οι διατάξεις των άρθρων 311 έως 314
εφαρμόζονται αναλόγως και όταν η διαζευκτική ενοχή περιέχει περισσότερες από
δύο παροχές.
Άρθρο
316
Μερική
εκπλήρωση
Ο οφειλέτης δεν έχει το δικαίωμα να
εκπληρώσει κατά ένα μέρος την οφειλόμενη παροχή.
Άρθρο
317
Εκπλήρωση
από τρίτο
Η παροχή μπορεί να εκπληρωθεί και από
τρίτον, εκτός αν ο δανειστής έχει συμφέρον να την εκπληρώσει ο οφειλέτης.
Άρθρο
318
Ο δανειστής μπορεί να αρνηθεί την παροχή που
προσφέρεται από τρίτον, αν ο οφειλέτης δήλωσε ότι είναι αντίθετος σ' αυτήν.
Άρθρο
319
Δικαίωμα
τρίτου σε προσφορά και υποκατάσταση
Αν επισπεύδεται αναγκαστική εκποίηση κατά
του οφειλέτη, όποιος εξαιτίας της κινδυνεύει να χάσει εμπράγματο δικαίωμα ή την
κατοχή πάνω στο πράγμα που εκποιείται, έχει δικαίωμα να ικανοποιήσει το
δανειστή με καταβολή, δημόσια κατάθεση ή συμψηφισμό.
Εφόσον ο δανειστής ικανοποιείται, αυτός που
τον ικανοποίησε υποκαθίσταται στα δικαιώματά του.
Άρθρο
320
Τόπος
παροχής
Αν ο τόπος της παροχής δεν συνάγεται ούτε
από τη δικαιοπραξία ούτε από τις περιστάσεις και ιδίως από τη φύση της ενοχικής
σχέσης, η παροχή καταβάλλεται στον τόπο όπου ο οφειλέτης είχε την κατοικία του
κατά τη γένεση της ενοχής.
Αν η υποχρέωση προέρχεται από την άσκηση του
επαγγέλματος του οφειλέτη, αντί για τον τόπο της κατοικίας ισχύει ο τόπος της
επαγγελματικής του εγκατάστασης.
Άρθρο
321
Αν η παροχή είναι χρηματική, σε περίπτωση
αμφιβολίας ο οφειλέτης πρέπει να την καταβάλει στον τόπο όπου ο δανειστής έχει
την κατοικία του κατά το χρόνο της καταβολής.
Αν η απαίτηση προέρχεται από την άσκηση του
επαγγέλματος του δανειστή, αντί για τον τόπο της κατοικίας ισχύει ο τόπος της
επαγγελματικής του εγκατάστασης.
Άρθρο
322
Αν η εκπλήρωση παροχής που πρέπει να
καταβληθεί στην κατοικία του δανειστή έγινε σημαντικά δυσχερέστερη επειδή ο
δανειστής μετέβαλε την κατοικία του μετά τη γένεση της ενοχής ο οφειλέτης
μπορεί να καταβάλει στην αρχική κατοικία του δανειστή.
Άρθρο
323
Χρόνος
παροχής
Αν ο χρόνος της παροχής δεν συνάγεται ούτε
από τη δικαιοπραξία ούτε από τις περιστάσεις και ιδίως από τη φύση της ενοχικής
σχέσης, έχει δικαίωμα ο δανειστής να απαιτήσει και ο οφειλέτης να εκπληρώσει
την παροχή αμέσως.
Άρθρο
324
Αν ο χρόνος της παροχής είναι ορισμένος, ο
οφειλέτης σε περίπτωση αμφιβολίας έχει δικαίωμα να εκπληρώσει την παροχή και
πριν από το χρόνο αυτό. Δεν έχει όμως δικαίωμα να αφαιρέσει προεξοφλητικό τόκο,
εφόσον δεν συνάγεται κάτι άλλο από το νόμο ή τη δικαιοπραξία.
Άρθρο
325
Δικαίωμα
επίσχεσης
Αν ο οφειλέτης έχει κατά του δανειστή
ληξιπρόθεσμη αξίωση συναφή με την οφειλή του, έχει δικαίωμα, εφόσον δεν
προκύπτει κάτι άλλο, να αρνηθεί την εκπλήρωση της παροχής ωσότου ο δανειστής
εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει (δικαίωμα επίσχεσης).
Άρθρο
326
Δικαίωμα επίσχεσης έχει ιδίως και ο υπόχρεος
να αποδώσει ένα πράγμα για δαπάνες που έγιναν πάνω σ' αυτό ή για ζημία που
έπαθε απ' αυτό.
Άρθρο
327
Δικαίωμα επίσχεσης δεν υπάρχει κατά
αξιώσεων, κατά των οποίων δεν αντιτάσσεται συμψηφισμός.
Άρθρο
328
Ο δανειστής μπορεί να αποκρούσει το δικαίωμα
της επίσχεσης παρέχοντας ασφάλεια. Η ασφάλεια με εγγυητή αποκλείεται.
Άρθρο
329
Αν ο οφειλέτης που έχει εναχθεί από το
δανειστή αντιτάσσει το δικαίωμα της επίσχεσης, η καταδίκη του οφειλέτη σε
παροχή γίνεται με τον όρο της ταυτόχρονης εκπλήρωσης από το δανειστή της
υποχρέωσης που τον βαρύνει.
Άρθρο
330
Ευθύνη
λόγω πταίσματος
Ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίστηκε κάτι
άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των
νόμιμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που
απαιτείται στις συναλλαγές.
Άρθρο
331
Αν ο είναι ανήλικος κάτω των δεκατεσσάρων
ετών ή δεν έχει συνείδηση των πράξεών του ή βρίσκεται σε ψυχική ή διανοητική
διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της κρίσης και της βούλησής
του ή, τέλος, είναι κωφάλαλος, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 915 έως
918.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 του ν 2447/96.)
Άρθρο
332
Συμφωνία
για μη ευθύνη από πταίσμα
Άκυρη είναι κάθε εκ των προτέρων συμφωνία με
την οποία αποκλείεται ή περιορίζεται την ευθύνη από δόλο ή βαριά αμέλεια.
Άκυρη είναι επίσης η εκ των προτέρων
συμφωνία ότι δεν θα ευθύνεται ο οφειλέτης και για ελαφριά ακόμη αμέλεια, αν ο
δανειστής βρίσκεται στην υπηρεσία του οφειλέτη ή η ευθύνη προέρχεται από την
άσκηση επιχείρησης για την οποία προηγήθηκε παραχώρηση της αρχής. Το ίδιο
ισχύει και αν η απαλλακτική ρήτρα περιέρχεται σε όρο της σύμβασης που δεν
αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης ή αν με ρήτρα απαλλάσσεται ο
οφειλέτης από την ευθύνη για προσβολή αγαθών που απορρέουν από την
προσωπικότητα και ιδίως της ζωής, της υγείας, της ελευθερίας ή της τιμής.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 παρ.1 του ν. 3043/2002)
Άρθρο
333
Όποιος ευθύνεται με μέτρο μόνο την επιμέλεια
που δείχνει συνήθως στις δικές του υποθέσεις δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη
για βαριά αμέλεια.
Άρθρο
334
Ευθύνη
από πταίσμα του προστηθέντος
1. Ο οφειλέτης ευθύνεται για το πταίσμα των
προσώπων που χρησιμοποιεί για να εκπληρώσει την παροχή, όπως για δικό του
πταίσμα.
2. Η ευθύνη αυτή μπορεί εκ των προτέρων να
περιοριστεί ή να αποκλειστεί, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις του
άρθρου 332.
(Όπως η παρ.2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3042/2002)
ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ
Άρθρο
335
Αδυναμία
για εκπλήρωση
Αν κατά την εκπλήρωσή της η παροχή είναι
ολικά ή μερικά αδύνατη για λόγους που είτε είναι γενικοί είτε αφορούν τον
οφειλέτη, αυτός έχει υποχρέωση να ανορθώσει τη ζημία του δανειστή που επέρχεται
από την αδυναμία.
Άρθρο
336
Πότε
επέρχεται απαλλαγή λόγω αδυναμίας
Ο οφειλέτης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση
εξαιτίας αδυναμίας να εκπληρώσει την παροχή, αν αποδείξει ότι η αδυναμία
οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη. Οφείλει όμως αμέσως, μόλις
μάθει την αδυναμία για εκπλήρωση, να ειδοποιήσει το δανειστή.
Άρθρο
337
Μερική
αδυναμία
Σε περίπτωση μερικής υπαίτιας αδυναμίας του
οφειλέτη να εκπληρώσει την παροχή ο δανειστής, μέσα σε εύλογη προθεσμία αφότου
γίνει η προσφορά ή η πρόσκληση από τον οφειλέτη, αν δεν έχει συμφέρον στη
μερική εκπλήρωση, έχει δικαίωμα να την αρνηθεί στη μερική εκπλήρωση, έχει
δικαίωμα να την αρνηθεί εντελώς και να θεωρήσει την αδυναμία ολική.
Άρθρο
338
Περιελθόν
Αν ο οφειλέτης απαλλάχθηκε από την υποχρέωσή
του, επειδή βρισκόταν σε αδυναμία να την εκπληρώσει από γεγονός για το οποίο
δεν έχει ευθύνη, οφείλει να αποδώσει στο δανειστή καθετί που περιήλθε σ' αυτόν
εξαιτίας αυτού του γεγονότος.
Άρθρο
339
Μη
εκπλήρωση παροχής που επιδικάστηκε
Αν ο οφειλέτης καταδικάστηκε τελεσίδικα σε
παροχή μη χρηματική, ο δανειστής μπορεί να του τάξει εύλογη προθεσμία για να
εκπληρώσει την παροχή, δηλώνοντας συνάμα ότι μετά την πάροδο της προθεσμίας
αποκρούει την παροχή. Αν η προθεσμία περάσει άπρακτη, οφείλεται μόνο αποζημίωση
για μη εκπλήρωση της παροχής.
Άρθρο
340
Υπερημερία
του οφειλέτη
Ο οφειλέτης ληξιπρόθεσμης παροχής γίνεται
υπερήμερος, αν προηγήθηκε δικαστική ή εξώδικη όχληση του δανειστή.
Άρθρο
341
Δήλη
ημέρα
Αν για την εκπλήρωση της παροχής συμφωνηθεί
ορισμένη ημέρα, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ημέρας
αυτής.
Αν για την εκπλήρωση της παροχής έχει ταχθεί
ορισμένη προθεσμία από την καταγγελία, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος όταν αφού
γίνει η καταγγελία, περάσει η προθεσμία.
Άρθρο
342
Ο οφειλέτης δεν γίνεται υπερήμερος, αν η
καθυστέρηση της παροχής οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη.
Άρθρο
343
Συνέπειες
Ο υπερήμερος οφειλέτης εκτός από την παροχή
οφείλει και αποζημίωση για τη ζημία του δανειστή από την καθυστέρηση.
Αν ο δανειστής εξαιτίας της υπερημερίας δεν
έχει πια συμφέρον στην εκπλήρωση της παροχής, έχει δικαίωμα, μέσα σε εύλογη
προθεσμία αφότου γίνει η προσφορά ή η πρόσκληση από τον οφειλέτη, να αποκρούσει
την παροχή και να απαιτήσει αποζημίωση για τη μη εκπλήρωση.
Άρθρο
344
Ο οφειλέτης κατά τη διάρκεια της υπερημερίας
ευθύνεται για κάθε αμέλεια. Ευθύνεται επίσης για τα τυχαία γεγονότα, εκτός αν
αποδείξει ότι η ζημία θα επερχόταν και αν η παροχή εκπληρωνόταν έγκαιρα.
Άρθρο
345
Υπερημερία
σε περίπτωση χρηματικής οφειλής
Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή, ο
δανειστής σε περίπτωση υπερημερίας έχει δικαίωμα να απαιτήσει τον τόκο
υπερημερίας που ορίζεται από το νόμο ή με δικαιοπραξία χωρίς να είναι
υποχρεωμένος να αποδείξει ζημία. Ο δανειστής, αν αποδείξει και άλλη θετική
ζημία, εφόσον στο νόμο δεν ορίζεται διαφορετικά, έχει δικαίωμα να απαιτήσει και
αυτήν.
Άρθρο
346
Έναρξη
τόκων με επίδοση αγωγής
Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν
είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το
ληξιπρόθεσμο χρέος.
Άρθρο
347
Ο οφειλέτης αντικειμένου αν υποχρεωθεί να
καταβάλει την αξία του εξαιτίας γεγονότος που συνέβη κατά τη διάρκεια της
υπερημερίας του, οφείλει νόμιμους τόκους στο ποσό της αξίας από το χρόνο που
λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της.
Άρθρο
348
Η
ευθύνη για το πράγμα μετά την αγωγή
Όποιος οφείλει ορισμένο πράγμα ευθύνεται
αφότου επιδόθηκε η αγωγή σε αποζημίωση για χειροτέρευση ή καταστροφή ή αδυναμία
να το αποδώσει, σύμφωνα με τις διατάξεις για τη διεκδίκηση, με την επιφύλαξη
της τυχόν μεγαλύτερης ευθύνης από την ενοχική σχέση ή την υπερημερία.
Το ίδιο ισχύει και για την αξίωση του
δανειστή να του αποδοθούν ωφελήματα καθώς και για την αξίωση του οφειλέτη να
του αποδοθούν δαπάνες.
ΤΡΙΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΣΤΗ
Άρθρο
349
Πότε
είναι υπερήμερος ο δανειστής
Ο δανειστής γίνεται υπερήμερος αν δεν
αποδέχεται την παροχή που του προσφέρεται.
Η προσφορά πρέπει να είναι πραγματική και η
προσήκουσα.
Άρθρο
350
Ο δανειστής γίνεται υπερήμερος και με
προσφορά του οφειλέτη μη πραγματική, αν δήλωσε ήδη ότι δεν δέχεται την παροχή.
Άρθρο
351
Ο δανειστής γίνεται επίσης υπερήμερος, αν,
μολονότι προσκλήθηκε από τον οφειλέτη, δεν προβαίνει στην απαιτούμενη πράξη ή
σύμπραξη, χωρίς την οποία δεν μπορεί ο οφειλέτης να εκπληρώσει την παροχή.
Δεν απαιτείται πρόσκληση, αν για την πράξη
που πρέπει να επιχειρήσει ο δανειστής συμφωνήθηκε είτε ορισμένη ημέρα είτε
παρέλευση ορισμένης προθεσμίας από την καταγγελία.
Άρθρο
352
Στις περιπτώσεις των δύο προηγούμενων άρθρων
ο δανειστής δεν γίνεται υπερήμερος αν ο οφειλέτης δεν ήταν σε θέση να
εκπληρώσει την παροχή κατά το χρόνο της προσφοράς ή της πράξης που έπρεπε να
επιχειρήσει ο δανειστής.
Άρθρο
353
Υπερημερία
στις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις
Αν ο οφειλέτης έχει την υποχρέωση παροχής
μόνο έναντι αντιπαροχής, ο δανειστής γίνεται υπερήμερος αν είναι πρόθυμος να
δεχτεί την παροχή που του προσφέρεται αλλά δεν προσφέρει την αντιπαροχή που του
ζητείται.
Άρθρο
354
Χρόνος
παροχής μη ορισμένος
Αν ο χρόνος της παροχής δεν είναι ορισμένος,
ο δανειστής δεν γίνεται υπερήμερος για το λόγο ότι προσωρινά εμποδίζεται να
δεχτεί την παροχή, εκτός αν ειδοποιήθηκε έγκαιρα από τον οφειλέτη ότι επίκειται
η εκπλήρωσή της. Το ίδιο ισχύει και όταν ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να
εκπληρώσει την παροχή και πριν από τον ορισμένο χρόνο.
Άρθρο
355
Συνέπειες
της υπερημερίας του δανειστή
Ο οφειλέτης κατά τη διάρκεια της υπερημερίας
του δανειστή ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια.
Άρθρο
356
Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής κατά τη
διάρκεια της υπερημερίας του δανειστή δεν οφείλει τόκους, με την επιφύλαξη της
διάταξης του επομένου άρθρου.
Άρθρο
357
Κατά τη διάρκεια της υπερημερίας του
δανειστή ο οφειλέτης που ευθύνεται για τα ωφελήματα κάποιου αντικειμένου έχει
υποχρέωση μόνο για όσα εξήγαγε.
Άρθρο
358
Ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να απαιτήσει από
τον υπερήμερο δανειστή καθετί που χρειάστηκε να δαπανήσει επιπλέον για την
ατελεσφόρητη προσφορά της παροχής καθώς και για τη φύλαξη και τη συντήρησή της
κατά τη διάρκεια της υπερημερίας.
Άρθρο
359
Συνέπειες
στην περίπτωση υποχρέωσης για απόδοση ακινήτου
Ο οφειλέτης, αν έχει υποχρέωση να αποδώσει
ακίνητο και ο δανειστής έγινε υπερήμερος δικαιούται, ειδοποιώντας προηγουμένως
το δανειστή, αν αυτό είναι εφικτό, να προκαλέσει το διορισμό από το δικαστήριο
μεσεγγυούχου, ο οποίος έχει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις κάθε
μεσεγγυούχου. Αφότου ο μεσεγγυούχος παραλάβει το ακίνητο, επέρχεται απόσβεση
της υποχρέωσης του οφειλέτη.
Το ίδιο ισχύει και αν ο οφειλέτης από λόγο
που αφορά το πρόσωπο του δανειστή ή εξαιτίας εύλογης αβεβαιότητας ως πρόσωπό
του, αδυνατεί να εκπληρώσει με ασφάλεια την υποχρέωσή του.
Άρθρο
360
Ο οφειλέτης του ακινήτου μπορεί να
προκαλέσει την άρση της μεσεγγύησης και την ανάληψη του ακινήτου, εφόσον ο
δανειστής δεν αποδέχτηκε τη μεσεγγύηση. Από την άρση η υποχρέωση του οφειλέτη
θεωρείται ότι δεν αποσβέστηκε ποτέ.
ΤΕΤΑΡΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΝΟΧΕΣ ΑΠΟ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΑ
Άρθρο
361
Ενοχή
από σύμβαση
Για τη σύμβαση ή αλλοτρίωση ενοχής με
δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά.
Άρθρο
362
Σύμβαση
για αδύνατη παροχή
Αυτός που υποσχέθηκε παροχή η οποία είναι
αδύνατη κατά τη σύναψη της σύμβασης, για λόγους που είναι γενικοί είτε αφορούν
τον ίδιο, έχει υποχρέωση να ανορθώσει τη ζημία του δανειστή από τη μη εκπλήρωση
της παροχής. Η διάταξη του άρθρου 337 εφαρμόζεται αναλόγως και εδώ.
Άρθρο
363
Ο οφειλέτης, εφόσον στο νόμο δεν ορίζεται
διαφορετικά, απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση που απορρέει από την υπόσχεση
αδύνατης παροχής, αν κατά τη συνομολόγηση της σύμβασης αγνοούσε χωρίς
υπαιτιότητα ότι η παροχή είναι αδύνατη. Οφείλει όμως, αμέσως μόλις μάθει την
αδυναμία για εκπλήρωση, να ειδοποιήσει το δανειστή για το γεγονός αυτό. Η
διάταξη του άρθρου 338 εφαρμόζεται και εδώ.
Άρθρο
364
Σε περίπτωση υπόσχεσης αδύνατης παροχής, αν
ο δανειστής κατά τη σύναψη της σύμβασης γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι η
παροχή είναι αδύνατη, εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 300.
Άρθρο
365
Σύμβαση
για παροχή απαγορευμένη από το νόμο
Οι διατάξεις για την υπόσχεση αδύνατης
παροχής εφαρμόζονται και όταν η υπόσχεση αφορά παροχή που προσκρούει σε
απαγορευτική διάταξη του νόμου.
Άρθρο
366
Σύμβαση
για μεταβίβαση κάθε μέλλουσας περιουσίας
Σύμβαση για μεταβίβαση κάθε μέλλουσας
περιουσίας ή ποσοστού της ή για σύσταση επικαρπίας σ' αυτήν είναι άκυρη.
Άρθρο
367
Σύμβαση
για μεταβίβαση της υφιστάμενης, περιουσίας
Σύμβαση για μεταβίβαση ολόκληρης της
υφιστάμενης περιουσίας ή ποσοστού της ή για σύσταση επικαρπίας σ' αυτήν
απαιτείται να γίνει ενώπιον συμβολαιογράφου.
Άρθρο
368
Σύμβαση
για την κληρονομία προσώπου που ζει
Σύμβαση για την κληρονομία προσώπου που ζει
είτε με το ίδιο είτε με τρίτο πρόσωπο, είτε για ολόκληρη είτε για ποσοστό της,
είναι άκυρη. Το ίδιο ισχύει και για τη σύμβαση με την οποία περιορίζεται η
ελευθερία ως προς τις διατάξεις τελευταίας βούλησης.
Άρθρο
369
Εμπράγματες
συμβάσεις για ακίνητο
Συμβάσεις που έχουν αντικείμενο τη σύσταση,
μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπράγματων δικαιωμάτων πάνω σε ακίνητα
απαιτείται να γίνονται ενώπιον συμβολαιογράφου.
Άρθρο
370
Η συμβατική υποχρέωση για εκποίηση ή
επιβάρυνση πράγματος σε περίπτωση αμφιβολίας εκτείνεται και στο κατά την
κατάρτιση της σύμβασης παράρτημά του.
Άρθρο
371
Αοριστία
παροχής
Αν ο προσδιορισμός της παροχής ανατέθηκε σε
έναν από τους συμβαλλόμενους ή σε τρίτον, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι
ο προσδιορισμός πρέπει να γίνει με δίκαιη κρίση. Αν δεν έγινε με δίκαιη κρίση ή
βραδύνει, γίνεται από το δικαστήριο.
Άρθρο
372
Σύμβαση στην οποία ο προσδιορισμός της
παροχής ανατίθεται στην απόλυτη κρίση ενός από τους συμβαλλομένους είναι άκυρη.
Άρθρο
373
Αν ο προσδιορισμός της παροχής ανατέθηκε από
τους συμβαλλομένους στην απόλυτη κρίση τρίτου και αυτός αδυνατεί ή αρνείται ή
βραδύνει, η σύμβαση είναι άκυρη.
ΠΕΜΠΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΑΜΦΟΤΕΡΟΒΑΡΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Άρθρο
374
Ένσταση
μη εκπλήρωσης της σύμβασης
Ο υπόχρεος από αμφοτεροβαρή σύμβαση έχει
δικαίωμα να αρνηθεί την εκπλήρωση της παροχής, για όσο χρόνο ο
αντισυμβαλλόμενος δεν εκπληρώνει ή δεν προσφέρει την αντιπαροχή (ένσταση μη
εκπλήρωσης της σύμβασης), εκτός αν έχει υποχρέωση να εκπληρώσει πρώτος.
Σε περίπτωση παροχής προς περισσότερους, η
ένσταση προτείνεται εναντίον καθενός για το μέρος που του αναλογεί ωσότου
εκπληρωθεί ή προσφερθεί η όλη αντιπαροχή.
Άρθρο
375
Η ένσταση μη εκπλήρωσης της σύμβασης δεν
μπορεί να αποκρουστεί με την παροχή ασφάλειας.
Άρθρο
376
Αν ο ένας από τους συμβαλλομένους εκπλήρωσε
κατά ένα μέρος την παροχή, δεν μπορεί ο άλλος να αρνηθεί την αντιπαροχή όταν η
άρνηση αντιβαίνει στην καλή πίστη λόγω των ειδικών περιστάσεων και ιδίως επειδή
το μέρος της παροχής που καθυστερείται ακόμη είναι επουσιώδες.
Άρθρο
377
Αυτός που έχει υποχρέωση από αμφοτεροβαρή
σύμβαση να εκπληρώσει πρώτος την παροχή, αν η αξίωσή του για την αντιπαροχή
κινδυνεύει από ουσιώδη ελάττωση της περιουσιακής κατάστασης του άλλου, που δεν
τη γνώριζε ούτε όφειλε να τη γνωρίζει κατά την κατάρτιση της σύμβασης, μπορεί
να αρνηθεί την εκπλήρωση της παροχής ωσότου ο άλλος παράσχει ασφάλεια.
Άρθρο
378
Η ένσταση μη εκπλήρωσης της σύμβασης
αποτέλεσμα έχει ότι ο εναγόμενος καταδικάζεται στην παροχή με τον όρο
ταυτόχρονης εκπλήρωσης από τον άλλο της αντιπαροχής που τον βαρύνει.
Άρθρο
379
Αοριστία
αντιπαροχής
Αν η έκταση της αντιπαροχής δεν ορίστηκε, σε
περίπτωση αμφιβολίας το δικαίωμα του προσδιορισμού ανήκει στο δικαιούμενο να
απαιτήσει την αντιπαροχή.
Άρθρο
380
Ανυπαίτια
αδυναμία παροχής του ενός
Αν η παροχή του ενός από τους συμβαλλομένους
είναι αδύνατη από γεγονός για το οποίο αυτός δεν έχει ευθύνη, απαλλάσσεται και
ο άλλος συμβαλλόμενος από την αντιπαροχή και την αναζητεί, αν τυχόν την κατέβαλε,
κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αλλά δεν απαλλάσσεται αν
απαίτησε ό,τι περιήλθε στον άλλο εξαιτίας του γεγονότος της αδυναμίας.
Άρθρο
381
Αδυναμία
παροχής από υπαιτιότητα του άλλου
Αν η παροχή του ενός από τους συμβαλλομένους
έγινε αδύνατη από πταίσμα του άλλου αυτός δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση
αντιπαροχής. Από την αντιπαροχή όμως αφαιρείται καθετί που ωφελείται ή δόλια
παραλείπει να ωφεληθεί από την απαλλαγή αυτός που απαλλάσσεται λόγω της
αδυναμίας.
Το ίδιο ισχύει αν η παροχή του ενός έγινε
αδύνατη χωρίς υπαιτιότητά του κατά το διάστημα που ο άλλος βρισκόταν σε
υπερημερία αποδοχής της.
Άρθρο
382
Αδυναμία
παροχής από υπαιτιότητα του ίδιου
Αν η παροχή του ενός από τους συμβαλλομένους
είναι αδύνατη από γεγονός για το οποίο αυτός έχει ευθύνη, μπορεί ο άλλος είτε
να επικαλεστεί τα δικαιώματα του άρθρου380 είτε να απαιτήσει αποζημίωση είτε να
υπαναχωρήσει από τη σύμβαση. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του άρθρου 339,
αν περάσει άπρακτη η προθεσμία που προβλέπεται σ' αυτό.
Άρθρο
383
Υπερημερία
εκπλήρωσης του ενός
Αν ο ένας από τους συμβαλλομένους βρίσκεται
σε υπερημερία ως προς την παροχή που οφείλει, έχει δικαίωμα ο άλλος να του
τάξει εύλογη προθεσμία για εκπλήρωση, δηλώνοντας συνάμα ότι μετά την πάροδό της
αποκρούει την παροχή. Αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, ο τελευταίος έχει
δικαίωμα ή να απαιτήσει αποζημίωση για τη μη εκπλήρωση ή να υπαναχωρήσει από τη
σύμβαση, όχι όμως να απαιτήσει την παροχή.
Άρθρο
384
Αν, μέσα στην προθεσμία που έχει ταχθεί, η
παροχή εκπληρώθηκε κατά ένα μόνο μέρος και ο δανειστής δεν έχει συμφέρον στη
μερική εκπλήρωση, έχει δικαίωμα να απαιτήσει αποζημίωση λόγω μη εκπλήρωσης για
την όλη παροχή ή να υπαναχωρήσει από την όλη σύμβαση.
Άρθρο
385
Δεν απαιτείται να ταχθεί στον υπερήμερο
οφειλέτη προθεσμία για την εκπλήρωση της παροχής: 1. αν από την όλη στάση του
προκύπτει ότι το μέτρο αυτό θα ήταν άσκοπο. 2. αν ο δανειστής
εξαιτίας της υπερημερίας δεν έχει συμφέρον στην εκτέλεση της σύμβασης.
Άρθρο
386
Σύμβαση
για διαδοχικές τμηματικές παροχές
Αν η σύμβαση είναι εκτελεστέα κατά
διαδοχικές τμηματικές παροχές και ο οφειλέτης περιήλθε σε υπερημερία ή υπαίτια
αδυναμία ως προς μία τμηματική παροχή, ο δανειστής έχει δικαίωμα να απαιτήσει
αποζημίωση ή να υπαναχωρήσει ως προς τις υπολειπόμενες παροχές μόνο αν η
καθυστέρηση ή αδυναμία ως προς την τμηματική παροχή είναι τόσο ουσιώδης ώστε ο
δανειστής δεν έχει πια συμφέρον για το υπόλοιπο μέρος της σύμβασης ή αν υπάρχει
βάσιμος φόβος ότι δεν θα εκπληρωθούν οι υπολειπόμενες παροχές. Με τους όρους
αυτούς το δικαίωμα του δανειστή για αποζημίωση ή υπαναχώρηση εκτείνεται και στο
μέρος της σύμβασης που εκτελέστηκε ήδη.
Άρθρο
387
Δικαίωμα
αποζημίωσης μαζί με την υπαναχώρηση
Στις περιπτώσεις όπου ο δανειστής ασκεί το
δικαίωμα της υπαναχώρησης, μπορεί επιπλέον με αίτησή του και κατά την εύλογη
κρίση του δικαστηρίου να του επιδικαστεί και αποζημίωση για την τυχόν ζημία από
τη μη εκπλήρωση της σύμβασης.
Στο δικαίωμα της υπαναχώρησης κατά τα λοιπά
εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 389 έως 396.
Άρθρο
388
Απρόοπτη
μεταβολή των συνθηκών
Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει
της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη
αμφοτεροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και
δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη,
ενόψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά
την κρίση του με αίτηση του οφειλέτη να την αναγάγει στο μέτρο που αρμόζει και
να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν
εκτελέστηκε ακόμη.
Αν αποφασιστεί η λύση της σύμβασης,
επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων παροχής που πηγάζουν απ' αυτήν και οι
συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά
τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
ΕΚΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΗ
Άρθρο
389
Δικαίωμα
υπαναχώρησης
Στη σύμβαση μπορεί κάποιος να επιφυλάξει
στον εαυτό του το δικαίωμα της υπαναχώρησης.
Η υπαναχώρηση επιφέρει απόσβεση των
υποχρεώσεων για παροχή που πηγάζουν από τη σύμβαση και οι συμβαλλόμενοι έχουν
αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Άρθρο
390
Πώς
ασκείται
Η υπαναχώρηση γίνεται με δήλωση αυτού που
έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει προς τον άλλο..
Άρθρο
391
Πότε
αποκλείεται
Η υπαναχώρηση αποκλείεται αν το αντικείμενο
που έλαβε ο δικαιούμενος να υπαναχωρήσει καταστράφηκε από τυχαίο γεγονός ολικά
ή κατά μεγάλο μέρος ή χειροτέρεψε ουσιωδώς.
Άρθρο
392
Η υπαναχώρηση αποκλείεται αν αυτό που έλαβε
ο δικαιούμενος να υπαναχωρήσει: 1. από πταίσμα του καταστράφηκε ολικά ή κατά
μεγάλο μέρος, ή χάθηκε ή χειροτέρεψε ουσιωδώς. 2.
μεταποιήθηκε από αυτόν ολικά ή κατά μεγάλο μέρος με επεξεργασία ή μετάπλαση σε
άλλο πράγμα.
Άρθρο
393
Η υπαναχώρηση αποκλείεται, αν ο δικαιούμενος
να υπαναχωρήσει εκποίησε ολικά ή κατά μεγάλο μέρος το αντικείμενο που έλαβε ή
το επιβάρυνε με δικαίωμα υπέρ τρίτου.
Άρθρο
394
Ματαίωση
της υπαναχώρησης που ασκήθηκε
Αν ο δικαιούμενος να υπαναχωρήσει έγινε
υπερήμερος ως προς την ολική ή την κατά ένα μεγάλο μέρος απόδοση αυτού που
έλαβε, η υπαναχώρηση γίνεται ανίσχυρη, εφόσον δεν το αποδίδει μέσα στην εύλογη
προθεσμία που του έταξε ο άλλος.
Άρθρο
395
Απόσβεση
Το δικαίωμα της υπαναχώρησης αποσβήνεται αν
δεν ασκηθεί μέσα σε εύλογη προθεσμία που τάσσεται από τον άλλο.
Άρθρο
396
Υπαναχώρηση
σε περίπτωση περισσότερων
Αν στη σύμβαση οι συμβαλλόμενοι από τις δύο
πλευρές είναι περισσότεροι, το δικαίωμα της υπαναχώρησης απαιτείται να ασκηθεί
από όλους και κατά όλων.
Αν το δικαίωμα αυτό αποσβεστεί για έναν
αποσβήνεται και ως προς τους άλλους.
Άρθρο
397
Υπαναχώρηση
στην περίπτωση μη εκτέλεσης της σύμβασης
Αυτός που επιφύλαξε στον εαυτό του την
υπαναχώρηση για την περίπτωση όπου ο άλλος δεν θα εκπλήρωνε την υποχρέωσή του
από τη σύμβαση, σε περίπτωση αμφιβολίας έχει το δικαίωμα αυτό μόνο αν η μη
εκπλήρωση οφείλεται σε υπαιτιότητα του άλλου. Αυτός που ισχυρίζεται ότι
εκπλήρωσε την υποχρέωσή του οφείλει να το αποδείξει.
Άρθρο
398
Υπαναχώρηση
έναντι καταβολής ποινής
Αν ο ένας από τους συμβαλλομένους επιφύλαξε
στον εαυτό του την υπαναχώρηση έναντι καταβολής ποινής, η υπαναχώρηση είναι
ανίσχυρη εφόσον έγινε χωρίς σύγχρονη καταβολή της ποινής και ο άλλος την
απέκρουσε για το λόγο αυτό χωρίς υπαίτια καθυστέρηση.
Άρθρο
399
Ρήτρα
έκπτωσης σε περίπτωση μη εκπλήρωσης
Αν στη σύμβαση συνομολογήθηκε ότι ο
οφειλέτης που δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του εκπίπτει από τα συμβατικά του
δικαιώματα, θεωρείται ότι ο δανειστής επιφύλαξε για την περίπτωση αυτή δικαίωμα
υπαναχώρησης.
Άρθρο
400
Ρήτρα
κράτησης της παροχής
Η συμβατική ρήτρα ότι ο δανειστής σε
περίπτωση υπαναχώρησης κρατεί ως όφελος το μέρος της παροχής που έλαβε διέπεται
από τις διατάξεις για την ποινική ρήτρα.
Άρθρο
401
Παροχή
εκπληρωτέα σε ορισμένο χρόνο
Αν στη σύμβαση συνομολογήθηκε ότι η παροχή
πρέπει να εκπληρωθεί αποκλειστικά σε ορισμένο χρόνο ή αποκλειστικά μέσα σε
ορισμένη προθεσμία, σε περίπτωση αμφιβολίας ο δανειστής έχει το δικαίωμα να
υπαναχωρήσει για μόνη την καθυστέρηση ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα του
οφειλέτη. Αν ο δανειστής προτιμά την απαίτηση της παροχής, οφείλει να το
ανακοινώσει αμέσως στον οφειλέτη, αλλιώς δεν έχει την απαίτηση αυτή.
ΕΒΔΟΜΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΗ ΡΗΤΡΑ
Άρθρο
402
Έννοια
του αρραβώνα
Αν κατά την κατάρτιση της σύμβασης δόθηκε
αρραβώνας, εφόσον δεν ορίστηκε τίποτε άλλο, θεωρείται ότι δόθηκε για την κάλυψη
της ζημίας από τη μη εκτέλεση της σύμβασης.
Άρθρο
403
Τύχη
του αρραβώνα
Ο υπαίτιος για τη μη εκτέλεση της σύμβασης
χάνει τον αρραβώνα που έδωσε ή αποδίδει διπλάσιο αυτόν που έλαβε. Σε περίπτωση
αμφιβολίας δεν αποκλείεται υποχρέωση για περαιτέρω αποζημίωση που μειώνεται
όμως κατά το ποσό του αρραβώνα.
Άρθρο
404
Ποινική
ρήτρα
Ο οφειλέτης μπορεί να υποσχεθεί στο δανειστή
ως ποινή χρηματικό ποσό ή κάτι άλλο (ποινική ρήτρα), για την περίπτωση που δεν
θα εκπλήρωνε ή που δεν θα εκπλήρωνε προσηκόντως την παροχή.
Άρθρο
405
Κατάπτωση
της ποινής και συνέπειες
Η ποινή καταπίπτει αν ο οφειλέτης αδυνατεί
υπαίτια να εκπληρώσει την παροχή ή αν περιέλθει σε υπερημερία.
Η κατάπτωση της ποινής επέρχεται και αν
ακόμη ο δανειστής δεν έχει υποστεί καμιά ζημία.
Άρθρο
406
Σε περίπτωση που η ποινή συμφωνήθηκε για την
περίπτωση της μη εκπλήρωσης της παροχής, ο δανειστής, αν απαιτήσει την ποινή
που κατέπεσε, αποκλείεται να ζητήσει την εκπλήρωση της παροχής.
Αν ο δανειστής αντί για εκπλήρωση έχει
δικαίωμα αποζημίωσης, μπορεί να απαιτήσει την ποινή που κατέπεσε, καθώς και την
επιπλέον αποδεικνυόμενη ζημία.
Άρθρο
407
Αν η ποινή συμφωνήθηκε για την περίπτωση της
μη προσήκουσας και ιδίως της μη έγκαιρης εκπλήρωσης της παροχής, ο δανειστής
έχει το δικαίωμα να απαιτήσει εκτός από την ποινή που κατέπεσε και την
εκπλήρωση της παροχής. Έχει επίσης το δικαίωμα να απαιτήσει και την επιπλέον
αποδεικνυόμενη ζημία, από τη μη προσήκουσα εκπλήρωση.
Άρθρο
408
Ποινική
ρήτρα σε περίπτωση άκυρης παροχής
Αν η υπόσχεση της παροχής είναι άκυρη, είναι
άκυρη και η ποινική ρήτρα, και αν ακόμη τα μέρη γνώριζαν την ακυρότητα της
υπόσχεσης.
Άρθρο
409
Υπέρμετρη
ποινή
Αν η ποινή που συμφωνήθηκε είναι δυσανάλογα
μεγάλη μειώνεται, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, από το δικαστήριο στο μέτρο
που αρμόζει. Αντίθετη συμφωνία δεν ισχύει.
ΟΓΔΟΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΥΜΒΑΣΗ ΥΠΕΡ ΤΡΙΤΟΥ ΚΑΙ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΡΙΤΟΥ
Άρθρο
410
Σύμβαση
υπέρ τρίτου
Αν κάποιος δεχτεί υπόσχεση παροχής υπέρ
τρίτου, μπορεί να απαιτήσει να καταβάλει στον τρίτο αυτός που υποσχέθηκε.
Άρθρο
411
Δικαίωμα
τρίτου
Ο τρίτος έχει το δικαίωμα να απαιτήσει την
παροχή απευθείας απ' αυτόν που υποσχέθηκε, αν προκύπτει τέτοια θέληση των μερών
που έχουν συμβληθεί ή αυτό συνάγεται από τη φύση και το σκοπό της σύμβασης.
Άρθρο
412
Εφόσον ο τρίτος που έχει το δικαίωμα να
απαιτήσει απευθείας την παροχή δήλωσε προς αυτόν που υποσχέθηκε ότι θα ασκήσει
το δικαίωμά του, ο δέκτης της υπόσχεσης δεν μπορεί να τον απαλλάξει από την
υποχρέωσή του.
Άρθρο
413
Αποποίηση
του τρίτου
Αν ο τρίτος με δήλωσή του προς αυτόν που
υποσχέθηκε αποποιήθηκε το δικαίωμά του που πηγάζει από τη σύμβαση, το δικαίωμα
αυτό θεωρείται ότι δεν αποκτήθηκε.
Άρθρο
414
Ενστάσεις
κατά του τρίτου
Αυτός που υποσχέθηκε έχει το δικαίωμα να
αντιτάξει και απέναντι στον τρίτο ενστάσεις από τη σύμβαση.
Άρθρο
415
Σύμβαση
σε βάρος τρίτου
Αυτός που υποσχέθηκε σε άλλον ότι τρίτος θα
καταβάλει κάποια παροχή, εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη σύμβαση, οφείλει
αποζημίωση αν ο τρίτος αρνηθεί την καταβολή.
ΕΝΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΤΩΝ ΕΝΟΧΩΝ
Άρθρο
416
Καταβολή
Η ενοχή αποσβήνεται με καταβολή.
Άρθρο
417
Καταβολή
προς άλλον εκτός από το δανειστή
Η καταβολή απαιτείται να γίνει στο δανειστή
ή σε όποιον ο δανειστής ή το δικαστήριο ή ο νόμος έχει επιτρέψει να δεχτεί την
καταβολή.
Η καταβολή που έγινε σε άλλον ισχύει αν ο
δανειστής την εγκρίνει ή εφόσον ωφελείται απ' αυτήν.
Άρθρο
418
Μη
προσήκουσα καταβολή
Αν ο δανειστής αποδέχτηκε την παροχή που
έγινε με σκοπό καταβολής, αυτόν βαρύνει η απόδειξη ότι η καταβολή δεν ήταν η
προσήκουσα.
Άρθρο
419
Δόση
αντί καταβολής
Ο δανειστής δεν είναι υπόχρεος να δεχτεί
αντί καταβολής άλλη παροχή. Αν όμως δεχτεί τέτοια παροχή, η ενοχή αποσβήνεται.
Άρθρο
420
Αν αντί καταβολής δόθηκε στο δανειστή κάτι
άλλο, για τα πραγματικά ή νομικά ελαττώματα του ο οφειλέτης ευθύνεται όπως ο
πωλητής.
Άρθρο
421
Υπόσχεση
αντί καταβολής
Αν ο οφειλέτης για να ικανοποιήσει το
δανειστή αναλάβει απέναντί του νέα υποχρέωση, αυτή δεν θεωρείται ότι έγινε αντί
καταβολής, εκτός αν προκύπτει σαφώς το αντίθετο.
Άρθρο
422
Καταλογισμός
σε περίπτωση περισσότερων χρεών
Αν ο οφειλέτης έχει περισσότερα χρέη προς το
δανειστή, έχει το δικαίωμα να ορίσει κατά την καταβολή το χρέος που θέλει να
εξοφληθεί. Αν δεν όρισε τίποτε, η παροχή που έγινε καταλογίζεται πρώτα στο
ληξιπρόθεσμο χρέος και, αν υπάρχουν περισσότερα, σε εκείνο που παρέχει
μικρότερη ασφάλεια για το δανειστή. αν υπάρχουν
περισσότερα με ίση ασφάλεια, στο επαχθέστερο για τον οφειλέτη. αν
υπάρχουν περισσότερα εξίσου επαχθή στο αρχαιότερο. αν όλα τα
χρέη είναι σύγχρονα, ο καταλογισμός γίνεται σύμμετρα.
Άρθρο
423
Αν το χρέος αποτελείται από κεφάλαιο, τόκους
και έξοδα η παροχή καταλογίζεται πρώτα στα έξοδα, έπειτα στους τόκους και
τελευταία στο κεφάλαιο.
Ο δανειστής μπορεί να αρνηθεί την αποδοχή
της παροχής, αν ο οφειλέτης όρισε αλλιώς τον καταλογισμό.
Άρθρο
424
Δικαίωμα
για εξοφλητική απόδειξη
Ο οφειλέτης καταβάλλοντας έχει το δικαίωμα
να απαιτήσει έγγραφη εξοφλητική απόδειξη και, αν εξοφλήσει ολοσχερώς, απόδοση
του χρεωστικού εγγράφου. Από την απόδοση του χρεωστικού εγγράφου τεκμαίρεται η
εξόφληση του χρέους.
Άρθρο
425
Έξοδα
της εξόφλησης
Τα έξοδα της εξοφλητικής απόδειξης φέρει ο
οφειλέτης αν δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη σχέση.
Άρθρο
426
Ο
κομιστής έγγραφης εξόφλησης
Ο κομιστής έγγραφης εξοφλητικής απόδειξης
του δανειστή θεωρείται ότι έχει εξουσιοδοτηθεί για την είσπραξη, εκτός αν
υπάρχουν περιστατικά γνωστά στον οφειλέτη που καταβάλλει, από τα οποία
προκύπτει το αντίθετο.
Άρθρο
427
Δημόσια
κατάθεση
Ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα σε περίπτωση
υπερημερίας του δανειστή να προβεί σε δημόσια κατάθεση του οφειλομένου, αν αυτό
συνίσταται σε χρήματα ή άλλα πράγματα δεκτικά κατάθεσης κατά το νόμο.
Άρθρο
428
Πράγμα
μη καταθέσιμο
Αν το οφειλόμενο είναι κινητό πράγμα μη
δεκτικό κατάθεσης, ο οφειλέτης σε περίπτωση υπερημερίας του δανειστή, αφού τον
ειδοποιήσει προηγουμένως, μπορεί να το πουλήσει με δημόσιο πλειστηριασμό και να
καταθέσει δημόσια το εκπλειστηρίασμα. Η ειδοποίηση μπορεί να παραλειφθεί, αν το
πράγμα υπόκειται σε φθορά και υπάρχει κίνδυνος από τη χρονοτριβή ή αν η
ειδοποίηση είναι ιδιαίτερα δύσκολη.
Άρθρο
429
Αν το μη δεκτικό κατάθεσης κινητό έχει
χρηματιστηριακή τιμή ή έχει ανάλογα με τα απαιτούμενα έξοδα μικρή αξία, η
πώληση γίνεται χωρίς πλειστηριασμό με άδεια του προέδρου των πρωτοδικών.
Άρθρο
430
Πώς
γίνεται η κατάθεση
Η δημόσια κατάθεση γίνεται στην αρμόδια αρχή
του τόπου της εκπλήρωσης της παροχής. Ο οφειλέτης έχει την υποχρέωση να
γνωστοποιήσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την κατάθεση στο δανειστή και, αν το
παραλείψει, ευθύνεται σε αποζημίωση, εκτός αν η γνωστοποίηση είναι ιδιαίτερα
δύσκολη.
Άρθρο
431
Αποτέλεσμα
της κατάθεσης
Η δημόσια κατάθεση επιφέρει απόσβεση της
ενοχής σαν να είχε γίνει κατά το χρόνο της κατάθεσης καταβολή από τον οφειλέτη.
Άρθρο
432
Απαίτηση
του αντικειμένου της κατάθεσης
Ο δανειστής έχει το δικαίωμα οποτεδήποτε να
απαιτήσει από την αρχή το αντικείμενο που έχει κατατεθεί. Ο οφειλέτης όμως,
εφόσον είναι υπόχρεος στην παροχή μόνο έναντι αντιπαροχής του δανειστή, μπορεί
με δήλωσή του κατά την κατάθεση να εξαρτήσει τη εκ μέρους του δανειστή απαίτηση
του αντικειμένου που κατατέθηκε από τη σύγχρονη εκπλήρωση της αντιπαροχής.
Άρθρο
433
Ανάληψη
από τον οφειλέτη
Εφόσον ο δανειστής με δήλωση στην αρμόδια
αρχή δεν αποδέχτηκε την κατάθεση, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να αναλάβει το
αντικείμενο που έχει κατατεθεί. Αν το αναλάβει, η κατάθεση θεωρείται ότι δεν
έγινε.
Το δικαίωμα για ανάληψη είναι ακατάσχετο και
ανεκχώρητο.
Άρθρο
434
Άλλες
περιπτώσεις κατάθεσης
Αν ο οφειλέτης, για λόγο που αφορά το
πρόσωπο του δανειστή ή εξαιτίας εύλογης αβεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του
δανειστή, αδυνατεί να εκπληρώσει με ασφάλεια την υποχρέωσή του, έχει το
δικαίωμα να προβεί σε δημόσια κατάθεση με τα ίδια αποτελέσματα όπως στην
περίπτωση της υπερημερίας του δανειστή.
Η πώληση των μη δεκτικών κατάθεσης κινητών
γίνεται στην περίπτωση αυτή με άδεια του δικαστηρίου.
Άρθρο
435
Έξοδα
της κατάθεσης
Τα έξοδα της δημόσιας κατάθεσης ή του
πλειστηριασμού ή της πώλησης βαρύνουν το δανειστή, εφόσον ο οφειλέτης δεν
ανέλαβε το αντικείμενο που έχει κατατεθεί.
Άρθρο
436
Ανανέωση
Η ενοχή αποσβήνεται αν με σύμβαση
αντικατασταθεί, με το σκοπό κατάργησης, με νέα ενοχή (ανανέωση) που
περιλαμβάνει είτε τα ίδια πρόσωπα είτε άλλο οφειλέτη είτε άλλο δανειστή.
Άρθρο
437
Σε
περίπτωση ενοχής άκυρης ή ακυρώσιμης
Αν η παλαιά ενοχή είναι άκυρη, είναι άκυρη
και η ανανέωση, εκτός αν προκύπτει απ' αυτήν ότι περιέχει επικύρωση της άκυρης
ενοχής.
Αν η παλαιά ενοχή είναι ακυρώσιμη, η
ανανέωση ισχύει, εκτός αν ο οφειλέτης το αγνοούσε χωρίς υπαιτιότητά του όταν
έγινε η ανανέωση.
Άρθρο
438
Σκοπός
ανανέωσης
Ο σκοπός της ανανέωσης απαιτείται να
συνάγεται σαφώς.
Άρθρο
439
Ασφάλειες
της παλαιάς ενοχής
Σε περίπτωση ανανέωσης οι εγγυητές, τα
ενέχυρα ή οι υποθήκες της παλαιάς ενοχής διατηρούνται υπέρ της νέας μόνο αν
συναίνεσε ο εγγυητής ή ο κύριος του ενυπόθηκου ή του πράγματος που έχει
ενεχυρασθεί, οφειλέτης ή τρίτος.
Άρθρο
440
Συμψηφισμός
Ο συμψηφισμός επιφέρει απόσβεση των μεταξύ
δύο προσώπων αμοιβαίων απαιτήσεων, όσο καλύπτονται, αν είναι ομοειδείς κατά το
αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες.
Άρθρο
441
Πρόταση
συμψηφισμού
Ο συμψηφισμός επέρχεται αν ο ένας τον
επικαλεστεί με δήλωση προς τον άλλο. Η πρόταση του συμψηφισμού επιφέρει
απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων από τότε που συνυπήρξαν.
Άρθρο
442
Ο συμψηφισμός κατά επίδικης απαίτησης, αν η
ανταπαίτηση αποδεικνύεται αμέσως, προτείνεται σε κάθε στάση της δίκης, ακόμη
και κατά την εκτέλεση.
Άρθρο
443
Ανταπαίτηση
που έχει παραγραφεί
Σε συμψηφισμό προτείνεται και ανταπαίτηση
που έχει παραγραφεί αν κατά το χρόνο που οι απαιτήσεις συνυπήρξαν δεν είχε
συμπληρωθεί ο χρόνος της παραγραφής της.
Άρθρο
444
Συμψηφισμός
με αίρεση ή προθεσμία
Η δήλωση συμψηφισμού είναι ανίσχυρη, αν
έγινε με αίρεση ή προθεσμία. Αλλά η πρόταση συμψηφισμού ενώπιον δικαστηρίου
είναι ισχυρή εφόσον γίνεται για την περίπτωση που η αγωγή δεν θα απορριφθεί για
άλλο λόγο.
Άρθρο
445
Χαριστική
προθεσμία
Αυτός που χορήγησε χαριστικά στον οφειλέτη
προθεσμία καταβολής δεν εμποδίζεται από το γεγονός αυτό να συμψηφίσει την
απαίτησή του.
Άρθρο
446
Παροχές
σε διαφορετικό τόπο
Αν οι αμοιβαίες απαιτήσεις έχουν διαφορετικό
τόπο καταβολής, αυτός που συμψηφίζει έχει την υποχρέωση να ανορθώσει τη ζημία
που υφίσταται ο άλλος επειδή δεν μπορεί να εκπληρώσει ή να λάβει την παροχή
στον ορισμένο τόπο.
Άρθρο
447
Συμψηφισμός
από απαίτηση άλλου
Ο εγγυητής μπορεί να αντιτάξει σε συμψηφισμό
την ανταπαίτηση του πρωτοφειλέτη κατά του δανειστή, ο πρωτοφειλέτης όμως δεν
μπορεί να αντιτάξει την ανταπαίτηση του εγγυητή.
Άρθρο
448
Συμψηφισμός
κατά του εκδοχέα
Μετά την αναγγελία της εκχώρησης στον
οφειλέτη αυτός δεν μπορεί να προτείνει έναντι του εκδοχέα σε συμψηφισμό
απαιτήσεις του κατά του εκχωρητή μεταγενέστερες από την αναγγελία.
Άρθρο
449
Συμψηφισμός
σε περίπτωση κατάσχεσης
Αν απαίτηση έχει κατασχεθεί, ο οφειλέτης της
δεν μπορεί να προτείνει κατά του προσώπου που επέβαλε την κατάσχεση σε
συμψηφισμό ανταπαίτηση, που απέκτησε κατά του δανειστή μετά την κατάσχεση.
Άρθρο
450
Απαράδεκτο
του συμψηφισμού
Δεν επιτρέπεται συμψηφισμός κατά απαίτησης η
οποία προέρχεται από αδίκημα που διαπράχθηκε από δόλο.
Δεν επιτρέπεται συμψηφισμός, αν ο οφειλέτης
παραιτήθηκε προκαταβολικά από αυτόν.
Άρθρο
451
Δεν επιτρέπεται συμψηφισμός κατά ακατάσχετης
απαίτησης.
Άρθρο
452
Συμψηφισμός
σε περίπτωση περισσότερων χρεών
Αν ο οφειλέτης έχει περισσότερα χρέη προς το
δανειστή και αυτός δεν συμφωνεί ως προς το χρέος που πρέπει να συμψηφιστεί,
εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την καταβολή σε περίπτωση περισσότερων
χρεών.
Άρθρο
453
Σύγχυση
Όταν οι ιδιότητες δανειστή και οφειλέτη
ενωθούν στο ίδιο πρόσωπο επέρχεται απόσβεση της ενοχής με σύγχυση. Η ενοχή
αναβιώνει μόλις πάψει να υπάρχει η ένωση αυτή.
Άρθρο
454
Άφεση
χρέους
Όταν ο δανειστής συμφωνήσει με τον οφειλέτη
την άφεση του χρέους, ή με σύμβαση μαζί του αναγνωρίσει ότι δεν υπάρχει το
χρέος, επέρχεται απόσβεση της ενοχής.
ΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΚΧΩΡΗΣΗ
Άρθρο
455
Έννοια
Ο δανειστής μπορεί με σύμβαση να μεταβιβάσει
σε άλλον την απαίτησή του χωρίς τη συναίνεση του οφειλέτη (εκχώρηση).
Άρθρο
456
Παράδοση
αποδεικτικών
Ο εκχωρητής έχει την υποχρέωση να δώσει στον
εκδοχέα όσες πληροφορίες είναι αναγκαίες για την ενάσκηση της απαίτησης και να
του παραδώσει τα αποδεικτικά της έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή του.
Αν εκχωρηθεί μέρος της απαίτησης,
παραδίνεται κανονικά επικυρωμένο αντίγραφο των εγγράφων αυτών, επιφυλάσσεται
όμως στον εκδοχέα το δικαίωμα να ζητήσει επίδειξη των πρωτότυπων.
Άρθρο
457
Δημόσιο
έγγραφο με αίτηση
Ο εκχωρητής έχει υποχρέωση, αν το ζητήσει ο
εκδοχέας, να συντάξει δημόσιο έγγραφο για την εκχώρηση. Τα έξοδα βαρύνουν τον
εκδοχέα.
Άρθρο
458
Μεταβίβαση
παρεπόμενων δικαιωμάτων
Με την εκχώρηση μεταβιβάζονται και οι
υποθήκες, εγγυήσεις, ενέχυρα ή άλλα παρεπόμενα δικαιώματα που ασφαλίζουν την
απαίτηση καθώς και τα προνόμια τα οποία στην αναγκαστική εκτέλεση ή στην
πτώχευση συνδέονται με τη φύση της απαίτησης ή της εγγύησης. Προνόμια που
συνδέονται με το πρόσωπο του δανειστή δεν μεταβιβάζονται.
Άρθρο
459
Με την εκχώρηση, αν δεν συμφωνήθηκε αλλιώς,
μεταβιβάζονται και οι καθυστερούμενοι τόκοι.
Άρθρο
460
Αναγγελία
Ο εκδοχέας δεν αποκτά δικαίωμα απέναντι στον
οφειλέτη και στους τρίτους πριν ο ίδιος ή ο εκχωρητής αναγγείλει την εκχώρηση
στον οφειλέτη.
Άρθρο
461
Καταβολή
πριν από την αναγγελία
Ο οφειλέτης ελευθερώνεται, αν πριν από την
αναγγελία καταβάλει στον εκχωρητή το χρέος ή συνομολογήσει με αυτόν σύμβαση
άφεσης.
Άρθρο
462
Υποχρεώσεις
του οφειλέτη προς τον εκδοχέα
Ο οφειλέτης έχει προς τον εκδοχέα τις ίδιες
υποχρεώσεις που είχε προς τον εκχωρητή.
Άρθρο
463
Ενστάσεις
κατά του εκδοχέα
Ο οφειλέτης μπορεί να αντιτάξει κατά του
εκδοχέα όλες τις ενστάσεις που είχε κατά του εκχωρητή πριν από την αναγγελία.
Ανταπαίτηση, την οποία ο οφειλέτης είχε κατά
του εκχωρητή στο χρόνο της αναγγελίας, μπορεί, αν και μη ληξιπρόθεσμη, να την
αντιτάξει σε συμψηφισμό κατά του εκδοχέα, αν αυτή έγινε ληξιπρόθεσμη όχι
βραδύτερα από την απαίτηση που εκχωρήθηκε.
Άρθρο
464
Απαιτήσεις
ανεκχώρητες
Απαιτήσεις ακατάσχετες είναι ανεκχώρητες.
Άρθρο
465
Απαίτηση η οποία λόγω της φύσης της παροχής
συνδέεται στενά με το πρόσωπο του δανειστή είναι ανεκχώρητη.
Άρθρο
466
Δεν μπορεί να εκχωρηθεί απαίτηση, αν
δανειστής και οφειλέτης συμφώνησαν το ανεκχώρητο. Αλλά απέναντι στον εκδοχέα ο
οφειλέτης δεν μπορεί να επικαλεστεί τέτοια συμφωνία, αν ο εκδοχέας απέκτησε την
απαίτηση στηριζόμενος σε έγγραφο που δεν περιείχε όρο για το ανεκχώρητο.
Άρθρο
467
Ευθύνη
του εκχωρητή
Σε περίπτωση εκχώρησης από επαχθή αιτία ο
εκχωρητής ευθύνεται μόνο για την ύπαρξη της απαίτησης.
Σε περίπτωση εκχώρησης από χαριστική αιτία
δεν ευθύνεται ούτε για την ύπαρξη της απαίτησης.
Άρθρο
468
Αν ο εκχωρητής ανέλαβε την ευθύνη για την
φερεγγυότητα του οφειλέτη, σε περίπτωση αμφιβολίας η ευθύνη αυτή αναφέρεται
μόνο στη φερεγγυότητα κατά το χρόνο αυτό υπό αίρεση η προθεσμία, η ευθύνη
αναφέρεται στη φερεγγυότητα κατά το χρόνο της πλήρωσής τους.
Άρθρο
469
Αν η μεταβίβαση της απαίτησης επέρχεται από
το νόμο, ο παλαιός δανειστής δεν ευθύνεται απέναντι στο νέο ούτε για την ύπαρξη
της απαίτησης ούτε για τη φερεγγυότητα.
Άρθρο
470
Μεταβίβαση
άλλων δικαιωμάτων
Οι διατάξεις για την εκχώρηση απαιτήσεων
εφαρμόζονται αναλόγως και σε περίπτωση μεταβίβασης άλλων δικαιωμάτων, για τα
οποία δεν ορίζεται κάτι άλλο στο νόμο.
ΕΝΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΝΑΔΟΧΗ ΧΡΕΟΥΣ
Άρθρο
471
Έννοια
Με σύμβαση που συνάπτει με το δανειστή
μπορεί κάποιος να αναδεχτεί ξένο χρέος έτσι ώστε να υπεισέλθει αυτός στη θέση
του οφειλέτη και ο τελευταίος να απαλλαγεί.
Άρθρο
472
Υποχρεώσεις
του αναδοχέα
Ο αναδοχέας έχει απέναντι στο δανειστή τις
ίδιες υποχρεώσεις που είχε και ο παλαιός οφειλέτης.
Άρθρο
473
Ενστάσεις
του αναδοχέα
Ο αναδοχέας μπορεί να αντιτάξει ενστάσεις
που απορρέουν από τη σχέση μεταξύ του δανειστή και του παλαιού οφειλέτη.
Απαίτηση του παλαιού οφειλέτη κατά του
δανειστή δεν μπορεί να την αντιτάξει σε συμψηφισμό ο αναδοχέας
Άρθρο
474
Ο αναδοχέας δεν έχει ενστάσεις από τη σχέση
του με τον παλαιό οφειλέτη.
Άρθρο
475
Δικαιώματα
παρεπόμενα στην απαίτηση
Δικαιώματα παρεπόμενα στην απαίτηση κατά του
παλαιού οφειλέτη εξακολουθούν να υπάρχουν και μετά την αναδοχή. Εγγυητές όμως,
ενέχυρα και υποθήκες διατηρούνται μόνο αν συναίνεσε ο εγγυητής ή ο κύριος του
ενυπόθηκου ή του πράγματος που έχει ενεχυρασθεί.
Προνόμια που ασκούνται στην αναγκαστική
εκτέλεση ή στην πτώχευση αποσβήνονται με την αναδοχή.
Άρθρο
476
Εκποίηση
ενυπόθηκου και αναδοχή
Όποιος με σύμβαση αποκτά από άλλον ενυπόθηκο
ακίνητο με τον όρο να καταβάλει το υποθηκικό χρέος εκείνου που μεταβιβάζει,
υπεισέρχεται ως προς το χρέος στη θέση του τελευταίου και τον απαλλάσσει, αν ο
δανειστής δεν αποκρούσει εγγράφως την αλλαγή του οφειλέτη μέσα σε έξι μήνες από
τη σχετική έγγραφη ανακοίνωση, που γίνεται μετά την μεταγραφή της εκποίησης. Η
ανακοίνωση γίνεται μόνο από αυτόν που μεταβιβάζει και προς αυτόν γίνεται η
απάντηση του δανειστή. Αυτός που μεταβιβάζει γνωστοποιεί χωρίς υπαίτια
καθυστέρηση σ' εκείνον που αποκτά, την απάντηση αυτή.
Άρθρο
477
Σωρευτική
αναδοχή
Αν κάποιος με σύμβαση που συνάπτει με το
δανειστή υποσχεθεί την εκπλήρωση ξένου χρέους, ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται
αλλά παράγεται πρόσθετη ενοχή αυτού που υποσχέθηκε, εφόσον δεν προκύπτει σαφώς
το αντίθετο.
Άρθρο
478
Υπόσχεση
τρίτου προς τον οφειλέτη
Αν τρίτος υποσχέθηκε στον οφειλέτη ότι θα
καταβάλει το χρέος του, σε περίπτωση αμφιβολίας ο δανειστής δεν αποκτά δικαίωμα
από τη σύμβαση αυτή.
Άρθρο
479
Σε
περίπτωση μεταβίβασης ομάδας περιουσίας
Αν με σύμβαση μεταβιβάστηκε περιουσία ή
επιχείρηση, αυτός που αποκτά ευθύνεται απέναντι στο δανειστή έως την αξία των
μεταβιβαζομένων στοιχείων για τα χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή στην
επιχείρηση. Η ευθύνη αυτού που μεταβιβάζει εξακολουθεί να υπάρχει.
Αντίθετη συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων
που βλάπτει τους δανειστές είναι άκυρη απέναντί τους.
ΔΩΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΝΟΧΗ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ
Άρθρο
480
Σε
περίπτωση αμφιβολίας η ενοχή δεν είναι εις ολόκληρον
Αν περισσότεροι οφείλουν διαιρετή παροχή ή
αν περισσότεροι έχουν δικαίωμα σε διαιρετή παροχή, σε περίπτωση αμφιβολίας κάθε
οφειλέτης έχει την υποχρέωση να καταβάλει και κάθε δανειστής έχει το δικαίωμα
να λάβει ίσο μέρος.
Άρθρο
481
Παθητική
ενοχή εις ολόκληρον
Οφειλή εις ολόκληρον υπάρχει όταν σε
περίπτωση περισσότερων οφειλετών της ίδιας παροχής καθένας απ' αυτούς έχει την
υποχρέωση να την καταβάλει ολόκληρη, ο δανειστής όμως έχει το δικαίωμα να την
απαιτήσει μόνο μια φορά.
Άρθρο
482
Δικαίωμα
του δανειστή
Σε περίπτωση οφειλής εις ολόκληρον ο
δανειστής έχει το δικαίωμα να απαιτήσει την παροχή κατά την προτίμησή του από
οποιονδήποτε συνοφειλέτη είτε ολικά είτε μερικά. Έως την καταβολή ολόκληρης της
παροχής παραμένουν υπόχρεοι όλοι οι οφειλέτες.
Άρθρο
483
Γεγονότα
που ενεργούν αντικειμενικά
Η καταβολή που έγινε από ένα συνοφειλέτη
απαλλάσσει και τους λοιπούς. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση δόσης ή υπόσχεσης
αντί καταβολής, δημόσιας κατάθεσης, ανανέωσης και συμψηφισμού.
Απαίτηση ενός από τους συνοφειλέτες δεν
μπορεί να προταθεί σε συμψηφισμό κατά του δανειστή από τους λοιπούς.
Άρθρο
484
Άφεση
χρέους
Η άφεση χρέους προς ένα από τους οφειλέτες
ισχύει και για τους λοιπούς μόνο εφόσον συμφωνήθηκε με τέτοιο σκοπό. Το ίδιο
ισχύει και για την παροχή προθεσμίας σε έναν από τους οφειλέτες.
Άρθρο
485
Υπερημερία
του δανειστή
Η υπερημερία του δανειστή απέναντι σε έναν
από τους οφειλέτες ενεργεί υπέρ όλων.
Άρθρο
486
Γεγονότα
που ενεργούν υποκειμενικά
Άλλα γεγονότα που συνέβησαν σε έναν από τους
συνοφειλέτες εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη σχέση, δεν ενεργούν υπέρ ή
κατά των λοιπών. Αυτό ισχύει ιδίως για την όχληση, την καταγγελία, την
υπερημερία, το πταίσμα, την αδυναμία παροχής στο πρόσωπο ενός συνοφειλέτη, την
παραγραφή, τη διακοπή και την αναστολή της, τη σύγχυση και το δεδικασμένο.
Άρθρο
487
Αναγωγή
μεταξύ των συνοφειλετών
Μεταξύ τους οι περισσότεροι συνοφειλέτες
ευθύνονται κατά ίσα μέρη, εκτός αν προκύπτει κάτι άλλο από τη σχέση.
Ό,τι ο συνοφειλέτης που κατέβαλε δεν μπόρεσε
να εισπράξει από κάποιο συνοφειλέτη, κατανέμεται με την ίδια αναλογία ανάμεσα
σ' αυτόν και τους λοιπούς.
Άρθρο
488
Υποκατάσταση
Εφόσον ένας από τους συνοφειλέτες
ικανοποίησε το δανειστή και έχει δικαίωμα αναγωγής κατά των λοιπών
υποκαθίσταται στα δικαιώματα του δανειστή.
Άρθρο
489
Ενεργητική
ενοχή εις ολόκληρον
Απαίτηση εις ολόκληρον υπάρχει όταν σε
περίπτωση περισσότερων δανειστών για την ίδια παροχή, ο καθένας απ' αυτούς έχει
το δικαίωμα να την απαιτήσει ολόκληρη, ο οφειλέτης όμως έχει την υποχρέωση να
την καταβάλει μόνο μια φορά.
Άρθρο
490
Δικαίωμα
του οφειλέτη
Όταν υπάρχει απαίτηση εις ολόκληρον, ο
οφειλέτης έχει το δικαίωμα κατά την προτίμησή του να καταβάλει την παροχή σε
οποιονδήποτε από τους δανειστές, εφόσον κάποιος απ' αυτούς δεν έχει εγείρει
εναντίον του αγωγή.
Άρθρο
491
Γεγονότα
που ενεργούν αντικειμενικά
Η καταβολή, η δόση ή υπόσχεση αντί
καταβολής, η δημόσιο κατάθεση, η ανανέωση, ο συμψηφισμός ή η σύγχυση έναντι
ενός από τους δανειστές επιφέρει απόσβεση της απαίτησης και ως προς τους
λοιπούς. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση άφεσης χρέους από ένα δανειστή, εφόσον
η άφεση συνομολογήθηκε με τέτοιο σκοπό.
Η υπερημερία ενός από τους δανειστές ενεργεί
και κατά των λοιπών.
Άρθρο
492
Γεγονότα
που ενεργούν υποκειμενικά
Άλλα γεγονότα που συνέβησαν σε έναν από τους
δανειστές δεν ενεργούν υπέρ ή κατά των λοιπών, εκτός αν προκύπτει κάτι άλλο από
τη σχέση.
Άρθρο
493
Αναγωγή
μεταξύ των δανειστών
Μεταξύ τους οι περισσότεροι δανειστές έχουν
δικαίωμα σε ίσα μέρη, εκτός αν προκύπτει κάτι άλλο από τη σχέση.
Άρθρο
494
Αδιαίρετη
παροχή
Αν οι περισσότεροι οφείλουν αδιαίρετη παροχή
εφαρμόζονται οι διατάξεις της οφειλής εις ολόκληρον.
Η αδιαίρετη παροχή γίνεται διαιρετή, αν
μετατράπηκε σε χρηματική. Αλλ' αν η αδιαίρετη παροχή γίνει αδύνατη από πταίσμα
ή κατά την υπερημερία ενός ή μερικών από τους οφειλέτες, αυτοί ενέχονται εις
ολόκληρον ενώ οι λοιποί ελευθερώνονται από την ενοχή.
Άρθρο
495
Αν οι περισσότεροι έχουν το δικαίωμα να
απαιτήσουν αδιαίρετη παροχή, εφόσον δεν είναι από το νόμο ή από δικαιοπραξία
δανειστές εις ολόκληρον ο οφειλέτης χρωστά την παροχή μόνο σε όλους μαζί και
κάθε δανειστής έχει το δικαίωμα να απαιτήσει μόνο την παροχή προς όλους.
Γεγονός που επήλθε στο πρόσωπο ενός από τους
δανειστές ούτε ωφελεί ούτε βλάπτει τους λοιπούς.
ΔΕΚΑΤΟ
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΩΡΕΑ
Άρθρο
496
Έννοια
Η παροχή σε κάποιον ενός περιουσιακού
αντικειμένου αποτελεί δωρεά, αν γίνεται κατά τη συμφωνία των μερών χωρίς
αντάλλαγμα.
Άρθρο
497
Το να παραλείψει κάποιος, προς όφελος ενός
άλλου, να αποκτήσει περιουσία ή το να παραιτηθεί από ένα δικαίωμα που δεν
απέκτησε ακόμη, καθώς και το να απαιτηθεί μια κληρονομία ή κληροδοσία, δεν
αποτελεί δωρεά.
Άρθρο
498
Σύσταση
Για τη σύσταση δωρεάς απαιτείται
συμβολαιογραφικό έγγραφο.
Η δωρεά κινητού πράγματος για την οποία δεν
συντάχθηκε συμβολαιογραφικό έγγραφο ισχυροποιείται αφότου ο δωρητής παραδώσει
το πράγμα στο δωρεοδόχο.
Άρθρο
499
Ευθύνη
του δωρητή
Ο δωρητής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά
αμέλεια.
Για πραγματικά και νομικά ελαττώματα του
αντικειμένου της δωρεάς ο δωρητής ευθύνεται μόνο αν υποσχέθηκε πως δεν υπάρχουν
τέτοια ελαττώματα ή αν τα απέκρυψε με δόλο.
Άρθρο
500
Ο δωρητής δεν οφείλει τόκους υπερημερίας.
Άρθρο
501
Ο δωρητής έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να
εκπληρώσει τη δωρεά, αν η εκπλήρωσή της θα έθετε σε κίνδυνο, ενόψει και των
υπόλοιπων χρεών του, είτε τη δική του συντήρηση, είτε τη διατροφή που οφείλει
κατά το νόμο σε άλλους.
Άρθρο
502
Δωρεά
κατά περιοδικές παροχές
Αν η δωρεά συνίσταται σε περιοδικές παροχές,
ο θάνατος του δωρητή συνεπάγεται την απόσβεση της υποχρέωσής του, εφόσον δεν
συμφωνήθηκε διαφορετικά.
Άρθρο
503
Δωρεά
υπό τρόπο
Σε περίπτωση δωρεάς υπό τρόπο, ο δωρητής
έχει το δικαίωμα, αν εκπλήρωσε την υποχρέωσή του που πηγάζει από τη δωρεά, να
απαιτήσει από το δωρεοδόχο την εκτέλεση του τρόπου.
Αν πεθάνει ο δωρητής, την εκτέλεση τρόπου
που αφορά δημόσιο ή κοινωφελή σκοπό, έχει δικαίωμα να απαιτήσει και η δημόσια
αρχή.
Άρθρο
504
Ο δωρεοδόχος έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να
εκτελέσει τον τρόπο, εφόσον η αξία του αντικειμένου της δωρεάς δεν καλύπτει τη
δαπάνη που απαιτείται για την εκτέλεση και δεν συμπληρώνεται η διαφορά.
Άρθρο
505
Ανάκληση
της δωρεάς
Ο δωρητής έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει τη
δωρεά, αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ του παράπτωμα αχάριστος απέναντι στο
δωρητή ή στο σύζυγο ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωσή
του να διατρέφει το δωρητή.
Άρθρο
506
Ο κληρονόμος του δωρητή έχει δικαίωμα να
ανακαλέσει τη δωρεά, αν ο δωρεοδόχος, ενεργώντας με πρόθεση θανάτωσε το δωρητή
ή τον εμπόδισε να ανακαλέσει τη δωρεά.
Άρθρο
507
Ο δωρητής ή ο κληρονόμος του έχει δικαίωμα
να ανακαλέσει τη δωρεά, αν ο δωρεοδόχος παραλείπει υπαίτια να εκτελέσει τον
τρόπο υπό τον οποίο έγινε η δωρεά.
Άρθρο
508
Η δωρεά που έγινε από κάποιον που δεν έχει
γνήσιους κατιόντες μπορεί να ανακληθεί μέσα σε μια πενταετία αφότου εκπληρώθηκε
αν, ενόσω ζούσε ο δωρητής ή ύστερα από το θάνατό του, γεννήθηκε γνήσιο τέκνο του
ή αν νομιμοποιήθηκε τέκνο του με γάμο.
Άρθρο
509
Η ανάκληση της δωρεάς γίνεται με δήλωση προς
το δωρεοδόχο. Αφού γίνει η ανάκληση αποσβήνεται η υποχρέωση του δωρητή για
παροχή, και αναζητείται η παροχή που εκπληρώθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις για
τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Άρθρο
510
Η ανάκληση αποκλείεται, αν ο δωρητής έδωσε
συγνώμη στο δωρεοδόχο ή αν πέρασε ένα έτος αφότου ο δωρητής, έχοντας δικαίωμα
να ανακαλέσει, πληροφορήθηκε το λόγο της ανάκλησης.
Δεν επιτρέπεται ανάκληση ύστερα από το
θάνατο του δωρεοδόχου.
Άρθρο
511
Προκαταβολή παραίτηση από το δικαίωμα της
ανάκλησης δεν ισχύει.
Άρθρο
512
Δωρεές που έγιναν από ιδιαίτερο ηθικό
καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας δεν μπορούν να ανακληθούν.
ΔΕΚΑΤΟ
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΩΛΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ
Άρθρο
513
Έννοια
της πώλησης
Με τη σύμβαση της πώλησης ο πωλητής έχει την
υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα του πράγματος ή το δικαίωμα, που
αποτελούν το αντικείμενο της πώλησης, και να παραδώσει το πράγμα και ο
αγοραστής έχει την υποχρέωση να πληρώσει το τίμημα που συμφωνήθηκε.
Άρθρο
514
Νομικά
ελαττώματα
Ο πωλητής έχει υποχρέωση να μεταβιβάσει το
αντικείμενο της πώλησης ελεύθερο από κάθε δικαίωμα τρίτου (νομικό ελάττωμα).
Άρθρο
515
Ο πωλητής δεν ευθύνεται για τα νομικά
ελαττώματα που υπάρχουν κατά το χρόνο της πώλησης, αν ο αγοραστής τα γνώριζε.
Αλλά για την υποθήκη ή την προσημείωση ή την κατάσχεση ή το ενέχυρο που υπάρχει
ο πωλητής ευθύνεται και αν ακόμη ο αγοραστής γνώριζε την ύπαρξή τους.
Άρθρο
516
Μη
εκπλήρωση των υποχρεώσεων του πωλητή
Αν ο πωλητής δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις
του, ο αγοραστής έχει όσα δικαιώματα έχει ο δανειστής στις αμφοτεροβαρείς
συμβάσεις και ιδίως σε περιπτώσεις υπερημερίας ή υπαίτιας αδυναμίας του
οφειλέτη.
Άρθρο
517
Η απόδειξη απέναντι στον πωλητή ότι υπάρχουν
νομικά ελαττώματα βαρύνει τον αγοραστή.
Άρθρο
518
Συμφωνία
απαλλαγής του πωλητή από την ευθύνη
Καταργήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 3 του ν 3043/2002.
Άρθρο
519
Πληροφορίες
και παράδοση εγγράφων
Ο πωλητής έχει υποχρέωση να πληροφορήσει τον
αγοραστή για τις νομικές σχέσεις του αντικειμένου της πώλησης, και ιδίως για τα
όρια, τα δικαιώματα και τα βάρη πάνω στο ακίνητο, καθώς και να του παραδώσει
όσα αποδεικτικά έγγραφα των δικαιωμάτων του κατέχει.
Άρθρο
520
Ευθύνη
σε περίπτωση άλλων εκποιήσεων
Οι διατάξεις που ρυθμίζουν την ευθύνη του
πωλητή για νομικά ελαττώματα εφαρμόζονται αναλόγως και σε άλλες συμβάσεις που
γεννούν υποχρέωση για εκποίηση με αντάλλαγμα.
Άρθρο
521
[Καταργήθηκε με το άρθρο 53 ΕισΝΚΠολΔ. - Βλ. 1017 § 2 ΚΠολΔ.]
Άρθρο
522
Ο
κίνδυνος στην πώληση
Αφότου παραδοθεί το πράγμα που πουλήθηκε,
τον κίνδυνο για την τυχαία καταστροφή ή τη χειροτέρευσή του φέρει ο αγοραστής.
Προκειμένου για ακίνητο, αν η μεταγραφή της
πώλησης έγινε πριν από την παράδοση, ο αγοραστής φέρει τον κίνδυνο από τη
μεταγραφή.
Άρθρο
523
Σε περίπτωση που η πώληση είναι υπό αίρεση,
αν το πράγμα που πουλήθηκε παραδόθηκε στον αγοραστή ενόσω εκκρεμεί ακόμη η
αίρεση, τον κίνδυνο για την τυχαία καταστροφή ή χειροτέρευσή του, που συνέβη
πριν από την πλήρωση της αίρεσης, τον φέρει ο πωλητής αν η αίρεση είναι
αναβλητική, και ο αγοραστής αν η αίρεση είναι διαλυτική.
Άρθρο
524
Αν ο πωλητής, με αίτηση του αγοραστή,
στέλνει το πράγμα σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο της εκπλήρωσης της παροχής,
ο αγοραστής φέρει τον κίνδυνο αφότου το πράγμα παραδοθεί για αποστολή.
Άρθρο
525
Από τη στιγμή που ο αγοραστής φέρει τον
κίνδυνο, παίρνει τα ωφελήματα και φέρει τα βάρη του πράγματος.
Άρθρο
526
Έξοδα
για την παράδοση και την παραλαβή
Ο πωλητής βαρύνεται με τα έξοδα για την
παράδοση του πράγματος που πουλήθηκε και ιδίως για το ζύγισμα, τη μέτρηση ή την
αρίθμηση ο αγοραστής βαρύνεται με τα έξοδα της παραλαβής και της αποστολής σε
τόπο διαφορετικό από τον τόπο της εκπλήρωσης.
Άρθρο
527
Έξοδα
για τη σύμβαση και τη μεταγραφή
Τα έξοδα ή τα τέλη που απαιτούνται για την
έγγραφη κατάρτιση της σύμβασης βαρύνουν εξίσου και τα δύο μέρη.
Ο αγοραστής ακινήτου ή δικαιώματος σε
ακίνητο βαρύνεται με τα έξοδα της μεταγραφής.
[Βλ. όμως και τη φορολογική νομοθεσία.]
Άρθρο
528
Δαπάνες
πριν από την παράδοση
Σε όσες περιπτώσεις ο αγοραστής φέρει τον
κίνδυνο πριν από την παράδοση, έχει την υποχρέωση, σύμφωνα με τις διατάξεις για
την εντολή, να αποδώσει τις δαπάνες που, ύστερα από τη μετάθεση του κινδύνου
στον αγοραστή και έως την παράδοση, έγιναν αναγκαίες για το πράγμα που
πουλήθηκε και που τις κατέβαλε ο πωλητής. Για άλλες δαπάνες μη αναγκαίες
ισχύουν οι διατάξεις για τη διοίκηση αλλοτρίων.
Άρθρο
529
Τόκος
του τιμήματος
Αν δεν πιστώθηκε το τίμημα, ο αγοραστής οφείλει
γι' αυτό τόκους, αφότου παίρνει τα ωφελήματα του πράγματος.
Άρθρο
530
Αγοραία
ή χρηματιστηριακή τιμή
Αν ορίστηκε ως τίμημα η αγοραία ή η
χρηματιστηριακή τιμή, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι τα μέρη απέβλεψαν
στη μέση τιμή της αγοράς ή του χρηματιστηρίου κατά το χρόνο και στον τόπο της
εκπλήρωσης της παροχής.
Αν το τίμημα του πράγματος ορίστηκε κατά
βάρος, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι τα μέρη απέβλεψαν στο καθαρό
βάρος.
Άρθρο
531
Πίστωση
του τιμήματος
Αν ο πωλητής εκπλήρωσε τη σύμβαση εξ
ολοκλήρου και πίστωσε το τίμημα, δεν έχει δικαίωμα να υπαναχωρήσει εξ αιτίας
καθυστέρησης του τιμήματος.
Άρθρο
532
Όρος
διατήρησης της κυριότητας
Αν στην πώληση έχει τεθεί ο όρος ότι ο
πωλητής διατηρεί την κυριότητα ωσότου αποπληρωθεί το τίμημα, σε περίπτωση
αμφιβολίας λογίζεται ότι η μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή επέρχεται
μόλις πληρωθεί η αίρεση της αποπληρωμής του τιμήματος και ότι ο πωλητής, σε
περίπτωση υπερημερίας του αγοραστή, έχει δικαίωμα είτε να απαιτήσει το τίμημα,
είτε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, ασκώντας τα δικαιώματά του από την
κυριότητα
Σ' αυτή την περίπτωση ο αγοραστής φέρει τον
κίνδυνο αφότου του παραδοθεί το πράγμα.
Άρθρο
533
Απαγόρευση
αγοράς
Σε περίπτωση πώλησης με αναγκαστικό ή
εκούσιο πλειστηριασμό απαγορεύεται να αγοράσουν είτε αυτοπροσώπως είτε διαμέσου
άλλου είτε για λογαριασμό άλλου: 1. εκείνοι που έχουν από το νόμο τη διαχείριση
της περιουσίας κάποιου, πράγματα από αυτή την περιουσία. 2. οι εντολοδόχοι ή διαχειριστές, πράγματα των οποίων τους έχει
ανατεθεί ή πώληση. 3. δημόσια πρόσωπα ή οι βοηθοί τους, πράγματα που η
πώλησή τους γίνεται με τη μεσολάβησή τους.
Άρθρο
534
Πραγματικά
ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων
Ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει το πράγμα
με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
535
Ο πωλητής δεν εκπληρώνει την κατά το
προηγούμενο άρθρο υποχρέωσή του, αν το πράγμα που παραδίδει τον αγοραστή δεν
ανταποκρίνεται στη σύμβαση και ιδίως:
1. δεν ανταποκρίνεται στην περιγραφή που
έχει γίνει από τον πωλητή ή στο δείγμα ή υπόδειγμα που ο πωλητής είχε
παρουσιάσει στον αγοραστή.
2. δεν είναι κατάλληλο για το σκοπό της συγκεκριμένης
σύμβασης και ιδιαίτερα για τη σύμφωνη με το σκοπό αυτόν ειδική χρήση.
3. δεν είναι κατάλληλο για τη χρήση για την
οποία προορίζονται συνήθως πράγματα της ίδιας κατηγορίας.
4. δεν έχει την ποιότητα ή την απόδοση που ο
αγοραστής ευλόγως προσδοκά από πράγματα της ίδιας κατηγορίας, λαμβάνοντας υπόψη
και τις δημόσιες δηλώσεις του πωλητή, του παραγωγού ή του αντιπροσώπου του, στο
πλαίσιο ιδίως της σχετικής διαφήμισης ή της επισήμανσης, εκτός αν ο πωλητής δεν
γνώριζε ούτε όφειλε να γνωρίζει τη σχετική δήλωση.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
536
Πλημμελής
εγκατάσταση
Το πράγμα δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση και
σε περίπτωση πλημμελούς εγκατάστασής του, αν η εγκατάσταση αποτελεί μέρος της
σύμβασης και πραγματοποιήθηκε από τον πωλητή. Το ίδιο ισχύει και όταν η
πλημμέλεια της εγκατάστασης που έγινε από τον αγοραστή οφείλεται στην παράλειψη
του πωλητή να του παράσχει τις σωστές οδηγίες.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
537
Ευθύνη
για ελλείψεις
Ο πωλητής ευθύνεται ανεξάρτητα από
υπαιτιότητά του αν το πράγμα, κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον
αγοραστή, έχει πραγματικά ελαττώματα ή στερείται τις συνομολογημένες ιδιότητες,
εκτός αν ο αγοραστής κατά τη σύναψη της σύμβασης γνώριζε ότι το πράγμα δεν
ανταποκρίνεται στη σύμβαση ή η μη ανταπόκριση οφείλεται σε υλικά που χορήγησε ο
αγοραστής.
Το ελάττωμα ή η έλλειψη συνομολογημένης
ιδιότητας που διαπιστώνεται μέσα σε έξι μήνες από την παράδοση του πράγματος
τεκμαίρεται ότι υπήρχε κατά την παράδοση, εκτός αν τούτο δεν συμβιβάζεται με τη
φύση του πράγματος που πουλήθηκε ή με τη φύση του ελαττώματος ή της έλλειψης.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
538
Ρήτρα
μη ευθύνης για ελλείψεις
Καταργήθηκε με το άρθρο 2 παρ.3 του ν 3043/2002
Άρθρο
539
[Καταργήθηκε με το άρθρο 53 ΕισΝΚΠολΔ. - Βλ. 1017 § 2 εδ. α' ΚΠολΔ.]
Άρθρο
540
Δικαιώματα
του αγοραστή
Στις περιπτώσεις ευθύνης του πωλητή για
πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ο αγοραστής
δικαιούται κατ' επιλογήν του: 1. να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του, τη
διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν μια τέτοια ενέργεια
είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες. 2. α μειώσει το τίμημα. 3. να
υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό
ελάττωμα.
Ο πωλητής οφείλει να πραγματοποιήσει τη
διόρθωση ή την αντικατάσταση σε εύλογο χρόνο και χωρίς σημαντική ενόχληση του
αγοραστή.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
541
Ο αγοραστής μπορεί, αν διαπιστωθεί αργότερα
και άλλο ελάττωμα, να ασκήσει εκ νέου ένα από τα δικαιώματα του προηγούμενου
άρθρου. Το ίδιο ισχύει και όταν λείπει συνομολογημένη ιδιότητα.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
542
Το δικαστήριο μπορεί, μολονότι ο αγοραστής
άσκησε το δικαίωμα υπαναχώρησης, να επιδικάσει μόνο μείωση του τιμήματος ή να
διατάξει αντικατάσταση του πράγματος, αν κρίνει ότι οι περιστάσεις δεν
δικαιολογούν την υπαναχώρηση.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
543
Αν κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει
στον αγοραστή λείπει η συνομολογημένη ιδιότητα του πράγματος, ο αγοραστής
δικαιούται, αντί για τα δικαιώματα του άρθρου 540, να απαιτήσει αποζημίωση για
μη εκτέλεση της σύμβασης ή, σωρευτικά με τα δικαιώματα αυτά, να απαιτήσει
αποζημίωση για τη ζημία που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους. Το ίδιο ισχύει
και σε περίπτωση παροχής ελαττωματικού πράγματος, η οποία οφείλεται σε πταίσμα
του πωλητή.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
544
Ο πωλητής δεν ευθύνεται σε αποζημίωση για
έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, αν η ιδιότητα αυτή υπήρχε κατά τη σύναψη της
σύμβασης αλλά έπαυσε να υπάρχει χωρίς υπαιτιότητα του πωλητή πριν μεταβεί ο
κίνδυνος στον αγοραστή.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
545
Ανεπιφύλακτη
παραλαβή
Αν ο αγοραστής παρέλαβε το πράγμα χωρίς
επιφύλαξη, γνωρίζοντας το ελάττωμα ή την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας,
λογίζεται ότι το αποδέχτηκε.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
546
Δικαιώματα
του πωλητή
Το δικαίωμα αντικατάστασης του πράγματος
κατά το άρθρο 540, το έχει με τους ίδιους όρους και ο πωλητής, εφόσον η άσκησή
του δεν είναι ασύμφορη για τον αγοραστή.
Αν ο αγοραστής προβάλλει ευθύνη του πωλητή
για ελαττώματα ή για έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, ο πωλητής δικαιούται να
του τάξει εύλογη προθεσμία για να απαιτήσει αντικατάσταση του πράγματος ή να
υπαναχωρήσει. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών
αποκλείεται.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
547
Ενέργεια
υπαναχώρησης ή αντικατάστασης λόγω ελλείψεων
Αν ο αγοραστής υπαναχωρήσει από τη σύμβαση
λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας, έχει υποχρέωση
να αποδώσει το πράγμα ελεύθερο από κάθε βάρος που του πρόσεθεσε ο ίδιος, καθώς
και τα ωφελήματα που αποκόμισε. Ο πωλητής επιστρέφει το τίμημα με τόκο, τα
έξοδα της πώλησης, καθώς και όσα ο αγοραστής δαπάνησε για το πράγμα.
Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου
εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αντικατάστασης του πράγματος.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
548
Καταστροφή
ή χειροτέρευση του πράγματος
Ο αγοραστής έχει δικαίωμα να ζητήσει
αντικατάσταση ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση ή να μειώσει το τίμημα και αν
ακόμη το πράγμα καταστράφηκε ή χειροτέρεψε εξαιτίας του ελαττώματος.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
549
Αν το πράγμα εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο μέρος
καταστράφηκε ή χάθηκε ή χειροτέρεψε ουσιωδώς από τυχαίο περιστατικό, ο
αγοραστής έχει δικαίωμα μόνο σε μείωση του τιμήματος.
Το ίδιο ισχύει και αν το πράγμα μεταποιήθηκε
ή εκποιήθηκε εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο μέρος από τον αγοραστή.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
550
Πώληση
ορισμένης έκτασης
Αν ο πωλητής ακινήτου διαβεβαίωσε τον
αγοραστή ότι το ακίνητο έχει ορισμένη έκταση, ευθύνεται όπως και για
συνομολογημένη ιδιότητα. Ο αγοραστής έχει δικαίωμα υπαναχώρησης για ελλιπή
έκταση τότε μόνο όταν η έλλειψη είναι τόσο σημαντική ώστε ο αγοραστής δεν έχει
συμφέρον στη σύμβαση.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
551
Πώληση
περισσότερων πραγμάτων
Αν από περισσότερα πράγματα που πουλήθηκαν
μερικά μόνο έχουν ελάττωμα ή δεν έχουν τη συνομολογημένη ιδιότητα, το δικαίωμα
αντικατάστασης ή υπαναχώρησης περιορίζεται μόνο σε αυτά, και αν ακόμη ορίστηκε
ενιαίο τίμημα για όλα. Αν όμως κατά την πρόθεση των μερών τα πράγματα πουλήθηκαν
αθρόα ή ως σύνολο και εκείνα που έχουν το ελάττωμα ή την έλλειψη δεν μπορούν να
αποχωριστούν από τα υπόλοιπα χωρίς να ζημιωθεί ο ένας από τους συμβαλλομένους,
το δικαίωμα αντικατάστασης ή υπαναχώρησης επεκτείνεται σε όλα.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
552
Η αντικατάσταση ή υπαναχώρηση για το κύριο
πράγμα περιλαμβάνει και το παρεπόμενο, και αν ακόμη ορίστηκε γι' αυτό ιδιαίτερο
τίμημα.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
553
Πώληση
με περισσότερους πωλητές ή αγοραστές
Αν οι πωλητές ή οι αγοραστές είναι
περισσότεροι, το δικαίωμα αντικατάστασης εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του
άρθρου 396, ενώ το δικαίωμα μείωσης του τιμήματος ασκείται και από τον καθένα ή
κατά του καθενός, συμμέτρως. Το ίδιο ισχύει και αν ο πωλητής ή ο αγοραστής
κληρονομηθεί από πολλούς.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
554
Παραγραφή
Τα δικαιώματα του αγοραστή λόγω πραγματικού
ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας παραγράφονται μετά την πάροδο
πέντε ετών για τα ακίνητα και δύο ετών για τα κινητά.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
555
Η παραγραφή αρχίζει από την παράδοση του
πράγματος στον αγοραστή. Το ίδιο ισχύει και αν ο αγοραστής ανακάλυψε το
ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας αργότερα.
Αν ο αγοραστής ζήτησε να διεξαχθεί
συντηρητική απόδειξη η παραγραφή διακόπτεται έως το τέλος της διαδικασίας
αυτής.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
556
Αν συμφωνήθηκε προθεσμία ευθύνης του πωλητή
για ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, αυτό σε περίπτωση αμφιβολίας
σημαίνει ότι η παραγραφή για τα ελαττώματα ή τις ελλείψεις που εκδηλώθηκαν μέσα
στην προθεσμία αρχίζει από τότε που εκδηλώθηκαν.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
557
Ο πωλητής δεν μπορεί να επικαλεστεί την
παραγραφή των προηγούμενων άρθρων, αν απέκρυψε ή αποσιώπησε με δόλο το ελάττωμα
ή την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
558
Ο αγοραστής μπορεί και μετά τη συμπλήρωση
του χρόνου της παραγραφής να ασκήσει με ένσταση τα δικαιώματά του από το
ελάττωμα ή από την έλλειψη της συνομολογημένης ιδιότητας, εφόσον ειδοποίησε γι'
αυτά τον πωλητή μέσα στο χρόνο της παραγραφής.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
559
Παροχή
εγγύησης
Αν ο πωλητής ή τρίτος έχει παράσχει εγγύηση
για το πράγμα που πουλήθηκε, ο αγοραστής έχει, έναντι εκείνου που εγγυήθηκε, τα
δικαιώματα που απορρέουν από τη δήλωση της εγγύησης σύμφωνα με τους όρους που
περιέχονται σε αυτήν ή τη σχετική διαφήμιση, χωρίς να παραβλάπτονται τα
δικαιώματά του που πηγάζουν από το νόμο.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
560
Αναγωγή
Σε περίπτωση διαδοχικών πωλήσεων και ευθύνης
του τελικού πωλητή λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης
ιδιότητας, η παραγραφή των δικαιωμάτων του κατά προηγούμενου πωλητή λόγω του
ελαττώματος ή της έλλειψης αρχίζει από τότε που ικανοποιήθηκε ο αγοραστής,
εκτός αν προηγήθηκε τελεσίδικη δικαστική απόφαση κατά του τελικού πωλητή, οπότε
η παραγραφή αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφασης αυτής. Κατά τα λοιπά
εφαρμόζονται για την παραγραφή οι διατάξεις των άρθρων 554 έως 558.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
561
Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου
εφαρμόζονται αναλόγως και σε περίπτωση αναγωγής εναντίον κάθε προηγούμενου
πωλητή του ίδιου πράγματος.
(Όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ.1 του ν 3043/2002)
Άρθρο
562
Άλλες
ανταλλακτικές συμβάσεις
Οι διατάξεις οι σχετικές με την ευθύνη του
πωλητή για ελαττώματα του πράγματος ή για έλλειψη συμφωνημένων ιδιοτήτων
εφαρμόζονται αναλόγως και σε άλλες συμβάσεις εκποίησης με αντάλλαγμα.
Άρθρο
563
Πώληση
με δοκιμή
Η πώληση με δοκιμή λογίζεται, σε περίπτωση
αμφιβολίας, ότι τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της έγκρισης του αγοραστή. Ο
αγοραστής είναι ελεύθερος να εγκρίνει ή να αποποιηθεί.
Άρθρο
564
Ο αγοραστής έχει δικαίωμα να εκφραστεί μόνο
μέσα στην προθεσμία που έχει ταχθεί ή, αν δεν υπάρχει προθεσμία, μόνο μέσα σε
εύλογη προθεσμία που τάσσει ο πωλητής.
Αν το πράγμα που πουλήθηκε με δοκιμή έχει
παραδοθεί στον αγοραστή, η σιωπή του λογίζεται ως έγκριση, αλλιώς ως αποποίηση.
Άρθρο
565
Σύμφωνο
εξώνησης
Με το σύμφωνο της εξώνησης ο πωλητής έχει
δικαίωμα μέσα σε ορισμένη προθεσμία να πάρει πίσω το πράγμα αντί τιμήματος που
έχει συμφωνηθεί.
Άρθρο
566
Τίμημα,
προθεσμία
Αν δεν συμφωνήθηκε τίμημα για την εξώνηση,
ως τίμημα λογίζεται το τίμημα της πώλησης.
Η προθεσμία για την εξώνηση είναι πενταετής,
αν δεν συμφωνήθηκε άλλη ή αν αυτή που συμφωνήθηκε είναι μακρότερη.
Άρθρο
567
Δήλωση
για την εξώνηση
Η εξώνηση συντελείται με τη δήλωση του
πωλητή προς τον αγοραστή ότι ασκεί το δικαίωμα της εξώνησης. Η δήλωση για την
εξώνηση πρέπει να γίνει με τον ίδιο τύπο που ορίζει ο νόμος για τη σύμβαση της
πώλησης.
Άρθρο
568
Ενέργεια
Όταν συντελεστεί η εξώνηση, ο αγοραστής έχει
υποχρέωση να επιστρέψει το πράγμα μαζί με τα παραρτήματά του ελεύθερο από τα
βάρη με τα οποία το έχει επιβαρύνει πριν από την εξώνηση και ο πωλητής έχει
υποχρέωση να καταβάλει το τίμημα. Για τα πριν από την εξώνηση ωφελήματα δεν
παρέχεται αξίωση.
Άρθρο
569
Ο αγοραστής έχει υποχρέωση αποζημίωσης, αν
κατά την εξώνηση είναι αδύνατη από υπαιτιότητά του η απόδοση του πράγματος στην
κατάσταση που το παρέλαβε.
Το ίδιο ισχύει και αν το πράγμα εκποιήθηκε
αναγκαστικά πριν από την εξώνηση.
Άρθρο
570
Αν το πράγμα καταστράφηκε πριν από την
εξώνηση εξ ολοκλήρου ή σε μεγάλο μέρος, χωρίς υπαιτιότητα του αγοραστή, το
δικαίωμα της εξώνησης αποσβήνεται. Αν το πράγμα έχει χειροτερέψει, ο πωλητής
δεν έχει δικαίωμα σε μείωση του τιμήματος της εξώνησης.
Άρθρο
571
Ο αγοραστής έχει δικαίωμα να απαιτήσει τις
δαπάνες που έγιναν πάνω στο πράγμα πριν από την εξώνηση, μόνο εφόσον αυξήθηκε
από αυτές η αξία του. Ο αγοραστής μπορεί να αφαιρέσει το κατασκεύασμα που έχει
προστεθεί.
Άρθρο
572
Εξώνηση
υπέρ ή κατά περισσοτέρων
Αν το δικαίωμα της εξώνησης ανήκει ή
περιήλθε σε περισσότερους ή αρμόζει κατά περισσότερων υπόχρεων, μπορεί να
ασκηθεί μόνο από όλους και εναντίον όλων. Αν όμως κάποιος από τους δικαιούχους
παραιτήθηκε από το δικαίωμα ή το έχασε, οι υπόλοιποι το ασκούν εξ ολοκλήρου.
Άρθρο
573
Ανταλλαγή
Στην ανταλλαγή εφαρμόζονται αναλόγως οι
διατάξεις για την πώληση. Ο καθένας από τους συμβαλλομένους κρίνεται ως πωλητής
για την παροχή που τον βαρύνει και ως αγοραστής για την παροχή που απαιτεί.
ΔΕΚΑΤΟ
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΜΙΣΘΩΣΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ
Άρθρο
574
Έννοια
Με τη σύμβαση της μίσθωσης πράγματος ο
εκμισθωτής έχει υποχρέωση να παραχωρήσει στο μισθωτή τη χρήση του πράγματος για
όσο χρόνο διαρκεί η σύμβαση και ο μισθωτής να καταβάλει το συμφωνημένο μίσθωμα.
[Βλ. και τις ειδικές ρυθμίσεις για την εκμίσθωση δημοσίων κτημάτων, για τη μίσθωση ακινήτων από το δημόσιο κλπ., για την επαγγελματική στέγη, την κύρια κατοικία κλπ].
Άρθρο
575
Υποχρεώσεις
του εκμισθωτή
Ο εκμισθωτής έχει την υποχρέωση να παραδώσει
στο μισθωτή το μίσθιο κατάλληλο για τη συμφωνημένη χρήση και να το διατηρεί
κατάλληλο σ' όλη τη διάρκεια της μίσθωσης.
Άρθρο
576
Ελλείψεις
ή πραγματικά ελαττώματα του μισθίου
Αν κατά το χρόνο της παράδοσής του στο
μισθωτή το μίσθιο έχει ελάττωμα που εμποδίζει μερικά ή ολικά τη συμφωνημένη
χρήση (πραγματικό ελάττωμα) ή αν κατά τη διάρκεια της μίσθωσης εμφανίστηκε
τέτοιο ελάττωμα, ο μισθωτής έχει δικαίωμα μείωσης ή μη καταβολής του
μισθώματος.
Το ίδιο ισχύει και αν λείπει από το μίσθιο
μια συμφωνημένη ιδιότητα ή αν έλειψε μια τέτοια ιδιότητα όσο διαρκεί η μίσθωση.
Άρθρο
577
Αν κατά τη συνομολόγηση της μίσθωσης λείπει
η συμφωνημένη ιδιότητα του μισθίου, ο μισθωτής έχει δικαίωμα, αντί για τη
μείωση ή τη μη καταβολή του μισθώματος, να απαιτήσει αποζημίωση για τη εκτέλεση
της σύμβασης. Το ίδιο ισχύει και αν ο εκμισθωτής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει
το πραγματικό ελάττωμα του μισθίου που υπήρχε κατά τη συνομολόγηση της
σύμβασης.
Άρθρο
578
Ο μισθωτής έχει το δικαίωμα του προηγούμενου
άρθρου και αν υπό υπαιτιότητα του εκμισθωτή έλειψε η συμφωνημένη ιδιότητα ή
εμφανίστηκε το ελάττωμα του μισθίου μετά τη συνομολόγηση της σύμβασης.
Ο μισθωτής έχει το ίδιο δικαίωμα και αν ο
εκμισθωτής έγινε υπερήμερος ως προς την άρση του πραγματικού ελαττώματος ή της
έλλειψης της ιδιότητας. Σ' αυτή την περίπτωση όμως ο μισθωτής έχει δικαίωμα να
επιχειρήσει ο ίδιος την άρση και να απαιτήσει τη δαπάνη.
Άρθρο
579
Ο εκμισθωτής δεν ευθύνεται για πραγματικά
ελαττώματα που γνώριζε ο μισθωτής κατά τη συνομολόγηση της σύμβασης.
Το ίδιο ισχύει και για συμφωνημένες
ιδιότητες, που την έλλειψή τους γνώριζε ο μισθωτής κατά τη συνομολόγηση της
σύμβασης.
Άρθρο
580
Ο εκμισθωτής δεν ευθύνεται για πραγματικά
ελαττώματα, που ο μισθωτής αγνοούσε από βαριά αμέλεια κατά τη συνομολόγηση της
σύμβασης, εκτός αν ο εκμισθωτής υποσχέθηκε ότι δεν υπάρχει ελάττωμα ή αν το
αποσιώπησε με δόλο.
Άρθρο
581
Ο εκμισθωτής δεν ευθύνεται για το πραγματικό
ελάττωμα ή την έλλειψη συμφωνημένης ιδιότητας, αν ο μισθωτής παρέλαβε
ανεπιφύλακτα το μίσθιο γνωρίζοντας το ελάττωμα ή την έλλειψη.
Άρθρο
582
Ρήτρα
περιορισμού της ευθύνης του εκμισθωτή
Καταργήθηκε με το άρθρο 2 παρ.3 του ν 3043/2002
Άρθρο
583
Νομικά
ελαττώματα του μισθίου
Αν εξαιτίας κάποιου δικαιώματος τρίτου
αφαιρέθηκε από το μισθωτή ολικά ή μερικά η συμφωνημένη χρήση του μισθίου
(νομικό ελάττωμα), εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 576 έως 579.
Αλλά ο μισθωτής δεν μπορεί να επιχειρήσει ο ίδιος την άρση του νομικού
ελαττώματος με δαπάνες του εκμισθωτή.
(Όπως το εδ. α' αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 παρ.4 του ν 3043/2002)
Άρθρο
584
Ο μισθωτής, με την επιφύλαξη των διατάξεων
που ισχύουν για τα πραγματικά και τα νομικά ελαττώματα ή για την έλλειψη
ιδιοτήτων, έχει δικαίωμα κατά τα λοιπά, αν δεν του παραδόθηκε ή του
παρεμποδίστηκε η χρήση του μισθίου, να απαιτήσει, σύμφωνα με τις γενικές
διατάξεις, την εκτέλεση της σύμβασης ή αποζημίωση.
Άρθρο
585
Καταγγελία
για μη παραχώρηση της χρήσης
Σε κάθε περίπτωση που δεν παραχωρήθηκε
εγκαίρως στο μισθωτή, ολικά ή μερικά, ανεμπόδιστη η συμφωνημένη χρήση ή που του
αφαιρέθηκε αργότερα η χρήση που του παραχωρήθηκε, ο μισθωτής έχει δικαίωμα να
τάξει στον εκμισθωτή εύλογη προθεσμία για να αποκαταστήσει τη χρήση και αν η
προθεσμία περάσει άπρακτη, να καταγγείλει τη μίσθωση. Ο μισθωτής έχει δικαίωμα
να καταγγείλει και χωρίς προθεσμία, αν εξαιτίας του λόγου που δικαιολογεί την
καταγγελία, δεν έχει συμφέρον στην εκτέλεση της σύμβασης.
Άρθρο
586
Ο μισθωτής δεν δικαιούται να καταγγείλει τη μίσθωση
για πραγματικά ή νομικά ελαττώματα ή για έλλειψη συμφωνημένης ιδιότητας σε όσες
περιπτώσεις δεν ευθύνεται γι' αυτά ο εκμισθωτής.
Άρθρο
587
Ενέργεια
της καταγγελίας
Με την καταγγελία αίρεται για το μέλλον η
μισθωτική σχέση και επιστρέφεται το μίσθωμα που τυχόν προκαταβλήθηκε για το
χρόνο μετά την καταγγελία. Εκείνος που έχει δικαίωμα να καταγγείλει δεν έχει
υποχρέωση σε αποζημίωση εξαιτίας της καταγγελίας.
Άρθρο
588
Κίνδυνος
της υγείας του μισθωτή
Στη μίσθωση κατοικίας, αν η χρήση του
μισθίου συνεπάγεται σπουδαίο κίνδυνο για την υγεία του μισθωτή ή των οικείων
του που συγκατοικούν, ο μισθωτής έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη μίσθωση χωρίς
να τάξει προθεσμία, και αν ακόμη κατά τη σύναψη της μίσθωσης ή την παράδοση του
μισθίου γνώριζε τις επικίνδυνες συνθήκες ή παραιτήθηκε από τα σχετικά
δικαιώματά του.
Άρθρο
589
Υποχρέωση
του μισθωτή για ειδοποίηση
Ο μισθωτής έχει υποχρέωση να αποζημιώσει τον
εκμισθωτή, αν παρέλειψε να του γνωστοποιήσει εγκαίρως ελαττώματα του μισθίου
που εμφανίστηκαν κατά την διάρκεια της μίσθωσης ή δικαιώματα που τρίτος
αντιποιείται πάνω σ' αυτό.
Άρθρο
590
Βάρη
και φόροι του μισθίου
Ο εκμισθωτής φέρει τα βάρη του μισθίου και
τους φόρους που το βαρύνουν.
Άρθρο
591
Δαπάνες
Ο εκμισθωτής αποδίδει στο μισθωτή τις
αναγκαίες δαπάνες που αυτός έκανε στο μίσθιο.
Οι επωφελείς δαπάνες αποδίδονται σύμφωνα με
τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλοτρίων. Ο μισθωτής έχει δικαίωμα να αφαιρέσει
τα κατασκευάσματα που πρόσθεσε ο ίδιος στο μίσθιο.
Άρθρο
592
Φθορές
ή μεταβολές
Ο μισθωτής δεν ευθύνεται για φθορές ή
μεταβολές που οφείλονται στη συμφωνημένη χρήση.
Άρθρο
593
Δικαίωμα
υπομίσθωσης
Ο μισθωτής έχει δικαίωμα, εφόσον δεν
συμφωνήθηκε το αντίθετο, να παραχωρήσει σε άλλον τη χρήση του μισθίου και ιδίως
να το υπεκμισθώσει, ευθυνόμενος απέναντι στον εκμισθωτή για το πταίσμα του
τρίτου. Μόνη η συναίνεση του εκμισθωτή στην υπεκμίσθωση ή στην παραχώρηση της
χρήσης δεν απαλλάσσει το μισθωτή από την ευθύνη αυτή.
Άρθρο
594
Κακή
χρήση του μισθίου
Ο εκμισθωτής έχει δικαίωμα να καταγγείλει
αμέσως τη μίσθωση και συγχρόνως να ζητήσει αποζημίωση, αν ο μισθωτής, παρά τις
διαμαρτυρίες του εκμισθωτή, δεν μεταχειρίζεται το μίσθιο με επιμέλεια και όπως
συμφωνήθηκε ή δεν τηρεί τη συμπεριφορά που πρέπει απέναντι στους άλλους
ενοίκους.
Άρθρο
595
Πληρωμή
του μισθώματος
Το μίσθωμα καταβάλλεται στις συμφωνημένες ή
στις συνηθισμένες προθεσμίες. Αν δεν υπάρχουν τέτοιες προθεσμίες, καταβάλλεται
κατά τη λήξη της μίσθωσης και, αν συμφωνήθηκε καταβολή σε μικρότερα διαστήματα,
κατά τη λήξη τους.
Άρθρο
596
Ο μισθωτής δεν απαλλάσσεται από το μίσθωμα,
αν εμποδίζεται να χρησιμοποιήσει το μίσθιο από λόγους που αφορούν τον ίδιο.
Έχει δικαίωμα όμως να αφαιρέσει από το μίσθωμα καθετί που ωφελήθηκε ο
εκμισθωτής χρησιμοποιώντας το μίσθιο με άλλο τρόπο.
Άρθρο
597
Αν ο μισθωτής καθυστερεί το μίσθωμα ολικά η
μερικά, ο εκμισθωτής δικαιούται να καταγγείλει τη μίσθωση τουλάχιστον πριν από
ένα μήνα, αν πρόκειται για μίσθωση που η διάρκειά της συμφωνήθηκε για ένα χρόνο
ή περισσότερο, και πριν από δέκα ημέρες στις άλλες μισθώσεις. Δεν αποκλείεται
αξίωση του εκμισθωτή για αποζημίωση εξαιτίας της πρόωρης λύσης της μίσθωσης.
Η καταγγελία μένει χωρίς αποτέλεσμα αν ο
μισθωτής πριν περάσει η προθεσμία αυτή καταβάλει το καθυστερούμενο μίσθωμα μαζί
με τα τυχόν έξοδα της καταγγελίας.
Άρθρο
598
Είναι άκυρη κάθε συμφωνία με την οποία
συντομεύονται οι προθεσμίες του προηγούμενου άρθρου ή λύνεται αυτόματα η
μίσθωση ή παρέχεται τέτοιο δικαίωμα στον εκμισθωτή μόλις ο μισθωτής γίνει
υπερήμερος ως προς την πληρωμή του μισθώματος.
Άρθρο
599
Απόδοση
του μισθίου
Ο μισθωτής κατά τη λήξη της μίσθωσης έχει
υποχρέωση να αποδώσει το μίσθιο στην κατάσταση που το παρέλαβε.
Σε περίπτωση υπεκμίσθωσης ή παραχώρησης της
χρήσης του μισθίου σε τρίτον, ο εκμισθωτής μπορεί κατά τη λήξη της μίσθωσης να
απαιτήσει το μίσθιο και από τον υπομισθωτή ή από εκείνον στον οποίο
παραχωρήθηκε η χρήση.
Άρθρο
600
Αν το μίσθιο ήταν ασφαλισμένο και
καταστράφηκε ή έπαθε βλάβη από πυρκαϊά, ο μισθωτής, εφόσον ο εκμισθωτής μπορεί
να αποζημιωθεί ή αποζημιώθηκε από τον ασφαλιστή, ευθύνεται απέναντί τους μόνο
αν αυτοί αποδείξουν ότι η πυρκαϊά οφείλεται σε υπαιτιότητά του.
Άρθρο
601
Ο μισθωτής, για όσο χρόνο παρακρατεί το
μίσθιο μετά τη λήξη της μίσθωσης, οφείλει ως αποζημίωση το συμφωνημένο μίσθωμα,
χωρίς αυτό να αποκλείει δικαίωμα του εκμισθωτή να απαιτήσει και άλλη περαιτέρω
ζημία.
Άρθρο
602
Παραγραφή
Οι αξιώσεις του εκμισθωτή για αποζημίωση
εξαιτίας μεταβολών ή φθορών στο μίσθιο παραγράφονται ύστερα από έξι μήνες
αφότου το ανέλαβε. Σε κάθε περίπτωση οι αξιώσεις αυτές παραγράφονται μαζί με
την αξίωση για ανάληψη του μισθίου.
Άρθρο
603
Οι αξιώσεις του μισθωτή για δαπάνες
παραγράφονται ύστερα από έξι μήνες αφότου έληξε η μίσθωση.
Άρθρο
604
Ενέχυρο
στα εισκομισθέντα
Για καθυστερούμενα μισθώματα ο εκμισθωτής
ακινήτου έχει νόμιμο ενέχυρο στα κινητά του μισθωτή ή του συζύγου και των
τέκνων που συνοικούν μαζί του και που αυτοί έφεραν στο μίσθιο, εφόσον δεν είναι
από τα ακατάσχετα.
Το ενέχυρο εκτείνεται και στα πράγματα που
έφεραν στο μίσθιο ο υπομισθωτής ή ο σύζυγος και τα τέκνα που συνοικούν μαζί
του, αλλά μόνο έως το ποσό των μισθωμάτων που αυτός οφείλει στον υπεκμισθωτή.
Το ενέχυρο ασφαλίζει τα καθυστερούμενα
μισθώματα των δύο ετών πριν από την κατάσχεση των πραγμάτων.
Άρθρο
605
Δικαιώματα τρίτων στα εισκομισθέντα δεν
παραβλάπτονται από το νόμιμο ενέχυρο του εκμισθωτή, ακόμη και αν αυτός θεωρούσε
καλόπιστα ότι αυτά ανήκουν στο μισθωτή.
Άρθρο
606
Αν τα εισκομισθέντα απομακρύνθηκαν από το
μίσθιο και μεταφέρθηκαν αλλού, το νόμιμο ενέχυρο του εκμισθωτή υπάρχει μόνο
εφόσον αυτός, μέσα σε ένα μήνα αφότου πληροφορήθηκε την απομάκρυνσή τους, τα
κατέσχε αναγκαστικώς ή εκτέλεσε απόφαση που διατάσει τη συντηρητική κατάσχεση ή
τη δικαστική μεσεγγύησή τους.
[Το αρχικό άρθρο 606 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 55 ΕισΝΠολΔ.]
Άρθρο
607
Ο μισθωτής έχει δικαίωμα να απαλλάξει από το
νόμιμο ενέχυρο όλα ή μερικά από τα εισκομισθέντα παρέχοντας ασφάλεια έως την
αξία των πραγμάτων που απαλλάσσονται.
Άρθρο
608
Λήξη
της μίσθωσης ορισμένου χρόνου
Η μίσθωση που συνομολογήθηκε για ορισμένο
χρόνο λήγει μόλις περάσει αυτός ο χρόνος, χωρίς να απαιτείται τίποτε άλλο.
Η μίσθωση αόριστης διάρκειας λήγει με
καταγγελία του καθενός από τους συμβαλλομένους.
Άρθρο
609
Λήξη
σε περίπτωση αόριστης διάρκειας
Στη μίσθωση με αόριστη διάρκεια η καταγγελία
του προηγούμενου άρθρου, εφόσον δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, γίνεται: Αν
πρόκειται για μίσθωμα κινητού ή ακινήτου που έχει οριστεί με την ημέρα πριν από
μια τουλάχιστον ημέρα. Αν πρόκειται για μίσθωμα κινητού πράγματος που έχει
οριστεί κατά εβδομάδα ή κατά μακρότερα διαστήματα, τουλάχιστον πριν από τρεις
ημέρες. Αν πρόκειται για μίσθωμα ακινήτου που έχει οριστεί κατά εβδομάδα,
τουλάχιστον πριν από πέντε ημέρες και ισχύει για το τέλος της εβδομάδας. Αν
πρόκειται για μίσθωμα ακινήτου που έχει οριστεί κατά μήνα, τουλάχιστον πριν από
δεκαπέντε ημέρες και ισχύει για το τέλος του ημερολογιακού μηνός. Αν πρόκειται
για μίσθωμα ακινήτου που έχει οριστεί κατά διαστήματα μακρότερα από ένα μήνα
τουλάχιστον πριν από τρεις μήνες και ισχύει για το τέλος του Μαρτίου ή του
Ιουνίου ή του Σεπτεμβρίου ή του Δεκεμβρίου κάθε έτους.
Άρθρο
610
Στη μίσθωση που συνομολογήθηκε για χρόνο
μακρότερο από μια τριακονταετία ή για όλη τη ζωή του εκμισθωτή ή του μισθωτή,
κάθε συμβαλλόμενος μπορεί όταν περάσουν τριάντα χρόνια, να λύσει τη μίσθωση με
καταγγελία, σύμφωνα με τις διατάξεις για τη μίσθωση αόριστης διάρκειας.
Άρθρο
611
Σιωπηρή
αναμίσθωση
Η μίσθωση που συνομολογήθηκε για ορισμένο
χρόνο λογίζεται ότι ανανεώθηκε για αόριστο χρόνο, αν μετά την παρέλευση του
χρόνου που συμφωνήθηκε ο μισθωτής εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί το μίσθιο και ο
εκμισθωτής το γνωρίζει και δεν εναντιώνεται.
Άρθρο
612
Θάνατος
του μισθωτή
Όταν αποβιώσει ο μισθωτής, οι κληρονόμοι του
έχουν δικαίωμα να καταγγείλουν τη μίσθωση. Η καταγγελία γίνεται τουλάχιστον
πριν από τρεις μήνες και ισχύει για το τέλος του ημερολογιακού μηνός.
Στην περίπτωση, όπου το μίσθιο χρησίμευε,
όσο ζούσε ο μισθωτής, ως οικογενειακή στέγη με την έννοια του άρθρου 1393 και
ζει κατά το χρόνο του θανάτου του ο σύζυγός του, τα δικαιώματα και οι
υποχρεώσεις από τη μίσθωση περιέχονται αποκλειστικά σ' αυτόν, ο οποίος
δικαιούται όμως, τηρώντας την προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, να
καταγγείλει οποτεδήποτε τη μίσθωση.
[Αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
612Α
Οικογενειακή
στέγη
Στην περίπτωση όπου το μίσθιο χρησιμεύει ως
οικογενειακή στέγη και η χρήση αυτή έχει γνωστοποιηθεί στον εκμισθωτή, η
καταγγελία της μίσθωσης, στην οποία αυτός προβαίνει, είναι άκυρη, εφόσον δεν
την κοινοποιεί και στο σύζυγο του μισθωτή, τηρώντας την ίδια προθεσμία που
τυχόν απαιτείται για την καταγγελία.
[Προστέθηκε με το άρθρο 6 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
613
Μισθώσεις
δημοσίων υπαλλήλων
Οι δημόσιοι υπάλληλοι που μετατίθενται σε
άλλον τόπο μπορούν, αφότου μετατεθούν, να καταγγείλουν τη μίσθωση, σύμφωνα με
τις διατάξεις για τη μίσθωση αόριστης διάρκειας.
Άρθρο
614
Εκποίηση
του μισθίου
Στη μίσθωση ακινήτου που αποδεικνύεται με
έγγραφο βέβαιης χρονολογίας, αν ο εκμισθωτής κατά τη διάρκεια της μίσθωσης
μεταβιβάσει σε τρίτον την κυριότητα του μισθίου ή παραχωρήσει άλλο εμπράγματο
δικαίωμα που αποκλείει στο μισθωτή τη χρήση, ο νέος κτήτορας υπεισέρχεται στα
δικαιώματα και στις υποχρεώσεις της μίσθωσης, εκτός αν έγινε αντίθετη συμφωνία
στο μισθωτήριο έγγραφο. Αν το εμπράγματο δικαίωμα που παραχώρησε ο εκμισθωτής
στον τρίτον δεν αποκλείει στο μισθωτή τη χρήση, ο τρίτος έχει υποχρέωση να μην
την παρεμποδίσει.
Άρθρο
615
Στη μίσθωση ακινήτου που δεν αποδεικνύεται
με έγγραφο βέβαιης χρονολογίας ή που περιέχει τον όρο, ότι σε περίπτωση
εκποίησης του μισθίου ή παραχώρησης εμπράγματου δικαιώματος που αποκλείει τη
χρήση του μισθωτή ο νέος κτήτορας θα έχει δικαίωμα να αποβάλει το μισθωτή ο
νέος κτήτορας μπορεί να καταγγείλει τη μίσθωση πριν από ένα μήνα, αν η μίσθωση
έχει διάρκεια έως ένα έτος και πριν από δύο μήνες, αν έχει διάρκεια μακρότερη
από ένα έτος.
Σε περίπτωση που ο νέος κτήτορας καταγγείλει
τη μίσθωση, διατηρούνται ακέραια τα δικαιώματα του μισθωτή απέναντι στον
εκμισθωτή για αποζημίωση.
Άρθρο
616
Οι προκαταβολές μισθωμάτων, που έγιναν στον
εκμισθωτή που εκποίησε ή οι εκχωρήσεις μισθωμάτων, που έγιναν απ' αυτόν, καθώς
και οι κατασχέσεις μισθωμάτων, που έγιναν από δανειστές του, είναι ανίσχυρες
απέναντι στο νέο κτήτορα για μισθώματα πέρα από τρεις μήνες, που αρχίζουν από
τότε που αυτός γνωστοποίησε στο μισθωτή την εκποίηση.
Άρθρο
617
Αν το μίσθιο ακίνητο είναι ενυπόθηκο, οι
προκαταβολές μισθωμάτων προς τον κύριο του ακινήτου, οι εκχωρήσεις μισθωμάτων
που έγιναν απ' αυτόν, καθώς και οι κατασχέσεις μισθωμάτων που έγιναν από
δανειστές του είναι ανίσχυρες απέναντι στους ενυπόθηκους δανειστές για
μισθώματα πέρα από τρεις μήνες αφότου κατασχέθηκε το μίσθιο.
Άρθρο
618
Μισθώσεις
που πρέπει να μεταγράφονται
Η μίσθωση ακινήτου για χρονικό διάστημα
μακρότερο από εννέα έτη ισχύει απέναντι στο νέο κτήτορα μόνο αν καταρτιστεί με
συμβολαιογραφικό έγγραφο και το έγγραφο αυτό μεταγραφεί.
ΔΕΚΑΤΟ
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΜΙΣΘΩΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΣ Η ΑΛΛΟΥ ΠΡΟΣΟΔΟΦΟΡΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ
Άρθρο
619
Αγρομίσθωση
Με τη σύμβαση της μίσθωσης αγροτικού
κτήματος ο εκμισθωτής έχει υποχρέωση, με αντάλλαγμα την καταβολή μισθώματος, να
παραχωρήσει στο μισθωτή τη χρήση του μισθίου και την κάρπωσή του με τους όρους
της τακτικής εκμετάλλευσης.
Άρθρο
620
Στη μίσθωση αγροτικού κτήματος εφαρμόζονται
αναλόγως οι διατάξεις για τη μίσθωση πράγματος, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά
στα άρθρα 621 έως 637.
Άρθρο
621
Υποχρεώσεις
του μισθωτή
Εφόσον δεν προκύπτει τίποτε άλλο από τη
σύμβαση ή από την επιτόπια συνήθεια, ο μισθωτής φέρει τις δαπάνες των επισκευών
που απαιτούνται για την τακτική χρήση και κάρπωση, καθώς και εκείνες που
απαιτούνται για τη συντήρηση των οικημάτων, των αποθηκών, των δρόμων, των
τάφρων ή των περιφραγμάτων. Επίσης φέρει τις δαπάνες για την τακτική
εκμετάλλευση του πράγματος, και ιδίως για την καλλιέργεια.
Άρθρο
622
Υποχρεώσεις
του εκμισθωτή
Ο εκμισθωτής οφείλει αποζημίωση για τις
έκτακτες επισκευές, καθώς επίσης και για τις βελτιώσεις που έγιναν στο μίσθιο,
εφόσον αύξησαν την παραγωγικότητά του. Ο μισθωτής έχει δικαίωμα να αφαιρέσει το
κατασκεύασμα που πρόσθεσε στο μίσθιο.
Άρθρο
623
Ο μισθωτής έχει υποχρέωση να εκμεταλλεύεται
το μίσθιο με επιμέλεια και σύμφωνα με τον προορισμό του και ιδίως να φροντίζει
για τη διατήρησή του σε καλή κατάσταση, ώστε να είναι παραγωγικό.
Χωρίς τη συναίνεση του εκμισθωτή, ο μισθωτής
δεν έχει δικαίωμα να μεταβάλει τον υφιστάμενο τρόπο εκμετάλλευσης, έτσι ώστε
αυτή να επηρεάζεται σημαντικά πέρα από το χρόνο της μίσθωσης.
Άρθρο
624
Υπεκμίσθωση
Εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη
σύμβαση ή από την επιτόπια συνήθεια, ο μισθωτής δεν μπορεί χωρίς τη συναίνεση
του εκμισθωτή να παραχωρήσει σε άλλον τη χρήση του μισθίου και ιδίως να το
υπεκμισθώσει.
Άρθρο
625
Πληρωμή
του μισθώματος
Αν δεν υπάρχει συμφωνία ή επιτόπια συνήθεια,
το μίσθωμα καταβάλλεται στο τέλος του μισθωτικού έτους.
Άρθρο
626
Νόμιμο
ενέχυρο του εκμισθωτή
Το νόμιμο ενέχυρο του εκμισθωτή αγροτικού
κτήματος για την εξασφάλιση του μισθώματος εκτείνεται και στους καρπούς του
μισθίου, εφόσον αυτοί δεν είναι από τους ακατάσχετους.
Άρθρο
627
Ελάττωση
του μισθώματος
Ο μισθωτής έχει δικαίωμα σε ανάλογη ελάττωση
του μισθώματος, αν η πρόσοδος του μισθίου μειώθηκε σημαντικά πριν από τη
συγκομιδή ή ύστερα απ' αυτήν εξαιτίας γεγονότων ανώτερης βίας. Κάθε
προκαταβολική παραίτηση του μισθωτή απ' αυτό το δικαίωμα είναι άκυρη.
Ελάττωση του μισθώματος δεν χωρεί, εφόσον η
ζημία από τη μείωση της προσόδου καλύφθηκε με άλλο τρόπο και ιδίως από
ασφαλιστική σύμβαση.
Άρθρο
628
Καταγγελία
για καθυστέρηση του μισθώματος
Σε περίπτωση καθυστέρησης του μισθώματος αγροτικού
κτήματος η προθεσμία της καταγγελίας του άρθρου 597 είναι δύο μηνών.
Η καταγγελία που προβλέπεται στο άρθρο 613
δεν ισχύει για τα αγροτικά κτήματα.
Άρθρο
629
Απόδοση
του μισθίου
Κατά τη λήξη της μίσθωσης ο μισθωτής έχει
υποχρέωση να αποδώσει το μίσθιο και τα πράγματα που περιλαμβάνονται στον
εξοπλισμό του και ιδίως εργαλεία, κτήνη, λιπάσματα, στην κατάσταση που αυτό θα
βρισκόταν αν κατά τη διάρκεια της μίσθωσης είχε γίνει τακτική εκμετάλλευσή του.
Άρθρο
630
Αν ο μισθωτής παρέλαβε διατιμημένα τα
πράγματα που ανήκουν στον εξοπλισμό του μισθίου, έχει υποχρέωση κατά τη λήξη
της μίσθωσης να αποδώσει εξοπλισμό της ίδιας ποιότητας και αξίας ή να
αποκαταστήσει τη διαφορά από τη μειωμένη αξία.
Ο μισθωτής δεν οφείλει αποζημίωση ή τη
διαφορά από τη μείωση της αξίας, αν αποδείξει ότι τα πράγματα χάθηκαν ή
καταστράφηκαν ή χειροτέρεψαν από πταίσμα του εκμισθωτή ή από ανώτερη βία.
Ο μισθωτής έχει δικαίωμα στην επιπλέον αξία,
εφόσον αυτή οφείλεται αποκλειστικά σε δαπάνες και σε εργασία του.
Άρθρο
631
Αν η μίσθωση λύθηκε κατά τη διάρκεια του
μισθωτικού έτους, ο μισθωτής δεν έχει δικαίωμα στους καρπούς που δεν έχουν
ακόμη αποχωριστεί κατά το χρόνο της λύσης.
Έχει όμως δικαίωμα να απαιτήσει τις δαπάνες
για την παραγωγή τους, εφόσον δεν υπερβαίνουν την αξία των καρπών.
Άρθρο
632
Θάνατος
του μισθωτή
Σε περίπτωση θανάτου του μισθωτή οι
κληρονόμοι του έχουν δικαίωμα να καταγγείλουν τη μίσθωση πριν από έξι
τουλάχιστον μήνες, για το τέλος της γεωργικής περιόδου του μισθίου. Το ίδιο
δικαίωμα έχει και ο εκμισθωτής, αν οι κληρονόμοι δεν παρέχουν τα εχέγγυα για
την κατάλληλη εκμετάλλευση του κτήματος.
Άρθρο
633
Σιωπηρή
αναμίσθωση
Η μίσθωση που συνομολογήθηκε για ορισμένο
χρόνο λογίζεται ότι ανανεώθηκε για ένα έτος από τη συμφωνημένη λήξη, αν δεν
έγινε καταγγελία από το ένα μέρος έξι τουλάχιστον μήνες πριν απ' αυτή τη λήξη.
Άρθρο
634
Ελάχιστο
όριο διάρκειας
Η μίσθωση δεν μπορεί να συνομολογηθεί για
χρονικό διάστημα συντομότερο από τέσσερα χρόνια. Αν ορίστηκε για συντομότερο
διάστημα, ισχύει για τέσσερα χρόνια.
Άρθρο
635
Αν δεν καθορίστηκε η διάρκεια της μίσθωσης,
η μίσθωση λήγει αφού περάσουν τέσσερα χρόνια, οποτεδήποτε με καταγγελία καθενός
από τα μέρη, που γίνεται τουλάχιστο πριν από έξι μήνες και ισχύει για το τέλος
της γεωργικής περιόδου του μισθίου.
Άρθρο
636
Προϊόντα
του μισθίου κατά τη λήξη
Κατά τη λήξη της μίσθωσης ο μισθωτής έχει
υποχρέωση να αφήσει από τα προϊόντα του κτήματος, ιδίως από το σπόρο, το χόρτο
και το λίπασμα, όση ποσότητα απαιτείται για την τακτική καλλιέργεια του
κτήματος έως τη νέα εσοδεία. Εφόσον όμως δεν παρέλαβε τέτοια προϊόντα κατά την
είσοδό του στο κτήμα, έχει αξίωση να αποζημιωθεί γι' αυτά από τον εκμισθωτή.
Άρθρο
637
Στην περίπτωση του άρθρου 615 η προθεσμία
της καταγγελίας είναι τουλάχιστον έξι μηνών και η καταγγελία γίνεται για το
τέλος της γεωργικής περιόδου του μισθίου.
Άρθρο
638
Μίσθωση
άλλων προσοδοφόρων
Οι διατάξεις που ισχύουν για τη μίσθωση
αγροτικού κτήματος, έχουν, με εξαίρεση τα άρθρα 632 και 637, ανάλογη εφαρμογή
και σε μισθώσεις όπου, με αντάλλαγμα την καταβολή μισθώματος, παραχωρείται η
χρήση άλλου πράγματος ή δικαιώματος και η κάρπωσή του κατά τους κανόνες της
τακτικής εκμετάλλευσης.
Άρθρο
639
Κτηνοληψία
Σε περίπτωση μίσθωσης κτηνών που δεν
περιλαμβάνονται στη μίσθωση αγροτικού κτήματος, και εφόσον δεν προκύπτει κάτι
άλλο από τη σύμβαση ή από την επιτόπια συνήθεια, το μαλλί και η γονή ανήκουν
μισά - μισά και στα δύο μέρη, ενώ τα υπόλοιπα ωφελήματα ανήκουν στο μισθωτή. Ο
μισθωτής φέρει τη δαπάνη της διατροφής.
Άρθρο
640
Σε περίπτωση μίσθωσης κτηνών, εφόσον δεν
προκύπτει κάτι άλλο από τη σύμβαση ή από την επιτόπια συνήθεια, η τυχαία
απώλεια όλων των κτηνών βαρύνει τον εκμισθωτή. Η απώλεια ενός μέρους μόνο απ'
αυτά αναπληρώνεται από τη γονή των επόμενων ετών.
Κατά τα λοιπά στη μίσθωση κτηνών
εφαρμόζονται αναλόγως οι γενικές διατάξεις για τη μίσθωση πράγματος.
ΔΕΚΑΤΟ
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΠΙΜΟΡΤΗ ΑΓΡΟΛΗΨΙΑ
Άρθρο
641
Έννοια
Στη μίσθωση αγροτικού κτήματος το μίσθωμα
μπορεί να συμφωνηθεί σε ποσοστό των καρπών (επίμορτη αγροληψία), που
προσδιορίζεται από την επιτόπια συνήθεια, αν δεν έχει οριστεί κάτι άλλο.
Στην επίμορτη αγροληψία εφαρμόζονται
αναλόγως όλες οι διατάξεις για τη μίσθωση αγροτικού κτήματος, εφόσον δεν
ορίζεται διαφορετικά στα άρθρα 642 έως 647.
Άρθρο
642
Εκμετάλλευση
του μισθίου
Ο εκμισθωτής έχει τη γενική διεύθυνση της
εκμετάλλευσης του μισθίου και την εποπτεία των σχετικών εργασιών σύμφωνα με
τους όρους της σύμβασης ή της επιτόπιας συνήθειας.
Άρθρο
643
Διανομή
των καρπών
Οι καρποί του μισθίου μοιράζονται ανάμεσα
στον εκμισθωτή και στον αγρολήπτη σε ίσα μέρη εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο
από τη σύμβαση ή από την επιτόπια συνήθεια.
Άρθρο
644
Πριν αρχίσει η συγκομιδή των καρπών ο
αγρολήπτης οφείλει να ειδοποιεί τον εκμισθωτή για την έναρξή της.
Άρθρο
645
Βάρη
και φόροι του μισθίου
Τα βάρη και οι φόροι του μισθίου βαρύνουν
και τα δύο μέρη ανάλογα με τη συμμετοχή τους στους καρπούς, εφόσον δεν
προκύπτει κάτι άλλο από τη σύμβαση ή από την επιτόπια συνήθεια. Το ίδιο ισχύει
και για τις έκτακτες επισκευές καθώς και για τα έξοδα του σπόρου, του
λιπάσματος και των αντιπαρασιτικών ή των υλών που είναι χρήσιμες για την αύξηση
της γονιμότητας του εδάφους.
Άρθρο
646
Αγροληψία
για ολόκληρη τη ζωή του αγρολήπτη
Αν η αγροληψία συμφωνήθηκε για ολόκληρη τη
ζωή του αγρολήπτη ή για το διάστημα μακρότερο από δέκα χρόνια, ο αγρολήπτης
έχει δικαίωμα, αφού περάσούν δέκα χρόνια, να καταγγείλει τη μίσθωση τουλάχιστον
πριν από ένα χρόνο και για το τέλος της γεωργικής περιόδου του μισθίου.
Αντίθετη συμφωνία δεν ισχύει.
Άρθρο
647
Ανικανότητα
του αγρολήπτη για καλλιέργεια
Ο εκμισθωτής έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη
σύμβαση πριν από έξι μήνες και για το τέλος της γεωργικής περιόδου του μισθίου,
αν ο αγρολήπτης έγινε από χρόνιο νόσημα ανίκανος να καλλιεργεί το κτήμα και τα
μέλη της οικογένειάς του δεν μπορούν να τον αντικαταστήσουν σ' αυτό.
ΔΕΚΑΤΟ
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Άρθρο
648
Έννοια
Με τη σύμβαση εργασίας ο εργαζόμενος έχει
υποχρέωση να παρέχει, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, την εργασία του στον
εργοδότη και αυτός να καταβάλει το συμφωνημένο μισθό.
Σύμβαση εργασίας υπάρχει και όταν ο μισθός
υπολογίζεται κατά μονάδα της παρεχόμενης εργασίας ή κατ' αποκοπή, αρκεί ο
εργαζόμενος να προσλαμβάνεται ή να απασχολείται για ορισμένο ή για αόριστο
χρόνο.
Άρθρο
649
Αν η εργασία κατά τις συνηθισμένες
περιστάσεις παρέχεται μόνο με μισθό, λογίζεται ότι έχει σιωπηρά συμφωνηθεί
μισθός.
Άρθρο
650
Εκείνος που έχει άδεια της αρχής ή που
προσφέρεται δημόσια να διεξάγει υποθέσεις ή που διεξάγει κατ' επάγγελμα
υποθέσεις, λογίζεται ότι αποδέχτηκε την πρόταση για σύμβαση τέτοιας εργασίας,
αν δεν την αποκρούσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση.
Άρθρο
651
Προσωπική
φύση της σχέσης
Αν δεν προκύπτει κάτι άλλο από τη συμφωνία ή
από τις περιστάσεις, ο εργαζόμενος οφείλει να εκτελέσει αυτοπροσώπως την
υποχρέωσή του και η αξίωση του εργοδότη στην εργασία είναι αμεταβίβαστη.
Άρθρο
652
Υποχρεώσεις
του εργαζομένου
Ο εργαζόμενος οφείλει να εκτελέσει με
επιμέλεια την εργασία που ανέλαβε και ευθύνεται για τη ζημία που προξενείται
στον εργοδότη από δόλο ή από αμέλειά του.
Ο βαθμός της επιμέλειας, για την οποία ευθύνεται
ο εργαζόμενος, κρίνεται με βάση τη σύμβαση, ενόψει της μόρφωσης ή των ειδικών
γνώσεων που απαιτούνται για την εργασία, καθώς και των ικανοτήτων και των
ιδιοτήτων του εργαζομένου που ο εργοδότης γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει.
Άρθρο
653
Υποχρεώσεις
του εργοδότη
Ο εργοδότης έχει υποχρέωση να καταβάλει το
συμφωνημένο ή το συνηθισμένο μισθό.
Άρθρο
654
Αν ο μισθός συνίσταται ολικά ή κατά ένα
μέρος σε ποσοστό από τα κέρδη, ο εργοδότης έχει υποχρέωση να παρέχει στον
εργαζόμενο ή αντί γι' αυτόν σε πρόσωπο που εκλέγουν τα μέρη ή το δικαστήριο,
τις αναγκαίες πληροφορίες για τα κέρδη και τις ζημίες και, εφόσον απαιτείται,
έχει υποχρέωση να επιδείξει τα λογιστικά βιβλία.
Άρθρο
655
Πότε
καταβάλλεται ο μισθός
Αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή συνήθεια,
ο μισθός καταβάλλεται μετά την παροχή της εργασίας και, αν υπολογίζεται κατά
ορισμένα διαστήματα κατά τη διάρκεια της σύμβασης, καταβάλλεται στο τέλος
καθενός απ' αυτά. Σε κάθε περίπτωση μόλις λήξει η σύμβαση γίνεται απαιτητός ο
μισθός που αντιστοιχεί στο χρόνο έως τη λήξη. Σε εργασία κατά μονάδα ή κατ'
αποκοπή ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα στις προκαταβολές που δικαιολογούνται από
τις περιστάσεις ανάλογα με την εργασία που έχει προσφέρει και τις δαπάνες που
τυχόν έκανε.
Άρθρο
656
Υπερημερία
του εργοδότη
Αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την
αποδοχή της εργασίας ή αν η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη από λόγους που
τον αφορούν και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία, ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να
απαιτήσει το μισθό, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να παράσχει την εργασία σε άλλο
χρόνο. Ο εργοδότης όμως έχει δικαίωμα να αφαιρέσει από το μισθό καθετί που ο
εργαζόμενος ωφελήθηκε από τη ματαίωση της εργασίας ή από την παροχή της αλλού.
Άρθρο
657
Λόγοι
που εμπόδισαν τον εργαζόμενο
Ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωσή του για το
μισθό, αν ύστερα από δεκαήμερη τουλάχιστον παροχή εργασίας εμποδίζεται να
εργαστεί από σπουδαίο λόγο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του.
Ο εργοδότης έχει δικαίωμα να αφαιρέσει από
το μισθό τα ποσά που εξαιτίας του εμποδίου καταβλήθηκαν στον εργαζόμενο από
ασφάλιση υποχρεωτική κατά το νόμο.
Άρθρο
658
Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο
διατηρείται, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, η αξίωση για το μισθό σε
περίπτωση εμποδίου, δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, αν το εμπόδιο
εμφανίστηκε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της σύμβασης, και το μισό μήνα
σε κάθε άλλη περίπτωση. Η αξίωση για το διάστημα αυτό υπάρχει και αν ακόμη ο
εργοδότης κατάγγειλε τη μίσθωση επειδή το εμπόδιο του παρείχε το δικαίωμα αυτό.
Άρθρο
659
Εργασία
πέρα από τη συμφωνημένη
Αν παρουσιαστεί ανάγκη για εργασία πέρα από
τη συμφωνημένη ή τη συνηθισμένη, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει,
αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή
πίστη.
Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα για την πρόσθετη
αυτή εργασία σε συμπληρωματική αμοιβή, που κανονίζεται ανάλογα με το
συμφωνημένο μισθό και με τις ειδικές περιστάσεις.
Άρθρο
660
Ασθένεια
του εργαζομένου
Ο εργοδότης σε περίπτωση ασθένειας του
εργαζομένου που έχει προσληφθεί και ζει μαζί του, έχει υποχρέωση να του
παρέχει, ενόσω διαρκεί η σύμβαση, περίθαλψη και ιατρική αντίληψη στο σπίτι ή
και σε νοσοκομείο έως ένα μήνα, αν η ασθένεια παρουσιάστηκε τουλάχιστον ένα
έτος μετά την έναρξη της σύμβασης, και έως δέκα ημέρες, αν η ασθένεια
παρουσιάστηκε μετά τρεις μήνες από την έναρξη της σύμβασης. Ο εργοδότης έχει
δικαίωμα να καταλογίσει τις δαπάνες στο μισθό που οφείλει για το χρόνο που
διαρκεί η ασθένεια.
Η υποχρέωση του εργοδότη δεν υπάρχει, αν η
ασθένεια οφείλεται σε δόλο ή σε βαριά αμέλεια του εργαζομένου ή από την
εισαγωγή του σε νοσοκομείο ως ασφαλισμένου υποχρεωτικά για την περίπτωση
ασθένειας.
Άρθρο
661
Ο εργοδότης έχει τις υποχρεώσεις του
προηγούμενου άρθρου και αν ακόμη, έχοντας εξαιτίας της ασθένειας τέτοιο
δικαίωμα, καταγγείλει τη σύμβαση.
Άρθρο
662
Ασφάλεια
και υγιεινή των χώρων εργασίας
Ο εργοδότης οφείλει να διαρρυθμίζει τα
σχετικά με την εργασία και με το χώρο της καθώς και τα σχετικά με τη διαμονή,
τις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα ή εργαλεία, έτσι ώστε να προστατεύεται η
ζωή και η υγεία του εργαζομένου.
Άρθρο
663
Αν ο εργαζόμενος έχει προσληφθεί και ζει
στην κατοικία του εργοδότη, αυτός έχει υποχρέωση να διαρρυθμίζει τα σχετικά με
το χώρο της διαμονής και του ύπνου, καθώς και τα σχετικά με την περίθαλψη και
με το χρόνο εργασίας και ανάπαυσης, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται η υγεία και η
ηθική, καθώς και η άσκηση των θρησκευτικών και των πολιτικών καθηκόντων του
εργαζομένου.
Άρθρο
664
Συμψηφισμός
ή κρατήσεις του μισθού
Ο εργοδότης δεν μπορεί να συμψηφίσει
οφειλόμενο μισθό με απαίτησή του κατά του εργαζομένου εφόσον ο μισθός αυτός
είναι απολύτως αναγκαίος για την διατροφή του εργαζομένου και της οικογένειάς
του.
Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για το
συμψηφισμό με απαίτηση που έχει ο εργοδότης λόγω ζημίας που του προξένησε ο
εργαζόμενος με δόλο κατά την εκτέλεση της σύμβασης εργασίας.
Ο μισθός, εφόσον δεν υπόκειται σε
συμψηφισμό, είναι και ακατάσχετος.
Άρθρο
665
Στην περίπτωση που συμφωνήθηκαν κρατήσεις
από το μισθό, αν δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά θεωρείται ότι έγιναν για την
κάλυψη ενδεχόμενης ζημίας του εργοδότη. Τέτοιες κρατήσεις είναι ισχυρές μόνο
στο μέτρο του προηγούμενου άρθρου και είναι τοκοφόρες αφότου έγιναν.
Άρθρο
666
Παροχή
άδειας
Ο εργοδότης αν η εργασία εξαντλεί εντελώς ή
σημαντικά τις παραγωγικές δυνάμεις του εργαζομένου, έχει υποχρέωση να του δίνει
κάθε χρόνο άδεια για δέκα τουλάχιστον συνεχείς ημέρες, αν η συμβατική σχέση
υπάρχει χωρίς διακοπή ήδη από ένα χρόνο, για δεκαπέντε ημέρες αν η σχέση
υπάρχει από πέντε χρόνια και για είκοσι ημέρες αν η σχέση υπάρχει από δεκαπέντε
χρόνια.
Κατά τη διάρκεια της άδειας ο εργαζόμενος
έχει δικαίωμα στο μισθό.
Άρθρο
667
Η άδεια του προηγούμενου άρθρου δίνεται στην
κατάλληλη, ενόψει των συνθηκών της εργασίας, εποχή. Στο χρόνο της άδειας δεν
υπολογίζεται ο χρόνος που ο εργαζόμενος εμποδίζεται να εργαστεί, αλλά έχει
δικαίωμα στο μισθό.
Ο εργοδότης δεν έχει υποχρέωση να δώσει
άδεια, από τότε που ο εργαζόμενος κατάγγειλε τη σύμβαση.
Άρθρο
668
Δικαίωμα
στις εφευρέσεις
Καταργήθηκε με το άρθρο 25 παρ.2 του ν. 1733/1987
Άρθρο
669
Λήξη
της σύμβασης
Η σύμβαση εργασίας παύει αυτοδικαίως, όταν
λήξει ο χρόνος για τον οποίο συνομολογήθηκε.
Σύμβαση εργασίας που η διάρκειά της δεν ορίστηκε
ούτε και συνάγεται από το είδος και το σκοπό της εργασίας, λύνεται ύστερα από
καταγγελία καθενός από τα μέρη. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο ή στη
σύμβαση, η καταγγελία πρέπει να γίνει πριν από δεκαπέντε ημέρες και επιφέρει τη
λύση μετά την παρέλευση αυτής της προθεσμίας. Δεν μπορεί να συμφωνηθεί υπέρ του
εργοδότη προθεσμία συντομότερη από τη νόμιμη.
Άρθρο
670
Η σύμβαση εργασίας που η διάρκειά της
ορίζεται για ολόκληρη τη ζωή ενός προσώπου ή υπερβαίνει την πενταετία μπορεί,
όταν περάσουν πέντε χρόνια, να καταγγελθεί από τον εργαζόμενο οποτεδήποτε, αφού
τηρηθεί εξάμηνη προθεσμίας καταγγελίας.
Άρθρο
671
Σιωπηρή
ανανέωση
Η σύμβαση εργασίας που συνομολογήθηκε για
ορισμένο χρόνο λογίζεται πως ανανεώθηκε για αόριστο χρόνο, αν μετά τη λήξη του
χρόνου της ο εργαζόμενος εξακολουθεί την εργασία χωρίς να εναντιώνεται ο
εργοδότης.
Άρθρο
672
Καταγγελία
για σπουδαίο λόγο
Καθένα από τα μέρη έχει δικαίωμα σε κάθε
περίπτωση να καταγγείλει οποτεδήποτε τη σύμβαση για σπουδαίο λόγο, χωρίς να
τηρήσει προθεσμία. Το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί με συμφωνία.
Άρθρο
673
Αν ο σπουδαίος λόγος, για τον οποίο έγινε η
καταγγελία, συνίσταται ή οφείλεται σε αθέτηση της σύμβασης, εκείνος που την
αθέτησε έχει υποχρέωση σε αποζημίωση.
Άρθρο
674
Αν ο σπουδαίος λόγος, για τον οποίο ο
εργοδότης έκανε την καταγγελία, οφείλεται σε μεταβολή των προσωπικών ή των
περιουσιακών του σχέσεων, το δικαστήριο μπορεί, κατά την κρίση του, να
επιδικάσει στον εργαζόμενο εύλογη αποζημίωση.
Άρθρο
675
Θάνατος
του ενός
Η σύμβαση εργασίας λύνεται με το θάνατο του
εργαζομένου.
Με το θάνατο του εργοδότη η σύμβαση λύνεται
μόνο όταν τα μέρη απέβλεψαν κυρίως στο πρόσωπό του. Σ' αυτή την περίπτωση το
δικαστήριο μπορεί, κατά την κρίση του, να επιδικάσει στον εργαζόμενο εύλογη αποζημίωση.
Άρθρο
676
Εμπιστευτικές
εργασίες
Σύμβαση εμπιστευτικών ελευθέριων εργασιών,
στην οποία ο εργαζόμενος δεν τελεί σε διαρκή σχέση με πάγιο μισθό, μπορεί να
καταγγελθεί από τον εργοδότη και χωρίς σπουδαίο λόγο. Το ίδιο δικαίωμα έχει και
ο εργαζόμενος, που όμως ευθύνεται σε αποζημίωση, αν καταγγείλει άκαιρα τη
σύμβαση.
Άρθρο
677
Άδειες
για ανεύρεση άλλης εργασίας
Όταν καταγγελθεί η σύμβαση, ο εργαζόμενος
έχει δικαίωμα να ζητήσει τον αναγκαίο ελεύθερο χρόνο για να βρει άλλη εργασία,
εφόσον δεν του μένει διαφορετικά κατάλληλος χρόνος γι' αυτό το σκοπό.
Άρθρο
678
Πιστοποιητικό
εργασίας
Κατά τη λήξη της σύμβασης ο εργαζόμενος
μπορεί να απαιτήσει από τον εργοδότη πιστοποιητικό για το είδος και τη διάρκεια
της εργασίας του. Μόνον αν το ζητήσει ειδικά ο εργαζόμενος, βεβαιώνεται και η
ποιότητα της εργασίας του και η διαγωγή του.
Άρθρο
679
Παραίτηση
του εργαζομένου από δικαιώματά του
Είναι άκυρη η συμφωνία με την οποία
περιορίζονται τα δικαιώματα του εργαζομένου από τα άρθρα 656 έως 658, 659 παρ.
2 έως 667, 668 εδ. 2. 670, 674, 677 και 678.
Άρθρο
680
Συλλογική
σύμβαση εργασίας
Με σύμβαση ανάμεσα σε εργοδότες ή ένωση
εργοδοτών και σε εργαζομένους ή ένωση εργαζομένων (συλλογική σύμβαση εργασίας)
μπορούν να καθορίζονται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του νόμου, οι όροι με
τους οποίους θα συνομολογούνται οι επιμέρους συμβάσεις εργασίας των ατόμων ή
των ενώσεων που υποβάλλονται στη συλλογική σύμβαση.
Η συλλογική σύμβαση απαιτείται να
καταρτιστεί εγγράφως.
Οι όροι των επιμέρους συμβάσεων εργασίας,
που είναι αντίθετοι με τη συλλογική σύμβαση είναι άκυροι, εφόσον δεν είναι
ευνοϊκότεροι για τον εργαζόμενο, και στη θέση τους ισχύουν οι όροι της
συλλογικής σύμβασης.
ΔΕΚΑΤΟ
ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΟΥ
Άρθρο
681
Έννοια
Με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει
υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο εργολάβος να καταβάλει τη συμφωνημένη
αμοιβή.
Άρθρο
682
Αμοιβή λογίζεται πως έχει συμφωνηθεί
σιωπηρά, σαν το έργο συνηθίζεται να εκτελείται μόνο με αμοιβή.
Η διάταξη του άρθρου 650 εφαρμόζεται
αναλόγως.
Άρθρο
683
Όταν πρόκειται για σύμβαση κατασκευής έργου,
σε περίπτωση αμφιβολίας, αν την ύλη που απαιτείται για το σκοπό αυτό τη χορηγεί
ο εργολάβος, εφαρμόζονται οι διατάξεις για την πώληση, και αν τη χορηγεί ο
εργοδότης εφαρμόζονται οι διατάξεις για την σύμβαση έργου.
Άρθρο
684
Υποκατάσταση
άλλου
Ο εργολάβος δεν έχει δικαίωμα να
υποκαταστήσει άλλον στην εκτέλεση του έργου, αν προκύπτει το αντίθετο από τη
σύμβαση ή από τη φύση του έργου.
Άρθρο
685
Υποχρεώσεις
του εργολάβου
Ο εργολάβος έχει την υποχρέωση να
χρησιμοποιεί με επιμέλεια την ύλη που χορήγησε ο εργοδότης, να λογοδοτήσει
σχετικά και να επιστρέψει στον εργοδότη το τυχόν υπόλοιπο της ύλης.
Αν, κατά την εκτέλεση του έργου, η ύλη που
χορήγησε ο εργοδότης ή το γήπεδο που αυτός υπέδειξε παρουσιάσουν ελαττώματα ή
αν προκύψει από άλλη αιτία κατάσταση από την οποία κινδυνεύει η έγκαιρη ή η
προσήκουσα εκτέλεση, ο εργολάβος οφείλει να ειδοποιήσει σχετικά τον εργοδότη
χωρίς υπαίτια καθυστέρηση αλλιώς ευθύνεται για τις επιζήμιες συνέπειες.
Άρθρο
686
Δικαιώματα
του εργοδότη
Αν ο εργολάβος δεν αρχίσει εγκαίρως την
εκτέλεση του έργου ή αν, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, επιβραδύνει την
εκτέλεση στο σύνολό της ή εν μέρει με τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και
καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση του έργου, ο εργοδότης μπορεί να
υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, χωρίς να περιμένει το χρόνο της παράδοσης του
έργου. Όταν υπάρχει υπερημερία του εργολάβου, διατηρούνται ακέραια τα
δικαιώματα που έχει ο εργοδότης εξαιτίας της.
Άρθρο
687
Αν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του έργου
προβλέπεται με βεβαιότητα κατασκευή ελαττωματική ή αντίθετη προς τη σύμβαση από
υπαιτιότητα το εργολάβου, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να τάξει σ' αυτόν εύλογη
προθεσμία για να διορθώσει τις ελλείψεις και, αν αυτή περάσει άπρακτη, να
εκτελέσει αυτός τη διόρθωση σε βάρος του εργολάβου.
Άρθρο
688
Επουσιώδη
ελαττώματα του έργου
Αν το έργο που εκτελέστηκε έχει επουσιώδη
ελαττώματα, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να απαιτήσει είτε τη διόρθωσή τους μέσα
σε εύλογη προθεσμία, εφόσον η διόρθωση δεν απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες, είτε ανάλογη
μείωση της αμοιβής.
Άρθρο
689
Ουσιώδη
ελαττώματα του έργου
Αν το έργο που εκτελέστηκε έχει ουσιώδη
ελαττώματα που το κάνουν άχρηστο ή αν του λείπουν συμφωνημένες ιδιότητες, ο
εργοδότης έχει, αντί για τα δικαιώματα του προηγούμενου άρθρου, το δικαίωμα να
υπαναχωρήσει από τη σύμβαση.
(Όπως η παρ.1 τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.2 του ν 3043/2002)
Στην περίπτωση της υπαναχώρησης ή μείωσης
της αμοιβής εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 541, 546 έως 549, 551
έως 553, που ισχύουν για την πώληση.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.2 του ν 3043/2002)
Άρθρο
690
Ελλείψεις
από υπαιτιότητα
Ο εργοδότης έχει δικαίωμα, αντί για
υπαναχώρηση ή μείωση, να απαιτήσει αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης, αν
οι ελλείψεις του έργου οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.2 του ν 3043/2002)
Άρθρο
691
Ο εργοδότης δεν έχει κανένα δικαίωμα για
ελλείψεις του έργου, αν είναι υπαίτιος γι' αυτές, είτε εξαιτίας των οδηγών που
έδωσε παρά τις ρητές αντιρρήσεις του εργολάβου είτε κατ' άλλο τρόπο.
Άρθρο
692
Έγκριση
του έργου
Μετά την έγκριση του έργου από τον εργοδότη
ο εργολάβος απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για τις ελλείψεις του, εκτός αν αυτές
δεν μπορούσαν να διαπιστωθούν με κανονική εξέταση όταν έγινε η παραλαβή του
έργου ή αν ο εργολάβος τις απέκρυψε με δόλο.
Άρθρο
693
Παραγραφή
Οι αξιώσεις του εργοδότη εξαιτίας ελλείψεων
του έργου παραγράφονται, όταν περάσουν δέκα χρόνια από τότε που έγινε η
παραλαβή του, αν πρόκειται για οικοδομήματα ή για άλλες ακίνητες εγκαταστάσεις
αλλιώς παραγράφονται σε έξι μήνες στην παραγραφή αυτήν εφαρμόζονται ανάλογα τα
άρθρα 555 παρ. 2 έως 558.
Άρθρο
694
Χρόνος
πληρωμής της αμοιβής
Η αμοιβή του εργολάβου καταβάλλεται κατά την
παράδοση του έργου. Αν η αμοιβή συνίσταται σε χρήματα και δεν πιστώθηκε, είναι
τοκοφόρα από την παράδοση του έργου.
Αν η παράδοση του έργου και η καταβολή της αμοιβής
συμφωνήθηκε να γίνουν τμηματικά, η αμοιβή καταβάλλεται μόλις γίνει η παράδοση
κάθε τμήματος.
Άρθρο
695
Ενέχυρο
του εργολάβου
Για τις απαιτήσεις του από τη σύμβαση ο
εργολάβος έχει νόμιμο ενέχυρο στα κινητά πράγματα του εργοδότη που κατασκεύασε
ή επισκεύασε, εφόσον αυτά βρίσκονται στην κατοχή του.
Άρθρο
696
Μεταβολή
τιμών του προϋπολογισμού
Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου
388, αν η σύμβαση καταρτίστηκε με βάση προϋπολογισμό που την ακρίβειά του
εγγυήθηκε ρητά ο εργολάβος, αυτός δε μπορεί να ζητήσει αύξηση της αμοιβής, και
αν ακόμη υπερτιμήθηκαν μεταγενέστερα οι προϋπολογισμένες εργασίες.
Άρθρο
697
Αν ο εργολάβος δεν εγγυήθηκε την ακρίβεια
του προϋπολογισμού και προκύπτει ανάγκη να γίνει ουσιώδης υπέρβασή του, ο
εργοδότης μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση παρέχοντας στον εργολάβο αμοιβή
για τις εργασίες που εκτελέστηκαν έως την υπαναχώρηση.
Ο εργολάβος οφείλει να ειδοποιήσει χωρίς
υπαίτια καθυστέρηση τον εργοδότη ότι εμφανίζεται ανάγκη να γίνει υπέρβαση του
προϋπολογισμού, διαφορετικά χάνει κάθε αξίωση για την επιπλέον δαπάνη ή
εργασία.
Άρθρο
698
Ποιος
φέρει τον κίνδυνο του έργου
Ο εργολάβος φέρει τον κίνδυνο του έργου
ωσότου γίνει η παράδοσή του. Αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την
αποδοχή, αυτός φέρει τον κίνδυνο.
Ο εργοδότης φέρει τον κίνδυνο της τυχαίας
καταστροφής και χειροτέρευσης του υλικού που είχε δώσει.
Άρθρο
699
Αν από ελάττωμα της ύλης που χορήγησε ο
εργοδότης ή εξαιτίας του τρόπου που αυτός όρισε για την εκτέλεση, το έργο
καταστράφηκε ή χειροτέρεψε πριν από την παράδοση ή έγινε αδύνατη η εκτέλεσή
του, ο εργολάβος έχει δικαίωμα, εφόσον επέστησε εγκαίρως την παροχή του
εργοδότη σ' αυτούς τους κινδύνους, να απαιτήσει αμοιβή για την εργασία που
εκτελέστηκε και απόδοση των δαπανών που δεν περιλαμβάνονται στην αμοιβή. Δεν
αποκλείεται και περαιτέρω ευθύνη του εργοδότη εξαιτίας της υπαιτιότητάς του.
Άρθρο
700
Δικαίωμα
του εργοδότη για καταγγελία
Ο εργοδότης έχει δικαίωμα έως την
αποπεράτωση του έργου να καταγγείλει οποτεδήποτε τη σύμβαση. Αν γίνει
καταγγελία, οφείλεται στον εργολάβο η συμφωνημένη αμοιβή, αφαιρείται όμως απ'
αυτήν η δαπάνη που εξοικονομήθηκε από τη ματαίωση της σύμβασης καθώς και οτιδήποτε
άλλο ωφελήθηκε ο εργολάβος από κάθε άλλη εργασία του ή παρέλειψε με δόλο να
ωφεληθεί.
Άρθρο
701
Θάνατος
του εργολάβου
Η σύμβαση λύνεται με το θάνατο του
εργολάβου, αν τα μέρη απέβλεψαν κυρίως στο πρόσωπό του. Σε τέτοια περίπτωση ο
εργοδότης οφείλει να καταβάλει την αξία του χρήσιμου υλικού και το μέρος της
αμοιβής που αναλογεί στην εργασία που εκτελέστηκε.
Άρθρο
702
Μισθοί
εργατών
Οι εργάτες που χρησιμοποιούνται από τον
εργολάβο στην κατασκευή οικοδομικού έργου ή άλλης ακίνητης εγκατάστασης έχουν για
το μισθό τους απαίτηση απευθείας κατά τού εργοδότη έως το ποσό που αυτός
οφείλει στον εργολάβο.
Αφότου ο εργάτης δήλωσε στον εργοδότη πως
ασκεί την απαίτησή του, αυτός δεν μπορεί πια να καταβάλει στον εργολάβο ή στο
διάδοχό του ή να συμβιβαστεί μαζί τους ώστε να ζημιωθεί ο εργάτης.
Η συμφωνία που περιορίζει προκαταβολικά αυτά
τα δικαιώματα του εργάτη είναι άκυρη.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΜΕΣΙΤΕΙΑ
Άρθρο
703
Έννοια
Εκείνος που υποσχέθηκε αμοιβή σε κάποιον
(μεσίτη) για τη μεσολάβηση ή την υπόδειξη ευκαιρίας για τη σύναψη μιας
σύμβασης, έχει υποχρέωση να πληρώσει μόνο αν η σύμβαση καταρτιστεί ως συνέπεια
αυτής της μεσολάβησης ή υπόδειξης. Αν καταρτίστηκε προσύμφωνο αλλά η οριστική
σύμβαση ματαιώθηκε, οφείλεται μόνο η μισή αμοιβή.
Για τις δαπάνες του ο μεσίτης έχει αξίωση,
μόνο αν συμφωνήθηκε η καταβολή τους. Σ' αυτή την περίπτωση οι δαπάνες
οφείλονται και αν ακόμη δεν καταρτίστηκε η σύμβαση.
Άρθρο
704
Αν η σύμβαση καταρτίστηκε με αναβλητική
αίρεση, η αμοιβή του μεσίτη καταβάλλεται, αν πληρωθεί η αίρεση.
Αν η σύμβαση καταρτίστηκε με διαλυτική
αίρεση, η αμοιβή καταβάλλεται μόλις συναφθεί η σύμβαση.
Άρθρο
705
Αμοιβή λογίζεται ότι συμφωνήθηκε σιωπηρά, αν
η μεσολάβηση ή η υπόδειξη κατά τις συνηθισμένες περιστάσεις γίνεται μόνο με
αμοιβή ή αν ανατέθηκε σε επαγγελματία μεσίτη.
Αν δεν ορίστηκε το ποσό της αμοιβής,
οφείλεται η αμοιβή που ισχύει κατά τη διατίμηση και, αν δεν υπάρχει διατίμηση,
η αμοιβή που συνηθίζεται στον τόπο.
Άρθρο
706
Ο μεσίτης δεν έχει δικαίωμα σε αμοιβή ούτε
σε δαπάνες, αν αντίθετα με το περιεχόμενο της σύμβασης, ενέργησε και για τον
άλλο συμβαλλόμενο. Το ίδιο ισχύει αν ο μεσίτης δέχτηκε από τον άλλο υπόσχεση
αμοιβής υπό περιστάσεις αντίθετες προς την καλή πίστη.
Άρθρο
707
Υπέρμετρη
αμοιβή
Αν η συμφωνημένη αμοιβή του μεσίτη είναι
δυσανάλογα μεγάλη, μειώνεται από το δικαστήριο, με αίρεση του οφειλέτη στο
μέτρο που αρμόζει.
Άρθρο
708
Προξενητικά
γάμου
Η υπόσχεση προξενητικών γάμου είναι άκυρη,
και αυτά που τυχόν καταβλήθηκαν αναζητούνται.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ
Άρθρο
709
Έννοια
Εκείνος που δημόσια προκήρυξε αμοιβή για την
εκτέλεση πράξης, ιδίως για την επίτευξη αποτελέσματος, οφείλει την αμοιβή σ'
αυτόν που εκτέλεσε, και αν ακόμα αυτός ενέργησε άσχετα με την προκήρυξη.
Προκήρυξη επάθλου που πρόκειται να
απονεμηθεί ύστερα από διαγωνισμό, είναι ισχυρή μόνο αν περιέχει προθεσμία για
την διεξαγωγή του διαγωνισμού.
Άρθρο
710
Ανάκληση
Ωσότου περατωθεί η πράξη, εκείνος που έκανε
την προκήρυξη μπορεί να την ανακαλέσει με τον ίδιο τρόπο που την έκανε ή με
παραπλήσιο τρόπο ή με ιδιαίτερη ανακοίνωση, εκτός αν στην προκήρυξη παραιτήθηκε
από την ανάκληση. Σε περίπτωση αμφιβολίας ο προσδιορισμός προθεσμίας για την
εκτέλεση της πράξης λογίζεται ως παραίτηση.
Αν η ανάκληση δεν γνωστοποιήθηκε με τον
τρόπο αυτό, είναι άκυρη απέναντι σ' εκείνον που, αγνοώντας την ανάκληση και
έχοντας αποβλέψει στην προκήρυξη, εκτέλεσε την πράξη.
Άρθρο
711
Εκτέλεση
από περισσότερους
Αν την πράξη που προκηρύχθηκε εκτέλεσαν
περισσότεροι αυτοτελώς, η αμοιβή ανήκει, εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο από την
προκήρυξη, σ' αυτόν που πρώτος την εκτέλεσε, και, σε περίπτωση σύγχρονης
εκτέλεσης από περισσότερους, σε όλους κατά ίσα μέρη.
Άρθρο
712
Αν για την επίτευξη του αποτελέσματος
συντέλεσαν περισσότεροι, η αμοιβή κατανέμεται μεταξύ τους απ' αυτόν που την
προκήρυξε κατά δίκαιη κρίση ανάλογα με τη συμβολή του καθενός.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΝΤΟΛΗ
Άρθρο
713
Έννοια
Με τη σύμβαση της εντολής ο εντολοδόχος έχει
υποχρέωση να διεξαγάγει χωρίς αμοιβή την υπόθεση που του ανέθεσε ο εντολέας.
Άρθρο
714
Ο εντολοδόχος ευθύνεται για κάθε πταίσμα.
Άρθρο
715
Υποκατάσταση
άλλου
Ο εντολοδόχος, αν δεν ορίστηκε διαφορετικά
στη σύμβαση, δεν έχει δικαίωμα να υποκαταστήσει άλλον για την εκτέλεση της
εντολής, εκτός αν εξαναγκαστεί από τις περιστάσεις ή αν συνηθίζεται η
υποκατάσταση.
Άρθρο
716
Αν ο εντολοδόχος υποκατέστησε άλλον χωρίς
δικαίωμα, ευθύνεται για το πταίσμα του άλλου σαν να ήταν δικό του πταίσμα.
Αν υποκατέστησε άλλον έχοντας το σχετικό
δικαίωμα, ο εντολοδόχος ευθύνεται μόνο για πταίσμα ως προς την εκλογή του
υποκαταστάτου και ως προς τις οδηγίες που του έδωσε.
Και στις δύο περιπτώσεις ο εντολέας μπορεί
να ασκήσει απευθείας κατά του υποκαταστάτου τις αγωγές που έχει εναντίον του ο
εντολοδόχος.
Άρθρο
717
Παρέκκλιση
από τα όρια της εντολής
Ο εντολοδόχος μπορεί να παρεκκλίνει από τα
όρια της εντολής μόνο όταν αδυνατεί να ειδοποιήσει τον εντολέα και είναι
συγχρόνως φανερό ότι ο εντολέας θα το είχε επιτρέψει, αν γνώριζε τα περιστατικά
που προκάλεσαν την παρέκκλιση.
Άρθρο
718
Υποχρέωση
του εντολοδόχου
Ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να παρέχει
πληροφορίες στον εντολέα σχετικά με την υπόθεση που του ανατέθηκε και μετά το
πέρας της εντολής οφείλει λογοδοσία.
Άρθρο
719
Ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να αποδώσει
στον εντολέα καθετί που έλαβε για την εκτέλεση της εντολής ή που απέκτησε από
την εκτέλεσή της.
Άρθρο
720
Ο εντολοδόχος, αν χρησιμοποίησε για τον
εαυτό του χρήματα του εντολέα, οφείλει τόκο γι' αυτά από τότε που τα
χρησιμοποίησε.
Άρθρο
721
Υποχρεώσεις
του εντολέα
Ο εντολέας έχει υποχρέωση να προκαταβάλει
τις δαπάνες που απαιτούνται για την εκτέλεση της εντολής.
Άρθρο
722
Ο εντολέας οφείλει να αποδώσει στον
εντολοδόχο οτιδήποτε αυτός δαπάνησε για την κανονική εκτέλεση της εντολής.
Άρθρο
723
Ο εντολέας οφείλει να ανορθώσει κάθε ζημία
που ο εντολοδόχος έπαθε χωρίς πταίσμα του κατά την εκτέλεση της εντολής.
Άρθρο
724
Ανάκληση
της εντολής
Ο εντολέας έχει δικαίωμα να ανακαλέσει την
εντολή οποτεδήποτε. Αντίθετη συμφωνία είναι άκυρη, εκτός αν η εντολή αφορά και
το συμφέρον του εντολοδόχου ή τρίτου.
Άρθρο
725
Καταγγελία
από τον εντολοδόχο
Ο εντολοδόχος έχει δικαίωμα να καταγγείλει
την εντολή οποτεδήποτε, αν δεν παραιτήθηκε από το δικαίωμα αυτό. Αν υπάρχει
σπουδαίος λόγος, η παραίτηση είναι χωρίς αποτέλεσμα.
Αν η καταγγελία έγινε άκαιρα χωρίς σπουδαίο
λόγο, ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να ανορθώσει τη ζημία που η καταγγελία
προξένησε στον εντολέα.
Άρθρο
726
Λύση
της εντολής
Η εντολή λύνεται, αν δεν ορίστηκε το
αντίθετο, με το θάνατο του εντολέα ή του εντολοδόχου, καθώς επίσης με την
υποβολή τους σε δικαστική συμπαράσταση ή την πτώχευσή τους. Το ίδιο αποτέλεσμα
επιφέρει σε περίπτωση νομικού προσώπου η διάλυσή του.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 του ν 2447/96.)
Άρθρο
727
Αν στις περιπτώσεις του προηγούμενου άρθρου
η λύση της εντολής εκθέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα του εντολέα, ο εντολοδόχος,
ο κληρονόμος του ή ο νόμιμος αντιπρόσωπός του έχει υποχρέωση να συνεχίσει την
υπόθεση που έχει ανατεθεί ωσότου μπορέσει να φροντίσει ο εντολέας ή ο
κληρονόμος του ή ο νόμιμος αντιπρόσωπός του.
Άρθρο
728
Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου
224, ο εντολέας ή ο κληρονόμος του ευθύνεται, σαν να υπήρχε ακόμη η εντολή, από
τις υποθέσεις που ο εντολοδόχος διεξήγαγε πριν πληροφορηθεί τη λύση της
εντολής.
Άρθρο
729
Συμβουλή
ή σύσταση
Αν κάποιος έδωσε συμβουλή ή σύσταση, δεν
ευθύνεται για τη ζημία που προξενήθηκε απ' αυτήν, εκτός αν με σύμβαση ανέλαβε
την ευθύνη ή αν βρισκόταν σε δόλο.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΑΛΛΟΤΡΙΩΝ
Άρθρο
730
Έννοια
Όποιος διοικεί χωρίς εντολή ξένη υπόθεση
έχει υποχρέωση να τη διεξάγει προς το συμφέρον του κυρίου και σύμφωνα με την
πραγματική ή την εικαζόμενη θέληση του κυρίου.
Αντίθετη θέληση του κυρίου για τη διοίκηση
της υπόθεσης δεν λαμβάνεται υπόψη, αν αντιβαίνει στο νόμο ή στα χρηστά ήθη.
Άρθρο
731
Υποχρεώσεις
του διοικητή
Ο διοικητής αλλοτρίων ευθύνεται για κάθε
πταίσμα. Αν ανέλαβε τη διοίκηση εναντίον της πραγματικής ή της εικαζόμενης
θέλησης του κυρίου και έπρεπε να το είχε διαγνώσει, ευθύνεται και για τα τυχαία
γεγονότα, εκτός αν αποδείξει ότι η ζημία θα επερχόταν και χωρίς την ανάμιξή
του.
Άρθρο
732
Όποιος διοίκησε ξένες υποθέσεις για να
αποτρέψει κίνδυνο που απειλούσε τον κύριο, ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά
αμέλεια.
Άρθρο
733
Ο διοικητής αλλοτρίων οφείλει, μόλις
μπορέσει, να αναγγείλει στον κύριο ότι ανέλαβε τη διοίκηση και να περιμένει, αν
δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος από την αναβολή, τις οδηγίες του κυρίου.
Άρθρο
734
Ο διοικητής αλλοτρίων έχει απέναντι στον
κύριο υποχρέωση να λογοδοτήσει, να αποδώσει όσα απέκτησε από τη διοίκηση και να
καταβάλει τόκους κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται αναλόγως.
Άρθρο
735
Αν ο διοικητής αλλοτρίων είναι ανίκανος ή
περιορισμένα ικανός για δικαιοπραξία, ευθύνεται από τη διοίκηση μόνο κατά τις
διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Δεν αποκλείεται περαιτέρω ευθύνη από
αδικοπραξία.
Άρθρο
736
Δικαιώματα
του διοικητή
Αν ο διοικητής αλλοτρίων ανέλαβε τη διοίκηση
προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή την εικαζόμενη θέληση του
κυρίου, έχει δικαίωμα να ζητήσει απ' αυτόν τις δαπάνες της διοίκησης και την
ανόρθωση των ζημιών κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται
αναλόγως.
Άρθρο
737
Αν δεν συντρέχουν οι όροι του προηγούμενου
άρθρου, ο διοικητής δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει την ανόρθωση των ζημιών.
Απόδοση των δαπανών δικαιούται να ζητήσει μόνο κατά τις διατάξεις για τον
αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Άρθρο
738
Ο διοικητής δεν έχει καμιά αξίωση από τη
διοίκηση, αν είχε την πρόθεση να μην απαιτήσει δαπάνες ή αποζημίωση.
Αν κάποιος έδωσε διατροφή σε συγγενή του εξ
αίματος σε ευθεία γραμμή ή δευτέρου βαθμού σε πλάγια γραμμή, λογίζεται σε
περίπτωση αμφιβολίας υπέρ αυτού του συγγενή ότι υπήρχε η πρόθεση αυτή.
Άρθρο
739
Διοίκηση
από κάποιον ξένων υποθέσεων ως δικών του
Όποιος, γνωρίζοντας ότι πρόκειται για ξένη
υπόθεση, τη διοικεί σαν δική του, με την επιφύλαξη της τυχόν ευθύνης του από
αδικοπραξία, έχει τις υποχρεώσεις από τη διοίκηση αλλοτρίων. Στην περίπτωση
αυτή ο διοικητής έχει δικαίωμα να απαιτήσει δαπάνες μόνο κατά τις διατάξεις για
τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Άρθρο
740
Οι διατάξεις για τη διοίκηση αλλοτρίων δεν
εφαρμόζονται αν κάποιος διεξάγει ξένη υπόθεση νομίζοντας πως είναι δική του.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΤΑΙΡΙΑ
Άρθρο
741
Έννοια
Με τη σύμβαση της εταιρίας δύο ή
περισσότεροι έχουν αμοιβαίως υποχρέωση να επιδιώκουν με κοινές εισφορές κοινό
σκοπό και ιδίως οικονομικό.
Άρθρο
742
Εισφορές
Οι εισφορές των εταίρων μπορούν να
συνίστανται σε εργασία τους, σε χρήματα ή σε άλλα αντικείμενα, καθώς και σε
κάθε άλλη παροχή.
Αν δεν συμφωνήθηκε κάτι άλλο, οι εταίροι
είναι υποχρεωμένοι σε ίσες εισφορές.
Άρθρο
743
Υποχρεώσεις
του εταίρου
Σε περίπτωση υπερημερίας ή αδυναμίας του
εταίρου να καταβάλει την εισφορά και να εκτελέσει τις υποχρεώσεις του, αντί για
το δικαίωμα υπαναχώρησης κατά τις αρχές για τις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις, χωρεί
καταγγελία της εταιρίας.
Άρθρο
744
Ως προς τον κίνδυνο της εισφοράς και την
ευθύνη για ελαττώματά της εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για την μίσθωση,
αν η εισφορά συνίσταται στη χρήση πράγματος ή σε εργασία, και οι διατάξεις για
την πώληση, αν η εισφορά συνίσταται στην κυριότητα του πράγματος.
Άρθρο
745
Ο εταίρος, αν δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά,
δεν έχει υποχρέωση να αυξήσει την εισφορά του, ούτε να τη συμπληρώσει, αν
μειώθηκε εξαιτίας ζημιών μετά την πραγματοποίησή της.
Άρθρο
746
Ο εταίρος ευθύνεται μόνο για την επιμέλεια
που δείχνει στις δικές του υποθέσεις.
Άρθρο
747
Ο εταίρος δεν δικαιούται να ενεργεί για δικό
του ή ξένο λογαριασμό πράξεις αντίθετες με τα συμφέροντα της εταιρίας.
Άρθρο
748
Διοίκηση
της εταιρίας
Η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων ανήκει,
αν δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, σε όλους μαζί τους εταίρους. Για κάθε πράξη
χρειάζεται η συναίνεση όλων των εταίρων.
Αν κατά την εταιρική σύμβαση η απόφαση
λαμβάνεται κατά πλειοψηφία, σε περίπτωση αμφιβολίας η πλειοψηφία υπολογίζεται
με βάση το συνολικό αριθμό των εταίρων.
Άρθρο
749
Αν η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων
ανατέθηκε σε έναν ή σε μερικούς από τους εταίρους, οι υπόλοιποι αποκλείονται
από τη διαχείριση.
Αν η διαχείριση ανατέθηκε σε μερικούς μόνο
από τους εταίρους, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου.
Άρθρο
750
Αν με την εταιρική σύμβαση η διαχείριση των
υποθέσεων ανατέθηκε σε περισσότερους ή σε όλους τους συνεταίρους, με την έννοια
ότι μπορεί και ο καθένας να ενεργεί μόνος, καθένας από τους λοιπούς
διαχειριστές εταίρους μπορεί αν δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, να εναντιωθεί στην
ενέργεια μιας πράξης πριν από την εκτέλεσή της.
Απέναντι στους τρίτους η εναντίωση ενεργεί
μόνο αν αυτοί συναλλάχθηκαν γνωρίζοντάς την.
Άρθρο
751
Αν υπάρχουν περισσότεροι διαχειριστές
εταίροι, ο καθένας τους δικαιούται να ενεργεί μόνος χωρίς τη συναίνεση των
λοιπών ή παρά την εναντίωση κάποιου απ' αυτούς, αν πρόκειται για επείγον μέτρο
από την παράλειψη του οποίου απειλείται σοβαρή ζημία της εταιρίας.
Άρθρο
752
Ανάκληση
του διαχειριστή
Η διαχείριση που έχει ανατεθεί με την
εταιρική σύμβαση σε έναν ή σε μερικούς από τους εταίρους μπορεί να ανακληθεί
μόνο για σπουδαίο λόγο. Η συμφωνία που αποκλείει την ανάκληση για σπουδαίο λόγο
είναι άκυρη.
Σπουδαίος λόγος θεωρείται ιδίως η βαριά
παράβαση καθηκόντων ή η ανικανότητα για τακτική διαχείριση.
Η ανάκληση γίνεται με ομόφωνη απόφαση όλων
των λοιπών εταίρων, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία.
Άρθρο
753
Παραίτηση
Ο εταίρος έχει δικαίωμα να παραιτηθεί από τη
διαχείριση που του έχει ανατεθεί με την εταιρική σύμβαση μόνο για σπουδαίο
λόγο. Συμφωνία που αποκλείει την παραίτηση για σπουδαίο λόγο είναι άκυρη.
Όποιος παραιτείται άκαιρα, χωρίς σπουδαίο
λόγο που να δικαιολογεί την άκαιρη παραίτηση, ευθύνεται για τη ζημία της
εταιρίας απ' αυτήν την ενέργειά του.
Άρθρο
754
Δικαιώματα
και υποχρεώσεις των εταίρων
Ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις
του διαχειριστή εταίρου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 714 έως
723 για την εντολή.
Ο εταίρος δεν έχει δικαίωμα να αμειφθεί για
τη διαχείριση, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία.
Άρθρο
755
Κάθε εταίρος έχει δικαίωμα να πληροφορείται
αυτοπροσώπως για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων, να εξετάζει τα βιβλία και
τα έγγραφα, καθώς και να καταρτίζει περίληψη της περιουσιακής κατάστασης της
εταιρίας. Αντίθετη συμφωνία είναι άκυρη.
Άρθρο
756
Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 750
παρ. 2, ο εταίρος εφόσον έχει επιτραπεί σ' αυτόν η διαχείριση με την εταιρική
σύμβαση, λογίζεται σε περίπτωση αμφιβολίας πως έχει και την πληρεξουσιότητα να
αντιπροσωπεύει τους λοιπούς εταίρους απέναντι στους τρίτους.
Άρθρο
757
Η πληρεξουσιότητα που δόθηκε με την εταιρική
σύμβαση σε κάποιον εταίρο μπορεί να ανακληθεί από τους λοιπούς μόνο σύμφωνα με
τους ορισμούς του άρθρου 752, και αν δόθηκε σε συνδυασμό με τη διαχείριση, μόνο
μαζί μ' αυτήν.
Άρθρο
758
Δικαιώματα
στην εισφορά ή στα αποκτήματα
Οι εισφορές των εταίρων, καθώς και καθετί
που αποκτάται για την εταιρία από τη διαχείρισή της, ανήκουν σε όλους τους
εταίρους κατά το λόγο της εταιρικής μερίδας του καθενός.
Καθετί που ο διαχειριστής εταίρος απέκτησε
στο όνομά του, αντιπροσωπεύοντας την εταιρία, έχει υποχρέωση να το καταστήσει
κοινό όλων των εταίρων κατά το λόγο της εταιρικής μερίδας του καθενός.
Άρθρο
759
Υποχρεώσεις
απέναντι σε τρίτους
Οι υποχρεώσεις που γεννήθηκαν απέναντι σε
τρίτους από τη διαχείριση ή την αντιπροσώπευση της εταιρίας βαρύνουν όλους τους
εταίρους κατά το λόγο της εταιρικής μερίδας του καθενός.
Άρθρο
760
Αμοιβαίες
απαιτήσεις των εταίρων
Οι απαιτήσεις μεταξύ των εταίρων από την
εταιρική σύμβαση δεν μεταβιβάζονται.
Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται ως προς τις
απαιτήσεις του διαχειριστή εταίρου από τη διαχείριση, εφόσον αυτές μπορούν να
απαιτηθούν και πριν από την εκκαθάριση, καθώς επίσης ως προς τις απαιτήσεις που
αφορούν την αναλογία στα κέρδη ή το προϊόν της εκκαθάρισης.
Άρθρο
761
Αμεταβίβαστη
η εταιρική μερίδα
Ωσότου τελειώσει η εκκαθάριση κάθε εταίρος
έχει υποχρέωση απέναντι στους λοιπούς να μη διαθέσει μερίδιό του στα κοινά
πράγματα. Επίσης δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει τη διανομή των κοινών πραγμάτων
πριν περατωθεί η εκκαθάριση.
Άρθρο
762
Διανομή
κερδών και ζημιών
Σε περίπτωση εταιρίας με διάρκεια μακρότερη
από ένα έτος ο λογαριασμός κλείνεται και τα κέρδη μοιράζονται στο τέλος κάθε
έτους, εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο από την εταιρική σύμβαση.
Άρθρο
763
Αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία, οι εταίροι
μετέχουν στα κέρδη και στις ζημίες κατά ίσα μέρη, ανεξάρτητα από την εισφορά
τους.
Αν η αναλογία του καθενός ορίστηκε μόνο ως
προς τα κέρδη ή μόνο ως προς τις ζημίες, σε περίπτωση αμφιβολίας η αναλογία
αυτή ισχύει και για τα δύο.
Άρθρο
764
Η συμφωνία με την οποία κάποιος εταίρος
αποκλείεται από τα κέρδη ή απαλλάσσεται από τις ζημίες είναι άκυρη. Την
ακυρότητα μπορεί να επικαλεστεί μόνο αυτός.
Η συμφωνία με την οποία ο εταίρος που
συνεισφέρει μόνο την εργασία του δεν θα συμμετέχει στις ζημίες είναι ισχυρή.
Άρθρο
765
Λύση
της εταιρίας
Η εταιρία που έχει συσταθεί για ορισμένο
χρόνο λύνεται μόλις περάσει αυτός ο χρόνος.
Άρθρο
766
Λύση
με καταγγελία
Η εταιρία που έχει συσταθεί για ορισμένο
χρόνο λύνεται με καταγγελία πριν περάσει ο χρόνος αυτός, αν υπάρχει σπουδαίος
λόγος. Αντίθεση συμφωνία, που περιορίζει με προθεσμία ή με άλλον τρόπο το
δικαίωμα αυτό της καταγγελίας, είναι άκυρη.
Άρθρο
767
Εταιρία που έχει αόριστη διάρκεια λύνεται
οποτεδήποτε με καταγγελία οποιουδήποτε εταίρου.
Αν ο εταίρος κατάγγειλε την εταιρία άκαιρα
και χωρίς σπουδαίο λόγο, που να δικαιολογεί την άκαιρη καταγγελία, ενέχεται για
τη ζημία που προκάλεσε η λύση στους άλλους εταίρους.
Άρθρο
768
Η εταιρία που έχει συσταθεί για ολόκληρη τη
ζωή κάποιου από τους εταίρους λογίζεται ότι έχει συσταθεί για αόριστη διάρκεια.
Άρθρο
769
Σιωπηρή
ανανέωση
Αν η εταιρία που έχει συσταθεί για ορισμένο
χρόνο συνεχίζεται σιωπηρά και ύστερα από την πάροδο αυτού του χρόνου, λογίζεται
ότι ανανεώθηκε για αόριστο χρόνο.
Άρθρο
770
Καταγγελία
για παράβαση υποχρεώσεων
Αν ο σπουδαίος λόγος, για τον οποίο
καταγγέλθηκε η εταιρία, συνίσταται στο ότι κάποιος από τους εταίρους έχει
παραβεί τις εταιρικές υποχρεώσεις του, ο εταίρος αυτός ενέχεται για τη ζημία
που προκάλεσε η λύση της εταιρίας στους λοιπούς εταίρους.
Άρθρο
771
Αν υπάρχει σπουδαίος λόγος για να
καταγγελθεί η εταιρία, ο οποίος αφορά παράβαση των υποχρεώσεων εταίρου, το
δικαστήριο μπορεί, μετά αίτηση όλων των λοιπών εταίρων, να αποκλείσει από την
εταιρία τον υπαίτιο. Αφότου επιδοθεί η τελεσίδικη απόφαση, η εταιρία
συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών εταίρων.
Άρθρο
772
Λύση
από το σκοπό
Η εταιρία λύνεται αν ο σκοπός της
πραγματοποιήθηκε ή έγινε ανέφικτος.
Άρθρο
773
Λύση
λόγω θανάτου
Η εταιρία λύνεται με το θάνατο ενός από τους
εταίρους. Μπορεί όμως να συμφωνηθεί ότι η εταιρία θα συνεχιστεί είτε μεταξύ των
λοιπών εταίρων είτε μεταξύ αυτών και των κληρονόμων εκείνου που πέθανε. Η
ανηλικότητα των κληρονόμων δεν παραβλάπτει το κύρος της συμφωνίας.
Άρθρο
774
Αν η εταιρία λυθεί με το θάνατο ενός από
τους εταίρους, ο κληρονόμος του έχει υποχρέωση να το γνωστοποιήσει χωρίς
υπαίτια καθυστέρηση στους λοιπούς εταίρους και, αν επίκειται κίνδυνος από την
αναβολή, να συνεχίσει τη διαχείριση που είχε ανατεθεί σ' εκείνον που πέθανε,
ωσότου ληφθούν τα αναγκαία μέτρα. Με τους ίδιους όρους έχουν και οι λοιποί
εταίροι υποχρέωση να συνεχίσουν προσωρινά τη διαχείριση που τους είχε ανατεθεί.
Στο διάστημα αυτό η εταιρία λογίζεται ότι υπάρχει.
Άρθρο
775
Λύση
με την υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση ή την πτώχευση ενός
Η εταιρία λύνεται με την υποβολή σε
δικαστική συμπαράσταση ή την κήρυξη σε πτώχευση ενός από τους εταίρους, εκτός
αν συμφωνήθηκε ότι σ' αυτή την περίπτωση η εταιρία θα συνεχίζεται μεταξύ των
λοιπών εταίρων.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 του ν 2447/96.)
Άρθρο
776
Διαχείριση
μετά τη λύση
Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου
224, αν η εταιρία λύθηκε με άλλον τρόπο και όχι με καταγγελία, η διαχειριστική
εξουσία που κατά την εταιρική σύμβαση ανήκει σε κάποιον εταίρο εξακολουθεί να
υπάρχει γι' αυτόν εφόσον χωρίς υπαιτιότητά του αγνοεί τη λύση.
Άρθρο
777
Εκκαθάριση
Η εταιρία λογίζεται ότι εξακολουθεί και μετά
τη λύση της, εφόσον το απαιτούν οι ανάγκες και ο σκοπός της εκκαθάρισης. Από τη
λύση παύει η εξουσία των διαχειριστών εταίρων.
Άρθρο
778
Αφού λυθεί η εταιρία η εκκαθάριση, αν δεν
συμφωνήθηκε κάτι άλλο, ενεργείται από όλους τους εταίρους μαζί ή από
εκκαθαριστή που έχει διοριστεί με ομόφωνη απόφαση όλων. Σε περίπτωση διαφωνίας
ο εκκαθαριστής διορίζεται ή αντικαθίσταται από το δικαστήριο με αίτηση ενός από
τους εταίρους και η αντικατάσταση γίνεται μόνο για σπουδαίους λόγους.
Άρθρο
779
Απόδοση
αυτούσιων πραγμάτων
Σε περίπτωση που η εισφορά συνίσταται στη
χρήση ορισμένων πραγμάτων, τα πράγματα αυτά αποδίδονται αυτούσια.
Άρθρο
780
Τρόπος
της εκκαθάρισης
Κατά την εκκαθάριση πρώτα εξοφλούνται τα
κοινά χρέη των εταίρων απέναντι σε τρίτους, καθώς και όσα υπάρχουν μεταξύ των
εταίρων, και κατόπιν επιστρέφονται οι εισφορές.
Αν η εισφορά δεν συνίσταται σε χρήμα,
καταβάλλεται η αξία του αντικειμένου της κατά το χρόνο της πραγματοποίησής της.
Αν η εισφορά συνίσταται σε εργασία ή σε
χρήση πράγματος δεν αποδίδεται.
Άρθρο
781
Μετατροπή
του ενεργητικού σε χρήμα
Η εταιρική περιουσία μετατρέπεται σε χρήμα,
εφόσον αυτό απαιτείται για την εξόφληση των εταιρικών χρεών και για την απόδοση
των εισφορών. Η μετατροπή γίνεται κατά τις διατάξεις για την πώληση κοινού
πράγματος.
Άρθρο
782
Ό,τι απομένει μετά την εξόφληση των χρεών
και την απόδοση των εισφορών, διανέμεται στους εταίρους κατά το λόγο της
μερίδας που έχει ο καθένας στα κέρδη.
Άρθρο
783
Ανεπάρκεια
του ενεργητικού
Αν τα εταιρικά πράγματα δεν αρκούν για την
εξόφληση των χρεών και την απόδοση των εισφορών, για ό,τι λείπει ενέχονται οι
εταίροι κατά το λόγο της συμμετοχής τους στις ζημίες. Αν δεν είναι δυνατόν να
εισπραχθεί από έναν εταίρο το έλλειμμα που του αναλογεί, ενέχονται γι' αυτό
κατά την ίδια αναλογία οι λοιποί εταίροι.
Άρθρο
784
Προσωπικότητα
της αστικής εταιρίας
Η εταιρία του κεφαλαίου αυτού, αν επιδιώκει
οικονομικό σκοπό, αποκτά νομική προσωπικότητα, εφόσον τηρηθούν οι όροι της
δημοσιότητας που ο νόμος τάσσει για το σκοπό αυτό στις ομόρρυθμες εμπορικές
εταιρίες. Η προσωπικότητα αυτή της αστικής εταιρίας εξακολουθεί να υπάρχει
ωσότου περατωθεί η εκκαθάριση και για τις ανάγκες της.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Άρθρο
785
Έννοια
Αν ένα δικαίωμα ανήκει σε περισσότερους από
κοινού, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, υπάρχει ανάμεσά τους κοινωνία
κατ' ιδανικά μέρη. Σε περίπτωση αμφιβολίας λογίζεται ότι τα μέρη είναι ίσα.
Άρθρο
786
Δικαιώματα
του κοινωνού
Κάθε κοινωνός έχει ανάλογη μερίδα στους
καρπούς του κοινού αντικειμένου.
Άρθρο
787
Κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα να κάνει χρήση
του κοινού αντικειμένου, εφόσον αυτή δεν εμποδίζει τη σύγχρηση των λοιπών.
Άρθρο
788
Διοίκηση
του κοινού
Η διοίκηση του κοινού ανήκει σε όλους μαζί
τους κοινωνούς. Στις μεταξύ τους σχέσεις ευθύνονται για κάθε πταίσμα.
Αν επίκειται κίνδυνος, καθένας από αυτούς
έχει δικαίωμα, και χωρίς τη συναίνεση των λοιπών, να λάβει τα μέτρα που
απαιτούνται για τη συντήρηση του πράγματος.
Άρθρο
789
Αποφάσεις
με πλειοψηφία
Με απόφαση της πλειοψηφίας των κοινωνών
μπορεί να καθοριστεί ο τρόπος της τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης που
αρμόζει στο κοινό αντικείμενο. Η πλειοψηφία υπολογίζεται με βάση το μέγεθος των
μερίδων.
Άρθρο
790
Κανονισμός
από το δικαστήριο
Αν η διοίκηση και η χρησιμοποίηση δεν καθορίστηκε
με κοινή συμφωνία ή με πλειοψηφία, καθένας από τους κοινωνούς έχει δικαίωμα να
ζητήσει να την κανονίσει το δικαστήριο με τον τρόπο που είναι ο πιο πρόσφορος
και συμφέρει περισσότερο σε όλους τους κοινωνούς. Αν υπάρχει ανάγκη, το
δικαστήριο μπορεί να διορίσει διαχειριστή.
Άρθρο
791
Ενέργεια
υπέρ και κατά των διαδόχων
Στις περιπτώσεις των δύο προηγούμενων άρθρων
η απόφαση των κοινωνών ή του δικαστηρίου ισχύει υπέρ και κατά των ειδικών
διαδόχων τους.
Άρθρο
792
Ουσιώδεις
μεταβολές και προσθήκες
Ουσιώδης μεταβολή του κοινού αντικειμένου ή
δυσανάλογα δαπανηρή προσθήκη σ' αυτό δεν μπορεί να αποφασιστεί από την
πλειοψηφία ούτε να απαιτηθεί με αγωγή.
Το δικαίωμα κάθε κοινωνού για την αναλογία
του στα ωφελήματα από το κοινό αντικείμενο δεν υπόκειται σε καμία μείωση χωρίς
τη συναίνεσή του.
Άρθρο
793
Διάθεση
της μερίδας
Κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα να διαθέσει το
μερίδιό του. Για τη διάθεση ολόκληρου του κοινού αντικειμένου απαιτείται να
συμπράξουν όλοι.
Άρθρο
794
Δαπάνες
για το κοινό αντικείμενο
Κάθε κοινωνός ενέχεται απέναντι στους
λοιπούς, κατά την αναλογία της μερίδας του, για τα έξοδα της συντήρησης, της
διοίκησης και της χρησιμοποίησης του κοινού.
Άρθρο
795
Δικαίωμα
για λύση της κοινωνίας
Κάθε κοινωνός έχει δικαίωμα να απαιτήσει
οποτεδήποτε τη λύση της κοινωνίας, εφόσον το δικαίωμα αυτό δεν αποκλείεται από
δικαιοπραξία ή από τον προορισμό του κοινού πράγματος για κάποιο διαρκή σκοπό.
Με δικαιοπραξία μπορεί να αποκλειστεί η λύση
της κοινωνίας το πολύ για δέκα χρόνια.
Άρθρο
796
Απαγόρευση
της λύσης
Η δικαιοπραξία με την οποία αποκλείεται στον
κοινωνό για ορισμένο χρόνο η λύση της κοινωνίας ισχύει υπέρ και κατά των
ειδικών διαδόχων του.
Άρθρο
797
Πρόωρη
λύση για σπουδαίο λόγο
Λύση της κοινωνίας μπορεί να ζητηθεί για
σπουδαίο λόγο και πριν από το συμφωνημένο χρόνο. Η συμφωνία που περιορίζει
προκαταβολικά το δικαίωμα αυτό είναι άκυρη.
Άρθρο
798
Διανομή
Η λύση της κοινωνίας επέρχεται με διανομή
Άρθρο
799
Αν δεν συμφωνούν για τη διανομή όλοι οι
κοινωνοί, κάθε κοινωνός μπορεί να απαιτήσει δικαστική διανομή κατά τις
διατάξεις της πολιτικής δικονομίας.
Άρθρο
800
Αυτούσια
διανομή
Η διανομή γίνεται αυτουσίως, αν το
αντικείμενο ή τα αντικείμενα που πρόκειται να διανεμηθούν είναι δυνατόν χωρίς
μείωση της αξίας να διαιρεθούν σε ομοειδή μέρη ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών.
Άρθρο
801
Πλειστηριασμός
Αν το δικαστήριο διέταξε την πώληση με
πλειστηριασμό, διανέμεται το εκπλειστηρίασμα. Σε περίπτωση που απαγορεύεται να
εκποιηθεί το κοινό σε τρίτον, ο πλειστηριασμός γίνεται μεταξύ των κοινωνών.
Άρθρο
802
Αμοιβαίες
απαιτήσεις από την κοινωνία
Κατά τη δικαστική διανομή κάθε κοινωνός έχει
δικαίωμα να απαιτήσει να του πληρωθούν οι αξιώσεις που έχει από την κοινωνία
κατά των άλλων κοινωνών από το μέρος που περιέρχεται με τη διανομή στον
οφειλέτη. Γι' αυτή την πληρωμή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την πώληση
αυτού του μέρους με πλειστηριασμό.
Άρθρο
803
Δικαιώματα
τρίτων στο κοινό πράγμα
Εμπράγματα δικαιώματα τρίτων πάνω στο κοινό
πράγμα δεν παραβλάπτονται από τη διανομή, αδιάφορο αν έγινε αυτουσίως ή με
πώληση εκούσια ή με πλειστηριασμό.
Άρθρο
804
Ευθύνη
για ελαττώματα του μέρους που έλαχε στον κάθε κοινωνό
Για πραγματικά και νομικά ελαττώματα του
μέρους του κοινού πράγματος, που περιήλθε με τη διανομή στον κάθε κοινωνό, οι
λοιποί κοινωνοί ευθύνονται κατά τις διατάξεις για την πώληση, ανάλογα με τη
μερίδα τους.
Άρθρο
805
Η αξίωση για τη λύση της κοινωνίας δεν
παραγράφεται.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΔΑΝΕΙΟ
Άρθρο
806
Έννοια
Με τη σύμβαση του δανείου ο ένας από τους
συμβαλλομένους μεταβιβάζει στον άλλον κατά κυριότητα χρήματα ή άλλα
αντικαταστατά πράγματα, και αυτός έχει υποχρέωση να αποδώσει άλλα πράγματα της
ίδιας ποσότητας και ποιότητας.
Άρθρο
807
Χρόνος
απόδοσης
Αν δεν ορίστηκε χρόνος για την απόδοση του
δανείου ούτε συνάγεται αυτός από τις περιστάσεις, το δάνειο αποδίδεται αφού
περάσει ένας μήνας από την καταγγελία του δανειστή ή του οφειλέτη. Αν είναι
άτοκο, ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να το αποδώσει και χωρίς καταγγελία.
Άρθρο
808
Υπερημερία
Λόγω υπερημερίας ως προς την απόδοση, ο
οφειλέτης χρηματικού δανείου δεν έχει σε καμιά περίπτωση υποχρέωση να καταβάλει
άλλη αποζημίωση εκτός από το νόμιμο ή το συμβατικό τόκο. Αντίθετη συμφωνία
είναι άκυρη.
Άρθρο
809
Υπόσχεση
δανείου σε αφερέγγυο πρόσωπο
Εκείνος που υποσχέθηκε την παροχή δανείου
έχει δικαίωμα να την αρνηθεί, αν ο δέκτης της υπόσχεσης έγινε μετά την υπόσχεση
αφερέγγυος.
Το ίδιο δικαίωμα έχει αυτός που υποσχέθηκε
και όταν η αφερεγγυότητα υπήρχε κατά την υπόσχεση, αυτός όμως την αγνοούσε
χωρίς υπαιτιότητα.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΧΡΗΣΙΔΑΝΕΙΟ
Άρθρο
810
Έννοια
Με τη σύμβαση του χρησιδανείου ο ένας από
τους συμβαλλομένους (χρήστης) παραχωρεί στον άλλο τη χρήση πράγματος χωρίς
αντάλλαγμα και αυτός (χρησάμενος) έχει υποχρέωση να αποδώσει το πράγμα μετά τη
λήξη της σύμβασης.
Άρθρο
811
Υποχρεώσεις
του χρήστη
Ο χρήστης ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά
αμέλεια.
Άρθρο
812
Ο χρήστης οφείλει αποζημίωση για ελαττώματα
του πράγματος, που την ύπαρξή τους αποσιώπησε με δόλο.
Άρθρο
813
Υποχρεώσεις
του χρησαμένου
Ο χρησάμενος φέρει τις συνηθισμένες δαπάνες
για τη συντήρηση του πράγματος. Για άλλες δαπάνες έχει αξίωση σύμφωνα με τις
διατάξεις για τη διοίκηση αλλοτρίων και έχει δικαίωμα αφαίρεσης πριν από την
απόδοση του πράγματος.
Άρθρο
814
Ο χρησάμενος δεν ευθύνεται για φθορά ή
μεταβολές του πράγματος, που προέρχονται από τη συμφωνημένη χρήση.
Άρθρο
815
Ο χρησάμενος δεν έχει δικαίωμα να κάνει
χρήση διαφορετική από τη συμφωνημένη, ούτε να παραχωρήσει χωρίς άδεια του
χρήστη τη χρήση του πράγματος σε τρίτον.
Άρθρο
816
Λήξη
Το χρησιδάνειο, αν δεν ορίστηκε η διάρκεια
της σύμβασης, λήγει μόλις ο χρησάμενος κάνει χρήση του πράγματος, ή περάσει ο
χρόνος κατά τον οποίο μπορούσε να κάνει χρήση.
Άρθρο
817
Ο χρήστης έχει δικαίωμα να απαιτήσει το
πράγμα και πριν από τη λήξη της σύμβασης, αν ο χρησάμενος το χρησιμοποιεί
αντίθετα προς του όρους της σύμβασης, ή αν το χειροτερεύει, ή αν το παραχώρησε
χωρίς δικαίωμα σε τρίτον, ή αν ο ίδιος ο χρήστης χρειάστηκε επειγόντως το
πράγμα και δεν μπορούσε να προβλέψει αυτή την ανάγκη.
Άρθρο
818
Το χρησιδάνειο λήγει με το θάνατο του
χρησαμένου.
Άρθρο
819
Αν ο χρησάμενος παραχώρησε το πράγμα σε
τρίτον, ο χρήστης μετά τη λήξη του χρησιδανείου μπορεί να απαιτήσει και
εναντίον του τρίτου την απόδοση του πράγματος.
Άρθρο
820
Παραγραφή
Οι αξιώσεις του χρήστη για αποζημίωση λόγω
μεταβολών ή φθορών του πράγματος παραγράφονται αφού περάσουν έξι μήνες από τότε
που το ανέλαβε. σε κάθε περίπτωση παραγράφονται μαζί με την αξίωση
του χρήστη για ανάληψη του πράγματος.
Άρθρο
821
Οι αξιώσεις του χρησαμένου για δαπάνες
παραγράφονται αφού περάσουν έξι μήνες από τη λήξη του χρησιδανείου.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ
Άρθρο
822
Έννοια
Με τη σύμβαση της παρακαταθήκης ο
θεματοφύλακας παραλαμβάνει από άλλον κινητό πράγμα για να το φυλάει με την
υποχρέωση να το αποδώσει όταν του ζητηθεί. Αμοιβή μπορεί να απαιτηθεί μόνο όταν
συμφωνήθηκε ή συνάγεται από τις περιστάσεις.
Άρθρο
823
Υποχρεώσεις
του θεματοφύλακα
Ο θεματοφύλακας οφείλει να καταβάλει την
επιμέλεια που καταβάλει στις δικές του υποθέσεις. Αν όμως οφείλεται αμοιβή για
τη φύλαξη, ευθύνεται για κάθε πταίσμα.
Άρθρο
824
Ο θεματοφύλακας δεν έχει δικαίωμα να
μεταχειρίζεται το πράγμα χωρίς την άδεια του παρακαταθέτη.
Επίσης δεν έχει δικαίωμα να καταθέσει το
πράγμα σε τρίτον, εκτός αν εξουσιοδοτήθηκε γι' αυτό από τον παρακαταθέτη, ή αν
εξαναγκάστηκε από τις περιστάσεις, ή αν συνηθίζεται η περαιτέρω κατάθεση.
Άρθρο
825
Ο θεματοφύλακας που κατέθεσε το πράγμα σε
τρίτον ευθύνεται, αν το έκανε χωρίς δικαίωμα, για κάθε πταίσμα του τρίτου. αν έκανε την κατάθεση έχοντας το σχετικό δικαίωμα, ευθύνεται για
πταίσμα ως προς την εκλογή του τρίτου.
Και στις δύο περιπτώσεις ο παρακαταθέτης
μπορεί να ασκήσει απευθείας κατά του τρίτου τις αγωγές που έχει εναντίον του ο
θεματοφύλακας.
Άρθρο
826
Υποχρεώσεις
του παρακαταθέτη
Ο παρακαταθέτης οφείλει να αποδώσει στο
θεματοφύλακα ό,τι αυτός δαπάνησε κανονικά για τη φύλαξη του πράγματος. Οφείλει
επίσης να τον αποζημιώσει για τη ζημία από την παρακαταθήκη, εκτός αν η ζημία
αυτή δεν προέρχεται από πταίσμα του.
Άρθρο
827
Χρόνος
απόδοσης
Ο θεματοφύλακας, αν ο παρακαταθέτης απαιτεί
το πράγμα, οφείλει να το αποδώσει και αν ακόμη δεν έχει περάσει η προθεσμία που
ορίστηκε για τη φύλαξή του.
Άρθρο
828
Ο θεματοφύλακας δεν έχει δικαίωμα να
επιστρέψει το πράγμα που παρακατατέθηκε πριν περάσει η προθεσμία που ορίστηκε,
εκτός αν απρόβλεπτα περιστατικά του καθιστούν αδύνατη την ασφαλή φύλαξη του
πράγματος για περισσότερο χρόνο χωρίς δική του ζημία.
Αν δεν ορίστηκε προθεσμία για τη φύλαξη, ο
θεματοφύλακας μπορεί να επιστρέψει το πράγμα οποτεδήποτε.
Άρθρο
829
Τόπος
απόδοσης
Το πράγμα, εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά,
αποδίδεται στον τόπο όπου φυλάγεται. Ο θεματοφύλακας δεν έχει υποχρέωση να
προσκομίσει το πράγμα στον παρακαταθέτη
Άρθρο
830
Ανώμαλη
παρακαταθήκη
Η κατάθεση χρημάτων ή άλλων αντικαταστατών
πραγμάτων, σε περίπτωση αμφιβολίας λογίζεται ως δάνειο, αν ο θεματοφύλακας έχει
την εξουσία να τα χρησιμοποιεί. Σχετικά όμως με το χρόνο και τον τόπο της
απόδοσης ισχύουν, σε περίπτωση αμφιβολίας, οι διατάξεις για την παρακαταθήκη.
Ο θεματοφύλακας χρεογράφων δεν έχει εξουσία
να τα διαθέτει, αν αυτή δεν του δόθηκε με έγγραφο και ρητά.
Άρθρο
831
Μεσεγγύηση
Αν δύο ή περισσότεροι παρέδωσαν σε τρίτον
ένα πράγμα κινητό ή ακίνητο για εξασφάλιση των αμφισβητούμενων ή αβέβαιων
δικαιωμάτων τους πάνω σ' αυτό, ο θεματοφύλακας (μεσεγγυούχος) έχει την
υποχρέωση να το αποδώσει μόνο με τη συναίνεση όλων ή μετά δικαστική απόφαση.
Άρθρο
832
Ο μεσεγγυούχος του προηγούμενου άρθρου ή
αυτός που διορίστηκε με δικαστική απόφαση υπόκειται στις διατάξεις που αφορούν
το θεματοφύλακα, εφόσον τα μέρη δεν όρισαν διαφορετικά.
Άρθρο
833
Αν το επιβάλλει η φύση του αντικειμένου, ο
μεσεγγυούχος έχει υποχρέωση να επιχειρεί και πράξεις διαχείρισης, οπότε
εφαρμόζονται ως προς αυτές οι διατάξεις για την εντολή.
Αν υπάρχει φανερή ανάγκη, ή αν η διατήρηση
του πράγματος είναι αδύνατη, ο μεσεγγυούχος έχει δικαίωμα να το εκποιήσει με
τον τρόπο που συμφέρει περισσότερο στα μέρη.
ΕΙΚΟΣΤΟ
ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΩΝ
Άρθρο
834
Έκταση
της ευθύνης
Ο ξενοδόχος ευθύνεται για κάθε βλάβη,
καταστροφή ή αφαίρεση των πραγμάτων που έφεραν οι πελάτες στο ξενοδοχείο, εκτός
αν η ζημία οφείλεται στον ίδιο τον πελάτη ή σε επισκέπτη, συνοδό ή υπηρέτη του,
ή στην ιδιάζουσα φύση του πράγματος ή σε ανώτερη βία.
Με ξενοδοχεία εξομοιώνονται τα οικοτροφεία,
οι κλινικές, οι κλινάμαξες και τα επιβατικά πλοία ή αερόπλοια για το κατάλυμα
που παρέχουν στους πελάτες.
Άρθρο
835
Χρήματα
και τιμαλφή
Για χρήματα, χρεόγραφα και τιμαλφή η ευθύνη
του ξενοδόχου σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο περιορίζεται στο ποσό των ογδόντα
οκτώ (88) ευρώ για κάθε πελάτη, εκτός αν ο ξενοδόχος, γνωρίζοντας την ιδιότητα
των πραγμάτων αυτών, ανέλαβε τη φύλαξή τους ή την αποποιήθηκε, καθώς και αν η
ζημία προήλθε από πταίσμα του ξενοδόχου ή της οικογένειας ή του προσωπικού του.
Άρθρο
836
Ζημία
που δεν γνωστοποιήθηκε
Αν ο πελάτης, έχοντας πληροφορηθεί τη ζημία,
βραδύνει αδικαιολόγητα να την αναγγείλει στον ξενοδόχο, επέρχεται απόσβεση της
αξίωσής του για αποζημίωση, εκτός αν είχε παραδώσει τα πράγματα στον ξενοδόχο ή
η ζημία οφείλεται σε πταίσμα του ξενοδόχου, της οικογένειας ή του προσωπικού
του.
Άρθρο
837
Μονομερής
γνωστοποίηση για μη ύπαρξη ευθύνης
Κάθε μονομερής γνωστοποίηση του ξενοδόχου
που αποκλείει ή περιορίζει την ευθύνη του είναι άκυρη.
Άρθρο
838
Ενέχυρο
στα εισκομισθέντα
Ο ξενοδόχος έχει νόμιμο ενέχυρο στα πράγματα
που έχει φέρει ο πελάτης στο ξενοδοχείο για τις απαιτήσεις του από τη διαμονή
του πελάτη σ' αυτό και από τις συναφείς παροχές. Οι διατάξεις για το νόμιμο
ενέχυρο του εκμισθωτή ακινήτου εφαρμόζονται αναλόγως.
Άρθρο
839
Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων
εφαρμόζονται αναλόγως και για όσους διατηρούν στάβλους, αποθήκες, αμαξοστάσια,
αεροδρόμια, ως προς τα ζώα, τις άμαξες, τα αυτοκίνητα, τα αερόπλοια και τα
συναφή πράγματα που οι πελάτες φέρνουν σ' αυτά.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΙΣΟΒΙΑ ΠΡΟΣΟΔΟΣ
Άρθρο
840
Έννοια
Η υποχρέωση για ισόβια παροχή χρημάτων ή
άλλων αντικαταστατών πραγμάτων σε περιοδικές δόσεις (ισόβια πρόσοδος) μπορεί να
συσταθεί για ολόκληρη τη ζωή του δικαιούχου ή του οφειλέτη ή τρίτου. Σε
περίπτωση αμφιβολίας λογίζεται ότι έχει συσταθεί για ολόκληρη τη ζωή του
δικαιούχου.
Το ποσό που καθορίστηκε για την πρόσοδο
δηλώνει, σε περίπτωση αμφιβολίας, το ποσό της προσόδου πρέπει να καταβάλλεται
ετησίως.
Άρθρο
841
Καταβολή
της προσόδου
Η πρόσοδος προκαταβάλλεται αν είναι
χρηματική, κάθε μήνα, και οποιαδήποτε άλλη σε χρονικές περιόδους που
καθορίζονται από το σκοπό της προσόδου.
Αν ο δικαιούχος πεθάνει πριν από το τέλος
της περιόδου, για την οποία πρέπει να προκαταβληθεί η πρόσοδος, ο οφειλέτης
οφείλει ολόκληρο το ποσό της περιόδου.
Άρθρο
842
Σύμβαση
Η σύμβαση για ισόβια πρόσοδο είναι άκυρη, αν
δεν καταρτιστεί ενώπιον συμβολαιογράφου.
Άρθρο
843
Εκχώρηση
και κατάσχεση
Ο δικαιούχος προσόδου μπορεί να εκχωρήσει τα
δικαιώματά του, εκτός αν ορίστηκε διαφορετικά.
Αυτός που συνιστά πρόσοδο υπέρ άλλου από
χαριστική αιτία μπορεί ταυτόχρονα να ορίσει ότι είναι ακατάσχετη.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΠΑΙΓΝΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΗΜΑ
Άρθρο
844
Δεν
γεννιέται απαίτηση
Από παίγνιο ή από στοίχημα δεν γεννιέται
απαίτηση. Το ίδιο ισχύει και για την αφηρημένη υπόσχεση ή αναγνώριση τέτοιας
οφειλής, ή για την έκδοση συναλλαγματικής, ή άλλου χρεωστικού ομολόγου για το
σκοπό αυτό.
Άρθρο
845
Όσα
καταβλήθηκαν δεν αναζητούνται
Τα χρέη από παίγνιο ή από στοίχημα που
καταβλήθηκαν εκούσια και χωρίς δόλο ή άλλο τέχνασμα εκείνου που κέρδισε, δεν
αναζητούνται.
Άρθρο
846
Απαίτηση από λαχείο γεννιέται μόνο αν η
σύστασή του έχει επιτραπεί με νόμο.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΓΓΥΗΣΗ
Άρθρο
847
Έννοια
Με τη σύμβαση της εγγύησης ο εγγυητής
αναλαμβάνει απέναντι στο δανειστή την ευθύνη ότι θα καταβληθεί η οφειλή.
Άρθρο
848
Εγγύηση μπορεί να δοθεί και για οφειλή
μελλοντική ή υπό αίρεση.
Άρθρο
849
Σύσταση
Η εγγύηση είναι άκυρη, αν δεν δηλωθεί εγγράφως.
Η έλλειψη του εγγράφου καλύπτεται, εφόσον ο εγγυητής εκπλήρωσε την οφειλή.
Άρθρο
850
Εγγύηση
για άκυρη οφειλή
Η εγγύηση προϋποθέτει έγκυρη κύρια οφειλή.
Είναι όμως ισχυρή η εγγύηση για οφειλή που συνομολογήθηκε από πρόσωπο ανίκανο ή
περιορισμένα ικανό για δικαιοπραξία, αν ο εγγυητής εγγυήθηκε για το πρόσωπο
αυτό γνωρίζοντας την ανικανότητά του.
Άρθρο
851
Έκταση
της ευθύνης του εγγυητή
Ο εγγυητής ευθύνεται για την έκταση που έχει
κάθε φορά ή κύρια οφειλή, και ιδίως για τις συνέπειες του πταίσματος ή της
υπερημερίας του πρωτοφειλέτη.
Άρθρο
852
Ο εγγυητής, σε περίπτωση αμφιβολίας, δεν
ευθύνεται για παρεπόμενες παροχές που είχαν συμφωνηθεί και ήταν απαιτητές κατά
το χρόνο της εγγύησης. Για τέτοιες παροχές που γίνονται απαιτητές μετά την
εγγύηση, ο εγγυητής σε περίπτωση αμφιβολίας ευθύνεται μόνο αν κατά το χρόνο της
εγγύησης γνώριζε την ύπαρξή τους.
Άρθρο
853
Ενστάσεις
του εγγυητή
Ο εγγυητής μπορεί να προτείνει εναντίον του
δανειστή τις μη προσωποπαγείς ενστάσεις του πρωτοφειλέτη, και αν ακόμη αυτός
παραιτηθεί απ' αυτές μετά την συνομολόγηση της εγγύησης.
Άρθρο
854
Περισσότεροι
εγγυητές
Περισσότεροι εγγυητές ευθύνονται εις
ολόκληρον και αν ακόμη δεν ανέλαβαν από κοινού την εγγύηση.
Άρθρο
855
Ένσταση
δίζησης
Ο εγγυητής έχει δικαίωμα να αρνηθεί την
καταβολή της οφειλής, ωσότου ο δανειστής επιχειρήσει αναγκαστική εκτέλεση
εναντίον του πρωτοφειλέτη και αυτή αποβεί άκαρπη (ένσταση δίζησης).
Άρθρο
856
Σε περίπτωση εγγύησης που δόθηκε για
χρηματική οφειλή, η αναγκαστική εκτέλεση που αναφέρεται στο προηγούμενο άρθρο
πρέπει να επιχειρηθεί στα κινητά πράγματα του πρωτοφειλέτη που βρίσκονται στον
τόπο της κατοικίας ή της διαμονής του.
Αν ο δανειστής έχει δικαίωμα ενέχυρου ή
επίσχεσης σε κινητά πράγματα του πρωτοφειλέτη, πρέπει να επιχειρήσει εκτέλεση
και σ' αυτά.
Άρθρο
857
Ο εγγυητής δεν έχει την ένσταση της δίζησης:
1. Αν παραιτήθηκε απ' αυτήν, και ιδίως αν εγγυήθηκε ως αυτοφειλέτης. 2. Αν η δίωξη του πρωτοφειλέτη έγινε σημαντικά δύσκολη λόγω μεταβολής
της κατοικίας ή διαμονής του μετά τη συνομολόγηση της εγγύησης. 3. Αν ο πρωτοφειλέτης κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης και ο δανειστής
δεν έχει ενέχυρο σε πράγμα του. 4. Αν είναι φανερό ότι η
αναγκαστική εκτέλεση εναντίον του πρωτοφειλέτη θα απέβαινε άκαρπη.
Άρθρο
858
Αναγωγή
και υποκατάσταση του εγγυητή
Ο εγγυητής, εφόσον ικανοποίησε το δανειστή
και έχει δικαίωμα αναγωγής εναντίον του πρωτοφειλέτη, υποκαθίσταται στα
δικαιώματα του δανειστή.
Άρθρο
859
Ο εγγυητής που ικανοποίησε το δανειστή δεν
έχει αναγωγή, αν παρέλειψε να αντιτάξει βάσιμες ενστάσεις του πρωτοφειλέτη, που
γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει.
Άρθρο
860
Ο συνεγγυητής που ικανοποίησε το δανειστή
έχει αναγωγή εναντίον των λοιπών συνεγγυητών στην έκταση που, σύμφωνα με το
άρθρο 487, ευθύνονται μεταξύ τους οι οφειλέτες εις ολόκληρον.
Άρθρο
861
Δικαίωμα
του εγγυητή για ασφάλεια
Ο εγγυητής μπορεί να απαιτήσει από τον
πρωτοφειλέτη ασφάλεια και πριν ακόμη γίνει απαιτητή η οφειλή: 1. Αν χειροτέρεψε
η περιουσιακή κατάσταση του πρωτοφειλέτη. 2. Αν η δίωξη του
πρωτοφειλέτη έγινε σημαντικά δύσκολη λόγω μεταβολής της κατοικίας ή της
διαμονής του μετά τη συνομολόγηση της εγγύησης. 3. Αν ο
πρωτοφειλέτης έγινε υπερήμερος. 4. Αν ο εγγυητής καταδικάστηκε
να καταβάλει την οφειλή.
Άρθρο
862
Απόσβεση
της εγγύησης
Ο εγγυητής ελευθερώνεται, εφόσον από πταίσμα
του δανειστή έγινε αδύνατη η ικανοποίησή του από τον οφειλέτη.
Άρθρο
863
Ο εγγυητής ελευθερώνεται, εφόσον ο δανειστής
παραιτήθηκε από ασφάλειες που υπήρχαν αποκλειστικά για την απαίτησή του, για
την οποία είχε δοθεί η εγγύηση με αποτέλεσμα να ζημιωθεί ο εγγυητής.
Άρθρο
864
Όταν η κύρια οφειλή αποσβεστεί, ο εγγυητής
ελευθερώνεται, εκτός αν η απόσβεση επήλθε από δικό του πταίσμα.
Άρθρο
865
Αν επήλθε σύγχυση κύριας οφειλής και
εγγύησης στο ίδιο πρόσωπο, τα δικαιώματα του δανειστή δεν παραβλάπτονται.
Άρθρο
866
Εγγύηση
για ορισμένο χρόνο
Εκείνος που εγγυήθηκε για ορισμένο μόνο
χρόνο ελευθερώνεται από την εγγύηση, αν ο δανειστής δεν επιδιώξει δικαστικώς
την απαίτησή του μέσα σε ένα μήνα από την πάροδο αυτού του χρόνου και δεν θα
συνεχίσει τη σχετική διαδικασία χωρίς υπαίτια καθυστέρηση.
Άρθρο
867
Εγγύηση
για αόριστο χρόνο
Εκείνος που εγγυήθηκε για αόριστο χρόνο
μπορεί, όταν γίνει απαιτητή η κύρια οφειλή, να αξιώσει από το δανειστή να
επιδιώξει δικαστικώς την απαίτησή του μέσα σε ένα μήνα και να συνεχίσει χωρίς
υπαίτια καθυστέρηση τη διαδικασία. Αν ο δανειστής δεν συμμορφωθεί με την αξίωση
του εγγυητή, ο εγγυητής ελευθερώνεται.
Άρθρο
868
Αν στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου
απαιτείται καταγγελία του δανειστή για να γίνει απαιτητή η κύρια οφειλή, ο
εγγυητής μπορεί, αφού περάσει ένα έτος αφότου εγγυήθηκε, να αξιώσει από το
δανειστή να καταγγείλει και να επιδιώξει δικαστικώς την απαίτησή του μέσα σε
ένα μήνα, και να συνεχίσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τη διαδικασία. Αν ο
δανειστής δεν συμμορφωθεί με την αξίωση του εγγυητή, ο εγγυητής ελευθερώνεται.
Άρθρο
869
Εγγύηση
υπέρ εργαζομένου ή εργολάβου
Εκείνος που εγγυήθηκε υπέρ εργαζομένου ή
εργολάβου ελευθερώνεται, αν ο δανειστής αμέλησε να ασκήσει στον εργαζόμενο ή
στον εργολάβο την επιβαλλόμενη εποπτεία και από την παράλειψη αυτή γεννήθηκε ή
αυξήθηκε η οφειλή.
Άρθρο
870
Εντολή
πίστωσης τρίτου
Η εντολή να πιστώσει ο εντολοδόχος στο δικό
του όνομα και για δικό του λογαριασμό έναν τρίτο, ισχύει ως εγγύηση για την
υποχρέωση του τρίτου από την πίστωση που χορηγήθηκε. Στην εντολή αυτή
εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 849.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ
Άρθρο
871
Έννοια
Με τη σύμβαση του συμβιβασμού οι
συμβαλλόμενοι διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις μια φιλονικία τους ή μια
αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση. Με αβέβαιη σχέση εξομοιώνεται και η
επισφαλής απαίτηση.
Άρθρο
872
Διάρρηξη
Ο συμβιβασμός μπορεί να ακυρωθεί, αν τα
γεγονότα που κατά το περιεχόμενο της σύμβασης αποτέλεσαν τη βάση του
συμβιβασμού δεν είναι αληθινά και η φιλονικία ή η αβεβαιότητα δεν θα γεννιόταν,
αν οι συμβαλλόμενοι γνώριζαν την κατάσταση.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΥΠΟΣΧΕΣΗ Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ
Άρθρο
873
Έννοια
και κύρος
Η σύμβαση με την οποία γίνεται υπόσχεση ή
αναγνώριση χρέους, έτσι ώστε να γεννιέται ενοχή ανεξάρτητα από την αιτία του
χρέους, είναι έγκυρη αν η υπόσχεση ή η δήλωση για την αναγνώριση γίνει
εγγράφως. Έγγραφη υπόσχεση ή δήλωση αναγνώρισης, που δεν αναφέρει την αιτία του
χρέους, λογίζεται σε περίπτωση αμφιβολίας ότι έγινε με τέτοιο σκοπό.
Άρθρο
874
Το έγγραφο που αναφέρει το προηγούμενο άρθρο
δεν απαιτείται αν η υπόσχεση ή η αναγνώριση αφορά υπόλοιπο αλληλόχρεου
λογαριασμού που έχει κλείσει.
Άρθρο
875
Αν η υπόσχεση ή η αναγνώριση αφορά αιτία για
την οποία ο νόμος απαιτεί ιδιαίτερο τύπο, είναι άκυρη αν δεν γίνει μ' αυτόν τον
τύπο.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΚΤΑΞΗ
Άρθρο
876
Έννοια
Με την έκταξη εγχειρίζεται σ' εκείνον υπέρ
του οποίου γίνεται (λήπτη) ένα έγγραφο, με το οποίο εξουσιοδοτείται ο λήπτης να
εισπράξει στο όνομά του από τον εκτασσόμενο μια παροχή από χρήματα ή άλλα
αντικαταστατά πράγματα και ο εκτασσόμενος να τα καταβάλει στο λήπτη για
λογαριασμό του εκτάσσοντος.
Άρθρο
877
Αποδοχή
από τον εκτασσόμενο
Ο εκτασσόμενος, αν αποδεχτεί την έκταξη
απέναντι στο λήπτη, έχει απέναντί του την υποχρέωση να καταβάλει την παροχή.
Δεν έχει δικαίωμα να αντιτάξει ενστάσεις ούτε από τη σχέση του εκτάσσοντος με
το λήπτη.
Η αποδοχή γίνεται πάνω στο έγγραφο της
έκταξης.
Άρθρο
878
Ο εκτασσόμενος έχει υποχρέωση να καταβάλει
την παροχή μόνο όταν του παραδοθεί το έγγραφο της έκταξης.
Άρθρο
879
Η απαίτηση του λήπτη κατά του εκτασσομένου
από την αποδοχή παραγράφεται μετά τρία χρόνια.
Άρθρο
880
Δεν
έχει υποχρέωση να αποδεχτεί
Ο εκτασσόμενος από μόνο το λόγο ότι είναι
τυχόν οφειλέτης του εκτάσσοντος, δεν έχει υποχρέωση να αποδεχτεί την έκταξη ή
να καταβάλει την παροχή που αναγράφεται σ' αυτήν.
Άρθρο
881
Έκταξη
για την εξόφληση χρέους
Αν η έκταξη έγινε για να εξοφληθεί κάποιο
χρέος του εκτασσομένου προς τον εκτάσσοντα ή του τελευταίου προς το λήπτη, η
εξόφληση αυτή εφόσον δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, επέρχεται μόνο αφότου ο
εκτασσόμενος καταβάλει στο λήπτη.
Άρθρο
882
Υποχρεώσεις
του λήπτη
Ο λήπτης οφείλει να ειδοποιήσει χωρίς
υπαίτια καθυστέρηση τον εκτάσσοντα, αν δεν θέλει ή δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει
την ένταξη ή αν ο εκτασσόμενος αρνείται να την αποδεχτεί ή να καταβάλει την
παροχή.
Άρθρο
883
Ανάκληση
της έκταξης
Ο εκτάσσων έχει δικαίωμα απέναντι στον
εκτασσόμενο να ανακαλέσει την έκταξη, εφόσον ο εκτασσόμενος δεν την αποδέχτηκε
απέναντι στο λήπτη ή δεν κατέβαλε την παροχή.
Αν ο εκτάσσων κηρύχθηκε σε πτώχευση, η
έκταξη που δεν έγινε ακόμη αποδεκτή λογίζεται ότι ανακλήθηκε.
Άρθρο
884
Θάνατος
ή ανικανότητα του ενός
Η έκταξη δεν αποσβήνεται, αν πεθάνει ή γίνει
αργότερα ανίκανος για δικαιοπραξία ο εκτάσσων, ο εκτασσόμενος ή ο λήπτης.
Άρθρο
885
Μεταβίβαση
της έκταξης
Ο λήπτης έχει δικαίωμα να μεταβιβάσει με
σύμβαση την έκταξη σε άλλον.
Ο εκτάσσων μπορεί να αποκλείσει αυτή τη
μεταβίβαση. Απέναντι όμως στον εκτασσόμενο ο αποκλεισμός αυτός ισχύει μόνο αν
προκύπτει από το έγγραφο της έκταξης ή αν γνωστοποιήθηκε στον εκτασσόμενο πριν
από την αποδοχή της έκταξης ή πριν από την καταβολή.
Άρθρο
886
Η δήλωση για τη μεταβίβαση που προβλέπει το
προηγούμενο άρθρο απαιτείται να είναι έγγραφη και μπορεί να γίνει και πάνω στο
έγγραφο της έκταξης. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να παραδοθεί στο νέο λήπτη και το
έγγραφο της έκταξης.
Άρθρο
887
Αν ο εκτασσόμενος αποδεχτεί την έκταξη
απέναντι στο νέο από τη μεταβίβαση λήπτη, δεν έχει δικαίωμα να αντιτάξει
εναντίον του ενστάσεις από την έννομη σχέση του με τον προηγούμενο λήπτη.
Κατά τα λοιπά στη μεταβίβαση της έκταξης
ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις για την εκχώρηση.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΝΩΝΥΜΑ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ
Άρθρο
888
Έννοια
Όποιος υπέγραψε έγγραφο που περιέχει
υπόσχεσή του για κάποια παροχή στον κομιστή του εγγράφου (ανώνυμο χρεόγραφο),
έχει υποχρέωση να καταβάλει στον κομιστή την παροχή, εκτός αν αυτός δεν έχει
δικαίωμα να διαθέσει τον τίτλο.
Άρθρο
889
Καταβολή
σε κομιστή που δεν δικαιούται
Ο οφειλέτης ελευθερώνεται καταβάλλοντας στον
κομιστή του χρεογράφου, και αν ακόμη ο κομιστής δεν έχει δικαίωμα να το
διαθέσει, εκτός αν πληρώνοντας ενέργησε αντίθετα προς την καλή πίστη και τα
συναλλακτικά ήθη.
Άρθρο
890
Κυκλοφορία
τίτλου χωρίς τη θέληση του οφειλέτη
Ο οφειλέτης υποχρεώνεται από τον τίτλο και
αν ακόμη ο τίτλος του αφαιρέθηκε με κλοπή ή χάθηκε ή έχει τεθεί με άλλο τρόπο
σε κυκλοφορία χωρίς τη θέλησή του.
Άρθρο
891
Κυκλοφορία
μόνο με ειδικό νόμο
Τα ανώνυμα χρεόγραφα που εκδόθηκαν στην
Ελλάδα και περιέχουν υπόσχεση πληρωμής ορισμένου χρηματικού ποσού, μπορούν να
τεθούν σε κυκλοφορία μόνο στις περιπτώσεις όπου το επιτρέπει ειδικά ο νόμος. Ο
τίτλος που κυκλοφόρησε κατά παράβαση αυτής της διάταξης είναι άκυρος. Εκείνος
που τον υπέγραψε ενέχεται για τη ζημία που προξενήθηκε στον κομιστή από την
έκδοση.
Άρθρο
892
Ενστάσεις
κατά του κομιστή
Ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να προτείνει κατά
του κομιστή μόνο ενστάσεις ακυρότητας του τίτλου, ή ενστάσεις που προκύπτουν
από το ίδιο το έγγραφο, ή που ανήκουν στον οφειλέτη κατά του κομιστή
προσωπικώς.
Άρθρο
893
Πληρωμή
μόνο με την παράδοση του τίτλου
Ο οφειλέτης έχει υποχρέωση παροχής μόνο αν
του παραδοθεί ο τίτλος. Με την παράδοση ο οφειλέτης αποκτά αυτοδικαίως την
κυριότητα του τίτλου και αν ακόμη ο κομιστής δεν είχε το δικαίωμα να τον
διαθέσει.
Άρθρο
894
Φθορά
του τίτλου
Αν ο τίτλος, εξαιτίας φθοράς ή αλλοίωσης,
έγινε ακατάλληλος για κυκλοφορία, το ουσιώδες του όμως περιεχόμενο και τα
διακριτικά του σημεία μπορούν ακόμη να διαγνωστούν, ο κομιστής του έχει
δικαίωμα να απαιτήσει από τον οφειλέτη την έκδοση νέου τίτλου, παραδίνοντάς του
ταυτόχρονα εκείνον που έχει φθαρεί. Η δαπάνη βαρύνει τον κομιστή.
Άρθρο
895
Κλοπή,
απώλεια κ.λ.π. του τίτλου
Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής
του ανώνυμου χρεογράφου, ο μέχρι τότε κομιστής του μπορεί, εφόσον δεν ορίζεται
σ' αυτό το αντίθετο, να ζητήσει από το δικαστήριο να κηρύξει, με τη διαδικασία
που ορίζει ο νόμος, τον τίτλο ανίσχυρο ή να απαγορεύσει στον οφειλέτη να
πληρώσει σ' εκείνον που τον παρουσιάζει. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στα
τοκομερίδια, στα μερισματόγραφα, καθώς και στα άτοκα γραμμάτια που είναι
πληρωτέα εν όψει.
Άρθρο
896
Εκείνος που προκάλεσε, σύμφωνα με το
προηγούμενο άρθρο, την κήρυξη του χρεογράφου ως ανίσχυρου, εκτός από το
δικαίωμα να ασκήσει την αξίωσή του δυνάμει του χρεογράφου, έχει και το δικαίωμα
να απαιτήσει από τον οφειλέτη να εκδώσει νέο τίτλο. Η δαπάνη βαρύνει εκείνον
που το ζητεί.
Άρθρο
897
Τοκομερίδια
Τα τοκομερίδια του ανώνυμου χρεογράφου,
εφόσον δεν ορίζεται σ' αυτά το αντίθετο, εξακολουθούν να ισχύουν και αν ακόμη
αποσβεστεί η κύρια απαίτηση ή αρθεί ή μεταβληθεί η υποχρέωση πληρωμής τόκου.
Εφόσον κατά την εξόφληση του κύριου τίτλου
δεν αποδίδονται τέτοια τοκομερίδια, ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να παρακρατήσει
το ποσό που αναγράφεται σ' αυτά ωσότου συμπληρωθεί ο χρόνος της παραγραφής.
Άρθρο
898
Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής
τοκομεριδίων ή μερισματογράφων ο μέχρι τότε κομιστής έχει δικαίωμα να απαιτήσει
από τον οφειλέτη την πληρωμή, αν πριν από τη λήξη τους τον ειδοποίησε για την
κλοπή, την απώλεια ή την καταστροφή και κανείς άλλος δεν τα παρουσίασε για
πληρωμή ούτε άσκησε σχετική αγωγή.
Η αξίωση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί
να αποκλειστεί με αντίθετη ρήτρα διατυπωμένη πάνω στο τοκομερίδιο ή στο
μερισματόγραφο.
Άρθρο
899
Στην περίπτωση που εκδίδονται νέα
τοκομερίδια ή μερισματόγραφα ανώνυμου χρεογράφου, αυτά παραδίδονται στον
κομιστή του ειδικού στελέχους της ανανέωσης. Αν ο κομιστής του ανώνυμου
χρεογράφου εναντιώνεται στην παράδοση, παραδίδονται σ' αυτόν.
Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν
εφαρμόζονται, αν δεν έχει οριστεί διαφορετικά πάνω στο στέλεχος της ανανέωσης.
Άρθρο
900
Μετατροπή
του ανώνυμου τίτλου σε ονομαστικό
Το ανώνυμο χρεόγραφο μπορεί να μετατραπεί σε
ονομαστικό υπέρ ορισμένου δικαιούχου μόνο από τον οφειλέτη. Ο οφειλέτης δεν
έχει τέτοια υποχρέωση.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΠΙΔΕΙΞΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ
Άρθρο
901
Περιπτώσεις
Όποιος έχει σχετικά με κάποιο πράγμα αξίωση
εναντίον του κατόχου του, έχει δικαίωμα να απαιτήσει απ' αυτόν να επιδείξει το
πράγμα, αν η επίδειξη είναι αναγκαία για την άσκηση της αξίωσης.
Άρθρο
902
Όποιος έχει έννομο συμφέρον να πληροφορηθεί
το περιεχόμενο ενός εγγράφου που βρίσκεται στην κατοχή άλλου έχει δικαίωμα να
απαιτήσει την επίδειξη ή και το αντίγραφό του, να το έγγραφο συντάχθηκε για το
συμφέρον αυτού που το ζητεί, ή πιστοποιεί έννομη σχέση που αφορά και αυτόν, ή
σχετίζεται με διαπραγματεύσεις που έγιναν σχετικά με τέτοια έννομη σχέση είτε
απευθείας από τον ίδιο είτε για το συμφέρον του, με τη μεσολάβηση τρίτου.
Άρθρο
903
Πώς
γίνεται
Η επίδειξη του πράγματος ή του εγγράφου
γίνεται στον τόπο όπου βρίσκεται κατά το χρόνο της αίτησης, εκτός αν ο ένας ή ο
άλλος αξιώσει για σπουδαίο λόγο την επίδειξη αλλού.
Ο κίνδυνος και οι δαπάνες της επίδειξης
βαρύνουν εκείνον που την αξιώνει.
Ο κάτοχος μπορεί να αντιτάξει άρνηση, εφόσον
δεν προκαταβάλλονται οι δαπάνες και δεν παρέχεται ασφάλεια για ενδεχόμενη
ζημία.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΣ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ
Άρθρο
904
Έννοια
Όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία
από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια. Η
υποχρέωση αυτή γεννιέται ιδίως σε περίπτωση παροχής αχρεώστητης ή παροχής για
αιτία που δεν επακολούθησε ή έληξε ή αιτία παράνομη ή ανήθικη.
Με παροχή εξομοιώνεται και η συμβατική
αναγνώριση ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει χρέος.
Άρθρο
905
Απαίτηση
αχρεωστήτου
Η απαίτηση αχρεωστήτου αποκλείεται, αν ο
λήπτης της παροχής αποδείξει ότι αυτός που κατέλαβε γνώριζε ότι δεν υπήρχε το
χρέος.
Το χρέος που καταβλήθηκε πριν από τη λήξη
του δεν αναζητείται. Επίσης δεν αναζητούνται οι καρποί του ενδιάμεσου χρόνου.
Άρθρο
906
Η απαίτηση αχρεωστήτου αποκλείεται για ό,τι
καταβλήθηκε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας.
Άρθρο
907
Απαίτηση
παροχής από αισχρή αιτία
Παροχή που έγινε για ανήθικη αιτία δεν
αναζητείται, αν η ανήθικη αιτία αφορά και το δότη.
Η διάταξη αυτή δεν ισχύει αν η παροχή αυτή
συνίσταται σε συνομολόγηση υποχρέωσης. Ό,τι όμως δόθηκε για να εκπληρωθεί αυτή
η υποχρέωση δεν αναζητείται.
Άρθρο
908
Έκταση
της ευθύνης του λήπτη
Ο λήπτης οφείλει να αποδώσει το πράγμα που
έλαβε ή το αντάλλαγμα που τυχόν έλαβε απ' αυτό. Οφείλει επίσης να αποδώσει και
τους καρπούς που συνέλεξε καθώς και οτιδήποτε απέκτησε από το πράγμα.
Άρθρο
909
Η υποχρέωση για απόδοση κατά το προηγούμενο
άρθρο αποσβήνεται, εφόσον ο λήπτης δεν είναι πια πλουσιότερος κατά το χρόνο της
επίδοσης της αγωγής.
Άρθρο
910
Από την επίδοση της αγωγής ο λήπτης
ευθύνεται κατά τις γενικές διατάξεις των άρθρων 346 και 348.
Άρθρο
911
Ο λήπτης ευθύνεται σαν να είχε επιδοθεί η
αγωγή: 1. σε περίπτωση απαίτησης αχρεωστήτου, εφόσον γνώριζε η αφότου έμαθε την
ανυπαρξία του χρέους. 2. σε περίπτωση απαίτησης για παράνομη ή ανήθικη
αιτία.
Άρθρο
912
Σε περίπτωση απαίτησης για αιτία που δεν
επακολούθησε ή έληξε ο λήπτης, αφότου όφειλε να προβλέψει την αναζήτηση,
ευθύνεται για ό,τι έλαβε σαν να είχε επιδοθεί η αγωγή.
Ο λήπτης έχει την υποχρέωση να αποδώσει
καρπούς μόνο αφότου μάθει ότι η αιτία δεν επακολούθησε ή έληξε.
Άρθρο
913
Εφόσον ο λήπτης δεν ευθύνεται σε απόδοση,
επειδή ό,τι περιήλθε σ' αυτόν χωρίς αιτία το προσπόρισε σε τρίτον με χαριστική
πράξη, ο δότης μπορεί να αναζητήσει από τον τρίτον ό,τι περιήλθε σ' αυτόν.
ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
ΕΝΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΔΙΚΟΠΡΑΞΙΕΣ
Άρθρο
914
Έννοια
Όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια
έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει.
Άρθρο
915
Περιπτώσεις
μη καταλογισμού
Δεν ευθύνεται όποιος ζημίωσε άλλον χωρίς να
έχει συνείδηση των πράξεών του ή ενώ βρισκόταν σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή
που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της κρίσης και της βούλησής του.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 του ν 2447/96.)
Όποιος κατά την επαγωγή της ζημίας έφερε τον
εαυτό του σε τέτοια κατάσταση με χρήση οινοπνευματωδών ποτών ή άλλων
παραπλήσιων μέσων, ευθύνεται για τη ζημία, εκτός αν περιήλθε στην κατάσταση
αυτή χωρίς υπαιτιότητά του.
Άρθρο
916
Όποιος δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο έτος
της ηλικίας του δεν ευθύνεται για τη ζημία που προξένησε.
Άρθρο
917
Όποιος έχει συμπληρώσει το δέκατο, όχι όμως
το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας του ευθύνεται για τη ζημία που προξένησε,
εκτός αν ενέργησε χωρίς διάκριση. Το ίδιο ισχύει και για τους κωφάλαλους.
Άρθρο
918
Αυτός που προξένησε τη ζημία, εφόσον κατά
τις διατάξεις των άρθρων 915 έως 917 δεν έχει ευθύνη, μπορεί να καταδικαστεί
από το δικαστήριο, ύστερα από εκτίμηση της κατάστασης των μερών, σε εύλογη
αποζημίωση, αν η ζημία δεν μπορεί να καλυφθεί από αλλού.
Άρθρο
919
Προσβολή
των χρηστών ηθών
Όποιος με πρόσθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο
αντίθετο προς τα χρηστά ήθη έχει υποχρέωση να τον αποζημίωση.
Άρθρο
920
Δυσφημητικές
διαδόσεις
Όποιος, γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας,
υποστηρίζει ή διαδίδει αναληθείς ειδήσεις που εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το
επάγγελμα ή το μέλλον άλλου, έχει την υποχρέωση να τον αποζημίωση.
Άρθρο
921
[Καταργήθηκε με το άρθρο 7 του ν. 1329/1983.]
Άρθρο
922
Ευθύνη
του προστήσαντος
Ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλον σε μια
υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε
τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του.
Άρθρο
923
Ευθύνη
εκείνου που εποπτεύει άλλον
Όποιος έχει την εποπτεία ανηλίκου ή ενηλίκου
ο οποίος τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση ευθύνεται για τη ζημία που τα πρόσωπα
αυτά προξενούν παράνομα σε τρίτον, εκτός αν αποδείξει ότι άσκησε την προσήκουσα
εποπτεία ή ότι η ζημία δεν μπορούσε να αποτραπεί.
Την ίδια ευθύνη έχει και όποιος ασκεί την
εποπτεία με σύμβαση.
(Όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 21 του ν 2447/96.)
Άρθρο
924
Ευθύνη
του κατόχου ζώου
Ο κάτοχος ζώου ευθύνεται για τη ζημία που
προξενήθηκε απ' αυτό σε τρίτον.
Αν η ζημία έγινε από κατοικίδιο ζώο που
χρησιμοποιείται για το επάγγελμα, τη φύλαξη της κατοικίας ή τη διατροφή του
κατόχου του, αυτός δεν ευθύνεται, αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει κανένα
πταίσμα ως προς τη φύλαξη και την εποπτεία του ζώου.
Άρθρο
925
Πτώση
κτίσματος ή άλλου έργου
Ο κύριος ή νομέας κτίσματος ή άλλου έργου
που συνέχεται με το έδαφος ευθύνεται για τη ζημία που προξενήθηκε σε τρίτον
εξαιτίας ολικής ή μερικής πτώσης του, εκτός αν αποδείξει ότι η πτώση δεν
οφείλεται σε ελαττωματική κατασκευή ή σε πλημμελή συντήρησή του.
Άρθρο
926
Ζημία
από περισσοτέρους
Αν από κοινή πράξη περισσοτέρων προήλθε
ζημία ή αν για την ίδια ζημία ευθύνεται παράλληλα περισσότεροι, ενέχονται όλοι
εις ολόκληρον. Το ίδιο ισχύει και αν έχουν ενεργήσει περισσότεροι συγχρόνως ή
διαδοχικά και δεν μπορεί να εξακριβωθεί τίνος η πράξη επέφερε τη ζημία.
Άρθρο
927
Αναγωγή
μεταξύ τους
Εκείνος που κατά το προηγούμενο άρθρο
κατέβαλε ολόκληρη την αποζημίωση έχει δικαίωμα αναγωγής κατά των λοιπών. Το
δικαστήριο προσδιορίζει το μέτρο της μεταξύ τους ευθύνης ανάλογα με το βαθμό
του πταίσματος καθενός. Αν δεν μπορεί να εξακριβωθεί ο βαθμός αυτός, η ζημία
κατανέμεται μεταξύ όλων σε ίσα μέρη.
Άρθρο
928
Σε
περίπτωση θανάτωσης
Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου ο υπόχρεος
οφείλει να καταβάλει τα νοσήλια και τα έξοδα της κηδείας σ' εκείνον που κατά το
νόμο βαρύνεται μ' αυτά. Έχει επίσης την υποχρέωση να αποζημιώσει εκείνον που
κατά το νόμο είχε δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή ή παροχή υπηρεσιών.
Άρθρο
929
Σε
περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας
Σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας
προσώπου η αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που έχει
ήδη επέλθει, οτιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον
εξαιτίας της αύξησης των δαπανών του. Υποχρέωση αποζημίωσης υπάρχει και προς
τον τρίτο, ο οποίος είχε κατά το νόμο δικαίωμα να απαιτήσει την παροχή υπηρεσιών
από τον παθόντα και τις στερείται.
Άρθρο
930
Η αποζημίωση των δύο προηγουμένων άρθρων που
αναφέρεται στο μέλλον καταβάλλεται σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα. Όταν υπάρχει
σπουδαίος λόγος η αποζημίωση μπορεί να επιδικαστεί σε κεφάλαιο εφάπαξ.
Ο οφειλέτης της αποζημίωσης μπορεί κατά τις
περιστάσεις να υποχρεωθεί να παράσχει ασφάλεια.
Η αξίωση αποζημίωσης δεν αποκλείεται από το
λόγο ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν
που αδικήθηκε.
Άρθρο
931
Η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε
στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης αν
επιδρά στο μέλλον του.
[Το αρχικό άρθρο αντικαταστάθηκε με το ν. 1329/1983.]
Άρθρο
932
Ικανοποίηση
της ηθικής βλάβης
Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την
αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη
κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως
για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή
στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή
ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής
οδύνης.
Άρθρο
933
Η αξίωση του προηγούμενου άρθρου δεν
εκχωρείται ούτε κληρονομείται , εκτός αν αναγνωρίστηκε με σύμβαση ή επιδόθηκε
γι' αυτήν αγωγή.
Άρθρο
934
Παράνομη
αφαίρεση πράγματος
Όποιος οφείλει πράγμα που αφαιρέθηκε με
παράνομη πράξη είναι υπερήμερος από το χρόνο της αφαίρεσης.
Άρθρο
935
Ο οφειλέτης αποζημίωσης για την αφαίρεση
πράγματος έχει για τις δαπάνες που έκανε σ' αυτό αξίωση κατά τις διατάξεις για
τη διεκδίκηση πράγματος.
Άρθρο
936
Αποζημίωση
για την αφαίρεση ή βλάβη πράγματος
Όποιος οφείλει αποζημίωση για την αφαίρεση ή
βλάβη πράγματος ελευθερώνεται καταβάλλοντάς την σ' αυτόν που ήταν νομέας του
πράγματος κατά το χρόνο της αφαίρεσης ή βλάβης, εκτός αν γνωρίζει ή υπαίτια
αγνοεί ότι τρίτος έχει κυριότητα ή άλλο δικαίωμα πάνω σ' αυτό.
Άρθρο
937
Παραγραφή
Η απαίτηση από αδικοπραξία παραγράφεται μετά
πενταετία, αφότου ο παθών έμαθε τη ζημία και τον υπόχρεο σε αποζημίωση σε κάθε
όμως περίπτωση η απαίτηση παραγράφεται μετά την πάροδο είκοσι ετών από την
πράξη.
Αν η αδικοπραξία αποτελεί συνάμα κολάσιμη
πράξη που κατά τον ποινικό νόμο υπόκειται σε μακρότερη παραγραφή, αυτή ισχύει
και για την απαίτηση αποζημίωσης.
Άρθρο
938
Ευθύνη
για ό,τι περιήλθε
Όποιος οφείλει αποζημίωση από αδικοπραξία
έχει την υποχρέωση, κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, να αποδώσει
ό,τι περιήλθε σ' αυτόν, ακόμη και αν η απαίτηση από την αδικοπραξία έχει
παραγραφεί.
ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΣΤΩΝ
Άρθρο
939
Όροι
της διάρρηξης
Οι δανειστές έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν
κατά τους όρους των επομένων άρθρων τη διάρρηξη κάθε απαλλοτρίωσης που έγινε
από τον οφειλέτη προς βλάβη τους, εφόσον η υπόλοιπη περιουσία δεν αρκεί για την
ικανοποίησή τους.
Άρθρο
940
Περιπτώσεις
Δεν αποτελεί απαλλοτρίωση η αποποίηση από
τον οφειλέτη κληρονομίας ή κληροδοσίας.
Δεν θεωρείται απαλλοτρίωση η καταβολή
ληξιπρόθεσμου χρέους. Η δόση αντί καταβολής είναι απαλλοτρίωση.
Άρθρο
941
Γνώση
του τρίτου
Η απαλλοτρίωση υπόκειται σε διάρρηξη, αν
αυτός υπέρ του οποίου έγινε (τρίτος) γνώριζε ότι ο οφειλέτης της απαλλοτριώνει
προς βλάβη των δανειστών του.
Τεκμαίρεται ότι ο τρίτος το γνωρίζει, αν
κατά την απαλλοτρίωση είναι σύζυγος του οφειλέτη ή συγγενής του σε ευθεία
γραμμή ή συγγενής του σε πλάγια γραμμή εξ αίματος έως και τον τρίτο βαθμό ή από
αγχιστεία έως το δεύτερο. Το τεκμήριο δεν ισχύει αν πέρασε ένα έτος από την
απαλλοτρίωση έως την έγερση της αγωγής.
Άρθρο
942
Σε περίπτωση απαλλοτρίωσης από χαριστική
αιτία δεν απαιτείται η κατά το προηγούμενο άρθρο γνώση του τρίτου.
Άρθρο
943
Αποτελέσματα
της διάρρηξης
Το αποτέλεσμα της διάρρηξης είναι ότι ο
τρίτος έχει την υποχρέωση να αποκαταστήσει τα πράγματα στην κατάσταση που ήταν.
Η διάρρηξη ενεργεί μόνο υπέρ των δανειστών που προσέβαλαν την απαλλοτρίωση.
Σε περίπτωση απαλλοτρίωσης από χαριστική
αιτία ο τρίτος, αν ήταν καλόπιστος, ευθύνεται μόνο κατά τις διατάξεις για τον
αδικαιολόγητο πλουτισμό.
Άρθρο
944
Ειδικοί
διάδοχοι του τρίτου
Οι δανειστές έχουν το δικαίωμα να εγείρουν
την αγωγή διάρρηξης, που τους ανήκει κατά του τρίτου, και εναντίον ειδικού
διαδόχου του, αν αυτός, όταν αποκτούσε από τον τρίτο, γνώριζε το δόλο του
οφειλέτη. Η γνώση αυτή τεκμαίρεται αν ο ειδικός διάδοχος, όταν απέκτησε από τον
τρίτο, είχε με τον οφειλέτη τη σχέση του άρθρου 941 παρ. 2 και δεν είχε περάσει
ένα έτος από την απαλλοτρίωση του οφειλέτη έως την έγερση της αγωγής.
Άρθρο
945
Οι δανειστές έχουν το δικαίωμα να εγείρουν
την αγωγή διάρρηξης που τους ανήκει κατά του τρίτου, εναντίον ειδικού διαδόχου
του από χαριστική αιτία, χωρίς να απαιτείται η γνώση του τελευταίου κατά το
προηγούμενο άρθρο. Η διάταξη του άρθρου 943 παρ. 2 εφαρμόζεται και εδώ.
Άρθρο
946
Παραγραφή
Η αγωγή διάρρηξης παραγράφεται όταν περάσουν
πέντε έτη από την απαλλοτρίωση.
Παναγιώτης Παπαδουλάκης, δικηγόρος στο Εφετείο Κρήτης